Έλπίς μου ὁ Πατήρ, καταφυγή μου ὁ Υἱός, Σκέπη μου τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Τριὰς Ἁγία, δόξα Σοι.

Δεῦτε ἀπὸ θέας Γυναῖκες εὐαγγελίστριαι, καὶ τῇ Σιὼν εἴπατε· Δέχου παρ΄ ἡμῶν Χαρᾶς Εὐαγγέλια, Τῆς Ἀναστάσεως Χριστοῦ. Τέρπου, χόρευε, καὶ ἀγάλλου Ἱερουσαλήμ, τὸν Βασιλέα Χριστόν, θεασαμένη ἐκ τοῦ μνήματος, ὡς Νυμφίον προερχόμενον.


Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

"Ερμηνεία της λέξεως "δίκαιος" στο Κατά Ματθαίον 1,19"


(Νικόλαος Σωτηρόπουλος)
«Ἰωσήφ δέ ὁ ἀνήρ αὐτῆς, δ ί κ α ι ο ς ὤν καί μή θέλων αὐτήν παραδειγματίσαι(1), ἐβουλήθη λάθρα ἀπολῦσαι αὐτήν».

Ἐν τῷ χωρίῳ τούτῳ οἱ ἑρμηνευταί δέν ἀποδίδουν ὀρθῶς τό «δίκαιος». Τό ἐπίθετον τοῦτο οὔτε «δίκαιος» σημαίνει ἐνταῦθα ὑπό τήν νομικήν ἔννοιαν τῆς λέξεως, διότι ἐν τοιαύτη περιπτώσει ὁ Ἰωσήφ θά ἔπρεπε νά καταγγείλῃ τήν γυναῖκά του πρός τιμωρίαν· οὔτε «καλός» ἤ «ἐνάρετος» σημαίνει ὑπό τήν γενικήν ἔννοιαν τῆς λέξεως, ὑφ' ἥν περιλαμβάνεται πάσα ἀρετή· οὔτε «ἐπιεικής» σημαίνει.
Τό «δίκαιος» ἐνταῦθα σημαίνει «εὔσπλαγχνος, σπλαγχνικός». Μετά τοιαύτης σημασίας εὐρίσκομεν τό ἐπίθετον εἰς ἱκανόν ἀριθμόν χωρίων τῆς Γραφῆς. Παραθέτομεν εἰς τήν συνέχειαν καί σχολιάζομεν τοιαῦτα χωρία:
«Κύριε ὁ Θεός Ἰσραήλ, δίκαιος σύ, ὅτι κατελείφθημεν διασῳζόμενοι ὡς ἡ ἡμέρα αὕτη (Β' Ἔσδρ. 9:15. Ἰδέ καί στίχ. 8 - 9, ὅπου γίνεται λόγος περί ἐλέους τοῦ Θεοῦ πρός τόν παραβάτην Ἰσραηλιτικόν λαόν).

Ὁ Θεός εἶνε «δίκαιος», ἤτοι εὔσπλαγχνος, διότι δέν ἠφάνισε τόν ἁμαρτωλόν λαόν, ἀλλ' ἄφησεν ὑπόλοιπον, ἔσωσε μέρος τοῦ λαοῦ.
«Δίκαιος εἶ, Κύριε, καί πάντα τά ἔργα σου καί πᾶσαι αἱ ὁδοί σου ἐλεημοσύναι καί ἀλήθεια, καί κρίσιν ἀληθινήν καί δικαίαν σύ κρίνεις εἰς τόν αἰῶνα» (Τωβ. 3 : 2).

Τό «ἐλεημοσύναι» δεικνύει, ὅτι τό «δίκαιος» σημαίνει «ἐλεήμων, εὔσπλαγχνος». Ἀλλά καί τό «ἀλήθεια» δεικνύει τό αὐτό, διότι ἡ λέξις αὕτη σημαίνει καί «τήνκαλωσύνην, τό καλόν». Συναφώς δέ καί ἡ φράσις «κρίσις ἀληθινή καί δικαία» σημαίνει «κρίσις μετά καλωσύνης καί εὐσπλαγχνίας».

«Γενοῦ φιλελεήμων καί δίκαιος, ἵνα σοι καλῶς ᾖ» (Τωβ. 14 : 9)
Τό «φιλελεήμων» καί τό «δίκαιος» χρησιμοποιοῦνται συνωνύμως καί ἐκφράζουν τῆν ἔννοιαν τῆς εὐσπλαγχνίας καί ἐλεημοσύνης.

«Κύριε Κύριε ὁ Θεός ὁ πάντων κτίστης, ὁ φοβερός καί ἰσχυρός καί δίκαιος καίἐλεήμων, ὁ μόνος βασιλεύς καί χρηστός, ὁ μόνος χορηγός, ὁ μόνος δίκαιος καί παντοκράτωρ καί αἰώνιος, ὁ διασώζων τόν Ἰσραήλ ἐκ παντός κακοῦ» (Β' Μακ. 1 : 24 - 25).
Τό «δίκαιος» εἶνε συνώνυμον τοῦ «ἐλεήμων», σχετικόν δέ καί πρός τά «χρηστός», «χορηγός» καί «διασώζων». Ὁ Θεός εἶνε «δίκαιος» ἤ ἄλλως «ἐλεήμων», τουτέστιν «εὔσπλαγχνος», διό καί δεικνύεται «χρηστός», «χορηγός» καί «διασώζων», ἤτοι κάνει τό καλόν, χορηγεῖ τά ἀγαθά καί διασώζει τούς ἀνθρώπους. Τά δύο πρώτα ἐπίθετα τοῦ ἐδαφίου ἀντιτίθενται πρός τά δύο ἑπόμενα:

«Ὁ φοβερός καί ἰσχυρός, ἀλλά καί δίκαιος (= εὔσπλαγχνος) καί ἐλεήμων».
 «Ἐλεήμων καί οἰκτίρμων καί δίκαιος» (Ψαλμ. 111(112] : 4).

Τό «δίκαιος» χρησιμοποιεῖται συνωνύμως πρός τά δύο προηγούμενα ἐπίθετα «ἐλεήμων» καί «οἰκτίρμων». Ἰδέ καί τούς δύο ἑπομένους στίχ. 5 καί 6.

«Ἐλεήμων ὁ Κύριος καί δίκαιος, καί ὁ Θεός ἡμῶν ἐλεεῖ» (Ψαλμ 114[116] : 5).
Τό «δίκαιος» εἶνε συνώνυμον πρός τό «ἐλεήμων» καί σχετικόν πρός τό «ἐλεεῖ». Ὁ Κύριος εἶνε «δίκαιος» ἤ ἄλλως «ἐλεήμων», τουτέστιν «εὔσπλαγχνος», καί διά τοῦτο «ἐλεεῖ».

«Οὐκ ὠφελήσουσι θησαυροί ἀνόμους, δικαιοσύνη δέ ρύσεται ἐκ θανάτου. Οὐ λιμοκτονήσει Κύριος ψυχήν δικαίαν» (Παροιμ. 10 : 2 - 3).
Ἐνταῦθα «δικαιοσύνη» εἶνε ἡ «ἐλεημοσύνη» (Ἰδέ καί 11 : 4), καί «ψυχή δικαία» εἶνε «ἡ ἐλεήμων ψυχή, ὁ ἐλεήμων ἄνθρωπος». Ἡ δέ ἔννοια τοῦ χωρίου εἶνε: Ὁ ἄνομος θησαυρισμός δέν ὠφελεῖ, δέν σῲζει, ἐνῷ ἡ ἐλεημοσύνῃ σῲζει ἐκ θανάτου. Ὁ Κύριος δέν ἀφήνει τόν ἐλεήμονα ἄνθρωπον νά λιμοκτονήση. Ὁ ἐλεῶν ἐλεεῖται ὑπό τοῦ Κυρίου.

«Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· κήρυξον, θύγατερ Ἱερουσαλήμ· ἰδού ὁ βασιλεύς σου ἔρχεταί σοι, δίκαιος καί σῲζων αὐτός, πραΰς καί ἐπιβεβηκώς ἐπί ὑποζύγιον καί πώλον νέον» (Ζαχ. 9 : 9).
Καί ἐνταῦθα, νομίζομεν, τό «δίκαιος» σημαίνει «εὔσπλαγχνος», σχετίζεται δέ πρός τό «σῲζων» κατά τήν ἑξῆς ἔννοιαν: Ὁ βασιλεύς - Μεσσίας εἶνε εὔσπλαγχνος καί διά τοῦτο σῲζει (Ἰδέ καί Ἡσ. 45 : 21, «δίκαιος καί σωτήρ οὐκ ἔστι πάρεξ ἐμοῦ».

Τό «δίκαιος» σημαίνει «εὔσπλαγχνος» ἤ «σπλαγχνικός» καί εἰς τά χωρία τῆς Καινῆς Δ ιαθήκης Α΄ Ἰωάν. 1: 9 καί 2 : 1.

Κατά ταῦτα τό Ματθ. 1:19 δέον νά μεταφράζεται:
« Ὁ δέ Ἰωσήφ ὁ ἀνήρ αὐτῆς, ἐπειδή ἦτο σπλαγχνικός καί δέν ἤθελε νά διαπομπεύσῃ αὐτήν, ἐσκέφθη νά δώσῃ εἰς αὐτήν διαζύγιον μυστικῶς(2).


Σημειώσεις
1. Κατά τό ἐκκλησιαστικόν κείμενον. Ὁ Nestle προτιμᾷ τήν γραφήν δειγματίσαι.

2. Ἄς σημειωθῇ, ὅτι ἡ μνηστεία παρ' Ἰσραήλ νομικῶς ἦτο ἰσοδύναμος τοῦ γάμου, διό καί ὁ μνήστωρ Ἰωσήφ λέγεται «ἀνήρ» τῆς Παρθένου καί γίνεται λόγος περί διαζυγίου πρός τήν μνηστήν» («ἀπολῦσαι αὐτήν»).

----------------------------------------------------
Πηγή: Ερμηνεία Δύσκολων χωρίων της Γραφής, Νικόλαου Ι. Σωτηρόπουλου, τόμος Α΄, 1985. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου