Έλπίς μου ὁ Πατήρ, καταφυγή μου ὁ Υἱός, Σκέπη μου τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Τριὰς Ἁγία, δόξα Σοι.

Δεῦτε ἀπὸ θέας Γυναῖκες εὐαγγελίστριαι, καὶ τῇ Σιὼν εἴπατε· Δέχου παρ΄ ἡμῶν Χαρᾶς Εὐαγγέλια, Τῆς Ἀναστάσεως Χριστοῦ. Τέρπου, χόρευε, καὶ ἀγάλλου Ἱερουσαλήμ, τὸν Βασιλέα Χριστόν, θεασαμένη ἐκ τοῦ μνήματος, ὡς Νυμφίον προερχόμενον.


Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012

Πρωτοχρονιάτικη εγκύκλιος Μητρ. Πειραιώς κ. Σεραφείμ


Τέκνα μου ἀγαπητά καί περιπόθητα,
  
Ὁ καινούργιος χρόνος εἶναι μιά περιοδική πρόκληση πού μᾶς ἀναγκάζει νά βγοῦμε γιά λίγο ἀπό τόν καθημερινό λήθαργο καί νά σκεφθοῦμε τήν παροδικότητά μας. 
Παροδικότητα σημαίνει, πολύ ἁπλά, τό ὅτι βρισκόμαστε σέ μιά τεράστια «αἴθουσα ἀναμονῆς», περιμένοντας τό τραῖνο νά περάσει. 
 Κι ἐνῶ οὔτε τό ἴδιο τραῖνο παίρνουμε ὅλοι, οὔτε συγχρόνως φεύγουμε, ἐν τούτοις αὐτό τό γεγονός μᾶς ἑνώνει βαθύτερα ἴσως ἀπό κάθε ἄλλη συγγένεια.

Αὐτή ἡ κατά κόσμον παροδικότητά μας δέν εἶναι ἐλάτωμα τῆς φύσεως, οὔτε ἀστοργία τοῦ Κτίστου. 
Εἶναι, σέ τελική ἀνάλυση προνόμιο εὐεργετικό. Γιατί, εἶμαι θνητός σημαίνει : δέν εἶμαι δεμένος οὔτε στάσιμος σέ τοῦτο τόν κόσμο, ἀλλά διερχόμενος. 
Ὁ διερχόμενος ὅμως ἔχει ἐλευθερία κινήσεων, ἔχει δυνατότητες ἐκλογῆς, ἔχει πλοῦτο παραστάσεων καί βιωμάτων. 
Ὁ διερχόμενος  ἔχει, πρό πάντων, προορισμό καί τέλος πρός τό ὁποῖο κατευθύνεται, πορευόμενος. 
Ὅλες λοιπόν αὐτές οἱ ἱερές ἔννοιες : προορισμός, ἀποστολή, σκοπός, πορεία, τέλος, εἶναι ἄρρηκτα δεμένες μέ τήν παροδικότητά μας.

    Ἄν δέν ἤμασταν παροδικοί, δέν θά εἴχαμε δυναμική πορεία, ἀλλά μόνο τήν τυφλή ἀνακύκληση τοῦ ἀλόγου στό μαγγανοπήγαδο! Ἄν δέν ἤμασταν διερχόμενοι, δέν  θά ὁδεύαμε πρός τό τέλος. 
Θά ἤμασταν στάσιμοι, θά ἤμασταν καθηλωμένοι. Κι ὅποιος δέν πορεύεται πρός τό τέλος δέν τελειοῦται ποτέ. Δέν ὁλοκληρώνεται.

    Ἄν δοῦμε ἀπό αὐτή τήν ὀπτική γωνία τά πράγματα, ἀσφαλῶς θά άναθεωρήσουμε κάποιες ἐσφαλμένες ἐκτιμήσεις, ἰδιαιτέρως σήμερα πού ἡ ζωή χειμάζεται ἀπό τήν ἀπληστία καί τήν ἀναλγησία. Καί θά διορθώσουμε μερικές πολύ διαδεδομένες ἁπλοϊκότητες, πού δέν μαρτυροῦν μονάχα ρηχότητα καί ἐπιπολαιότητα, ἀλλά συγχρόνως ὁλιγοπιστία καί ἀσυγχώρητη ἀφέλεια. 
Τόν χρόνο τόν θεωροῦμε μοῖρα τοῦ θνητοῦ ἀνθρώπου, καί τήν αἰωνιώτητα προνόμιο τοῦ ἄχρονου Θεοῦ. 
Ὅμως τά πράγματα δέν εἶναι τόσο ἁπλά, οὔτε μονοσήμαντα. 
Ὁ κόσμος καί ὁ ἄνθρωπος ἐκτίσθηκαν μέσα στό χρόνο καί λειτουργοῦν μέσα στό χρόνο, ἀλλά ὁ προορισμός των εἶναι ὑπέρχρονος. 
Ὁ δέ ἄχρονος καί αἰώνιος Θεός εἶναι βέβαια ἔξω ἀπό τούς περιορισμούς τοῦ χώρου καί τοῦ χρόνου, ὅμως γεμίζει μέ τήν πανταχοῦ παρουσία Του τό κάθε μόριο τῆς δημιουργίας καί τήν πιό ἐλάχιστη χρονική στιγμή. 
Γι’ αὐτό οὔτε ὁ Θεός εἶναι ξένος πρός τόν χρόνο – οὔτε ὁ ἄνθρωπος ἄσχετος μέ τήν αἰωνιότητα καί τήν ἀθανασία. Καί δέν ὑπάρχει παρηγορία μεγαλύτερη ἀπό τοῦ νά γνωρίζουμε ὅτι ἡ αἰωνιότητα δέν εἶναι ἀπρόσιτη, ἀλλά κτίζεται ἀπό ρινίσματα τῆς καθημερινότητάς μας. 
Γιατί καί σ’ αὐτό εἶναι ἀπερίφραστος καί ἀδιάψευστος ὁ λόγος τῆς Γραφῆς : «ὁ κόσμος παράγεται καί ἡ ἐπιθυμία αὐτοῦ, ὁ δέ ποιῶν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ μένει εἰς τόν αἰώνα» (Α΄ Ἰωάν. 2,17).

    Ἄς εὐχηθοῦμε νά μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεός καί κατά τό 2013 νά μή ζητήσουμε ὡς «ἄνω θρώσκοντες», ὡς «ἄνω βλέποντες» τίποτε περισσότερο ἀπό τό θέλημά Του.

    Αὐτῷ ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν.

        Χρονιά πολλά καί εὐλογημένα!

      Ο  ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ  ΣΑΣ

        + ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

ΕΡΧΟΜΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΛΛΟ ΚΟΣΜO...


Αφήγηση πραγματικού περιστατικού που συνέβει στον Φώτη Κόντογλου

"Ένα βράδυ, τήν Δευτέρα τού Πάσχα, τού έτους 1964, περασμένα μεσάνυχτα, λίγο πρίν κοιμηθώ, βγήκα στο μικρό περιβολάκι που έχουμε πίσω από το σπίτι μας, και στάθηκα γιά λίγο, κοιτάζοντας τον σκοτεινό ουρανό με τ΄ άστρα. 
Ένας αγιασμένος γέροντας, μου είχε πεί μια φορά, πως γύρω από αυτές τις ώρες ανοίγουν τα ουράνια.


Θα στεκόμουνα εκεί πέρα μονάχος ως το ξημέρωμα. Σαν να μην είχα σώμα, μήτε κανένα δεσμό με τη γή. Αλλά συλλογίστηκα μήπως ξυπνήσει κανένας μέσα στο σπίτι και ανησυχήσουνε που έλειπα, και γι' αυτό μπήκα μέσα και ξάπλωσα.

Δε με είχε θολώσει καλά - καλά ο ύπνος, δεν ξέρω αν ήμουνα ξυπνητός ή κοιμισμένος, και βλέπω μπροστά μου έναν άνθρωπο με αλλόκοτη όψη.

Ήτανε κατακίτρινος, σαν πεθαμένος, μα τα μάτια του ήτανε ανοιχτά και μέ έβλεπε τρομαγμένος. Τό πρόσωπο του ήτανε σαν μάσκα, σαν μούμια, με το πετσί του σάν γυαλιστερό, μαυροκίτρινο, και κολλημένο στο νεκροκέφαλο με όλα τα βαθουλώματα. Κοντανάσαινε σαν λαχανιασμένος.

Στό ένα χέρι του βαστούσε κάποιο παράξενο πράγμα, που δεν κατάλαβα τι ήτανε, και με τ' άλλο έσφιγγε το στήθος του, λές και πονούσε.

Εκείνο το πλάσμα μ' έκανε ν' ανατριχιάσω. Τό κοίταζα, και με κοίταζε, δίχως να μιλήσει, σαν να περίμενε να το γνωρίσω. Και στ' αλήθεια, μ' όλο που ήτανε τόσο αλλόκοτο, σαν να μου είπε μια φωνή στό μυαλό μου:

- Είναι ο τάδε.

Μόλις άκουσα τη φωνή, τον γνώρισα ποιός ήτανε. Τότε κι εκείνος άνοιξε το στόμα του κι αναστέναξε. Μα η φωνή του σαν να ερχότανε από πολύ μακριά, σα να 'βγαινε από κανένα βαθύ πηγάδι.

Έβλεπα πως βρισκότανε σε μια μεγάλη αγωνία. Τα χέρια του, τα πόδια του, τα μάτια του, όλα φανερώνανε πως βασανιζότανε. Απάνω στην απελπισία μου, πήγα κοντά του να τον βοηθήσω, μα εκείνος μου έκανε νόημα με το χέρι του να σταματήσω, νά μή πλησιάσω.

ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΕΘΑΝΩ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ.

 Άρχισε να βογκάει, με τέτοιον τρόπο, που πάγωσα. Έπειτα μου λέγει:

«Δεν ήρθα, αλλά με " στείλανε." Εδώ, ολοένα τρέμω! Βρίσκομαι σε μεγάλη ζάλη. Παρακάλεσε τον Θεό να με λυπηθεί. Θέλω να πεθάνω, μα δεν μπορώ.

Αχ! Όσα έλεγες Φώτη, βγήκαν αληθινά. Θυμάσαι, λίγες μέρες πριν πεθάνω, που ήρθες στο σπίτι μου και μιλούσες για θρησκευτικά; Ήτανε και δύο άλλοι φίλοι μου, άπιστοι κι αυτοί σαν κι εμένα. Εκεί που μιλούσες, εκείνοι χαμογελούσανε.
Σαν έφυγες μού είπανε:

Κρίμα, να έχει τέτοιο μυαλό ό Φώτης, και να πιστεύει στις ανοησίες που πιστεύουνε οι γριές!

Μια άλλη μέρα, σού είχα πεί, όπως και πολλές άλλες φορές:

«Βρε Φώτη, μάζευε λεφτά, θα πεθάνεις στην ψάθα. Βλέπεις εγώ, πόσα λεφτά έχω, και πάλι θέλω κι άλλα». Τότε μου είπες:

«Έχεις κάνει συμβόλαιο με τόν Χάρο πως θα ζήσεις τόσα χρόνια που θέλεις, για να καλοπεράσεις στα γηρατειά σου;»

Σου λέγω εγώ: «Θα δεις πόσο χρονών θα πάγω! Τώρα είμαι εβδομηνταπέντε. Θα περάσω τα εκατό. Έχω εξασφαλίσει τα παιδιά μου, ο γιος μου βγάζει λεφτά πολλά, την κόρη μου την πάντρεψα μ' έναν πλούσιο από την Αβησσυνία, εγώ κι η γυναίκα μου έχουμε και παραέχουμε.

Όχι σαν κι εσένα, που ακούς αυτά που λένε οι παπάδες.

"Χριστιανά τα τέλη της ζωής ημών". Τι θα βγάλεις από τα "Χριστιανά τέλη"; Λεφτά, παρά, να έχεις στην τσέπη σου, και μη σε μέλει. Εγώ να δώσω ελεημοσύνη; Και γιατί έκανε φτωχούς ο πολυεύσπλαχνος Θεός σας; Για να τους τρέφω εγώ; Αμ βάζουνε εσάς και ταΐζετε τους τεμπέληδες, για να πάτε στον Παράδεισο. Χά! Χά!

Εγώ ξέρεις πως είμαι γιός παπά, και τα γνωρίζω καλά αυτά τα κόλπα. Μα να τα πιστεύουνε αυτά οι μικρόμυαλοι. Όχι όμως κι εσύ Φώτη μου, που έχεις τέτοια σπουδή, και να πας χαμένος. Εσύ, όπως πάς, θα πεθάνεις πριν από μένα, θα πάρεις στον λαιμό σου και την οικογενειά σου.

Μα εγώ, σου λέγω και σου υπογράφω, σαν γιατρός που είμαι, πως θα ζήσω εκατόν δέκα χρόνια!».

Λέγοντας αυτά, στριφογύριζε από δώ κι από κει, σαν να ψηνότανε σε καμμιά σχάρα, βγάζοντας κάτι μουγκρίσματα από το στόμα του: «Αχ! Αχ! Ωχ!"

Ησύχασε για λίγο και ξαναείπε:

«Αυτά έλεγα, μα σε λίγες μέρες πέθανα! Πέθανα, κι έχασα το στοίχημα!

Τι ταραχή! Τι τρομάρα τράβηξα! Σαστισμένος, μια βούλιαζα και μια ανέβαινα απάνω και φώναζα:

Έλεος! Έλεος !

Μα κανένας δε μ' άκουγε. Ένα ρεύμα με κλωθογύριζε σαν να ήμουνα κανένα ψόφιο ποντίκι. Τι τράβηξα ως τα τώρα, και τι τραβώ. Τι αγωνία είναι αυτή! Όλα όσα έλεγες βγήκαν αληθινά. Το κέρδισες το στοίχημα!

Εγώ, τότε, που βρισκόμουνα στον κόσμο που ζεις, ήμουνα ο έξυπνος. Ήμουνα γιατρός, κι είχα μάθει να μιλώ και να μ' ακούνε όλοι, να κοροϊδεύω την θρησκεία, να συζητώ για χειροπιαστά πράγματα.

ΕΚΕΙ ΕΣΤΙ, Ο ΒΡΥΓΜΟΣ ΤΩΝ ΟΔΟΝΤΩΝ. ( Ματθ. ιγ΄ 42 )

Τώρα όμως βλέπω πως χειροπιαστά είναι εκείνα που τα έλεγα τότε παραμύθια και χαρτοφάναρα. Χειροπιαστή είναι η αγωνία που βρίσκομαι.

Άχ! Τούτος θα είναι ο σκώληξ ο ακοίμητος, τούτος θα είναι ο βρυγμός των οδόντων»

Απάνω σ' αυτά, χάθηκε από τα μάτια μου, κι άκουγα μονάχα τα βογγητά του, που κι εκείνα σβήσανε σιγά - σιγά. Με πήρε λίγο ο ύπνος, μα σε μια στιγμή, κατάλαβα να με σπρώχνει ένα παγωμένο χέρι. Άνοιξα τα μάτια μου, και τον βλέπω πάλι μπροστά μου. Τούτη την φορά ήτανε ακόμα πιο φριχτός και πιο μικρόσωμος. Είχε γίνει ίσαμε ένα μικρό παιδάκι, μ' ένα μεγάλο γέρικο κεφάλι, που το κουνούσε πέρα δώθε.

Άνοιξε το στόμα του και μου είπε:

«Σε λίγη ώρα θα ξημερώσει και θα 'ρθουνε να με πάρουνε, εκείνοι που με στείλανε.» Του λέγω:

«Ποιοί σε στείλανε»;

Είπε κάτι μπερδεμένα λόγια δίχως να καταλάβω τίποτα. Ύστερα μου λέγει:

«Εκεί που βρίσκομαι, είναι κι άλλοι πολλοί από εκείνους που σε περιπαίζανε για την πίστη σου, και τώρα καταλάβανε πως οι εξυπνάδες δεν περνούνε παραπέρα από το νεκροταφείο. Είναι και κάποιοι άλλοι που τους έκανες καλό, κι αυτοί σε κακολογούσανε. Κι όσο τους συγχωρούσες, τόσο αυτοί γίνονταν χειρότεροι.

Γιατί ο πονηρός άνθρωπος αντί να τον κάνει η καλοσύνη να χαίρεται, αυτός πικραίνεται, επειδή τον κάνει να νιώθει τον εαυτόν του νικημένο.

Τούτοι εδώ, βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση από μένα, και δεν μπορούνε να βγούνε από την σκοτεινή φυλακή τους για να έρθουνε να σε βρούνε, όπως έκανα εγώ. Βασανίζονται πολύ σκληρά, γιατί δέρνονται με την μάστιγα της αγάπης, όπως έλεγε ένας άγιος.

Πόσο αλλιώτικος είναι ο κόσμος από ό,τι τον βλέπαμε! Ανάποδος από την έξυπνη αντίληψη μας. Τώρα καταλάβαμε πως η εξυπνάδα μας ήτανε βλακεία, οι κουβέντες μας πονηρές μικρολογίες, κι οι χαρές μας ψευτιά και απάτη.

»Εσείς που έχετε στην καρδιά σας τον Χριστό, και που για σάς ο λόγος Του είναι αλήθεια, η μοναχή αλήθεια, εσείς κερδίσατε το Μεγάλο Στοίχημα, που μπαίνει ανάμεσα στους πιστούς και στους άπίστους, αυτό το στοίχημα που το έχασα εγώ ο ελεεινός, και χάθηκα, και τρέμω κι αναστενάζω, και δεν βρίσκω ησυχία.

πηγή
Ποσειδώνας  http://koukfamily.blogspot.gr/2012/12/o.html

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ Κυριακής μετά την Χριστού Γέννησιν - π. Ιωήλ Κωνστάνταρος


ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
 Κυριακής μετά την Χριστού Γέννησιν
Γαλάτας α΄ 11-19

Μια συνοπτική αυτοβιογραφία αποτυπώνει ο Απόστολος Παύλος στο Αποστολικό ανάγνωσμα της Κυριακής μετά την Χριστού Γέννηση. Αφού τονίζει ότι το ευαγγέλιο που εκήρυξε ο ίδιος αλλά και οι άλλοι Απόστολοι στους ανθρώπους, δεν ήταν ανθρώπινο επινόημα, αλλά αποκάλυψη θεϊκή, στη συνέχεια μας παρουσιάζει το θαυμάσιο σχέδιο του Θεού, στη δική του ζωή! Η περιγραφή που κάνει είναι όντως συγκλονιστική, αφού ο πρώην διώκτης μεταβάλλεται τώρα στον θερμότερο των Αποστόλων.
Στο σημείο αυτό, ο Απόστολος των Εθνών, μας αποκαλύπτει την Μοναδική, στην ιστορία, προσωπικότητά του. Πράγματι, στην επιστροφή του Παύλου υπάρχουν τρία χαρακτηριστικά που δεν βρίσκονται σε κανέναν άλλο άνθρωπο.
Πρώτον, το αιφνίδιον. Δεύτερον, το ριζικόν, δηλ. η μεταστροφή του κάλυψε και φώτισε όλα τα υποστρώματα της ανθρωπίνης συνειδήσεως και προσωπικότητας και τρίτον, το ισόβιον το οποίο διαφαίνεται τόσο εναργώς από την «οδό προς την Δαμασκό», έως και το μαρτυρικό του τέλος.



Θα χρειάζονταν, ομολογουμένως, τόμοι ολόκληροι για να αναλύσει κανείς την Αποστολική αυτή μορφή και πάλι δεν θα είχε ολοκληρώσει την προσπάθεια. Εάν για κάθε άνθρωπο ισχύει ο λόγος της Γραφής, «Τις γαρ οίδεν ανθρώπων τα του ανθρώπου, ει μή το πνεύμα του ανθρώπου το εν αυτώ...;» (Α' Κορ. Β 11), πόσο μάλλον η αλήθεια αυτή, ισχύει για τον μεγαλύτερο των Αποστόλων! Αξίζει όμως, όσοι φιλόχριστοι και θερμοί στην Πίστη, να μελετήσουν σχετικές ομιλίες του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου «του Παύλου μετά τον Παύλον», στις οποίες ο Ιερός Πατήρ, με μοναδικότητα αναπτύσσει την οικουμενική αυτή προσωπικότητα. Το παγκόσμιο αυτό καύχημα που ονομάζεται Απόστολος Παύλος!
Όμως, η σημερινή Αποστολική μας περικοπή, με την αυτοβιογραφία του αποστόλου των εθνών, που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας, και μας δείχνει το θαυμάσιο σχέδιο της ευδοκίας του Θεού, μας οδηγεί κατ' επέκτασιν να συνειδητοποιήσουμε και το σχέδιο της αγάπης του Θεού για τον κάθε πιστό, άρα και για εμάς του ίδιους. Ένα σχέδιο ουράνιο, εκπονημένο και εφαρμοζόμενο μέσα στην αγάπη του Τριαδικού Θεού και το οποίο περιλαμβάνει, όπως θα δούμε, τρία στάδια: Α) το στάδιο της εκλογής, Β) της κλήσεως και Γ) αυτό της αποκαλύψεως. 
«Πετώντι καλάμω» και «εν βραχύ ρήματι» ας περάσουμε να δούμε το σχέδιο αυτό για την σωτηρία του ανθρώπου που αφήνει έκπληκτο και αυτόν τον ουράνιο και αγγελικό κόσμο!
Το πρώτο στάδιο της εκλογής μας, της προσωπικής μας δηλ. εκλογής, γίνεται αχρόνως. Έχει πραγματοποιηθεί προ καταβολής κόσμου. Συγκλονιστικό! Ο Θεός μας εκλέγει όχι μόνο πριν ακόμα γεννηθούμε, αλλά πριν ακόμα δημιουργηθούν τα πάντα. Μέσα στην πανσοφία του και στην θεϊκή του αγάπη, μας γνωρίζει πριν ακόμα έρθουμε στην ύπαρξη. Είναι μάλιστα πολύ χαρακτηριστική η περίπτωση του εθνικού μας ποιητού Διονυσίου Σολωμού, που όταν ρωτήθηκε από κάποιον που θέλησε να τον πειράξει με την ερώτηση «και πού ήσουν πριν γεννηθείς»; ο βαθύτατα πιστός ποιητής μας, απάντησε με συγκίνηση αλλά και με ιερό ενθουσιασμό: «Στο νου του Θεού»!
Ναι, ο Θεός γνωρίζει (προγνωρίζει και όχι προορίζει) τις διαθέσεις μας, τους πόθους, τις κλίσεις και την αγάπη μας προς αυτόν και τους αδελφούς μας, μας ευλογεί και μας προικίζει τον καθένα με έκτακτα και ειδικά χαρίσματα, αναλόγως με το έργο το οποίο και θα διακονήσουμε και τελικώς θα εργαστούμε την σωτηρία μας.
Αλήθεια, όταν σε κάποιες ψυχές πέφτει το βαρύ και ζοφερό φορτίο των θλίψεων και των απογοητεύσεων και σκέπτονται, αλλοίμονο, ακόμα και αυτή την αυτοκαταστροφή, πόση ανακούφιση, πόση χαρά και πόση ευλογία θα ελάμβαναν αισθητώς μάλιστα στην φωτισμένη σκέψη ότι είμαστε εκλεγμένοι από τον Θεό προ καταβολής κόσμου, για να ζήσουμε και να κληρονομήσουμε την Βασιλεία Του!
Σύγχρονος άγιος ετόνιζε ότι, όπως ο καλός γεωργός λαμβάνει πρώτα στη χούφτα του τον σπόρο και πριν τον φυτέψει τον μελετά και τον προσέχει και βλέπει για το ποιο χώμα είναι κατάλληλος, σε ποια υγρασία αντέχει και γενικώς σε ποιο κλίμα θα βλαστήσει, και μετά από αυτά τον ρίχνει στη γη , έτσι ακριβώς και  Θεός, έχει προμελετήσει σε ποια χιλιετία, ποιον αιώνα, σε ποια χρονική στιγμή, σε ποιον τόπο και από ποιον θα έρθει στη γη ο άνθρωπος. Έχει προμελετήσει και έχει ορίσει τις κατάλληλες συνθήκες, ώστε να βλαστήσει δια της πίστεως και να γίνει δένδρον ευσκιόφυλλον και κατάκαρπον φέροντας τούς γλυκείς καρπούς του Παναγίου Πνεύματος, δηλ. την αγιότητα.
Πώς λοιπόν να μη συγκινείται ο πιστός όταν συνειδητοποιεί και το αμέσως επόμενο, το δεύτερο δηλ. στάδιο αυτού του θεϊκού σχεδίου, κατά το οποίο, σε κάποια στιγμή της ζωής μας, ο Θεός κάμει τη μεγάλη Του κλήση στις ψυχές μας! Μας καλεί γιατί; Μα για να γίνουμε οι δικοί του, οι αφωσιωμένοι μαθητές. Να γίνουμε όχι απλώς οι θαυμαστές του, αλλά οι γνήσιοι οπαδοί του. Και αυτό, είτε μέσω της κατά φύσιν ζωής του ευλογημένου ορθοδόξου χριστιανικού Γάμου (με ό,τι αυτό συνεπάγεται, δηλ. πολυτεκνία και ευτεκνία), είτε με την μοναδική ουράνια και υπερφυσική ζωή της Παρθενίας και της ολοκληρωτικής αφιερώσεως στην δική του αιωνία αγάπη (και πάλι με ό,τι αυτό συνεπάγεται, δηλ. μαρτύριον αίματος και ισόβιον μαρτύριον συνειδήσεως)! Μας καλεί φυσικά με τρόπους ξεχωριστούς για τον καθένα μας και οποσδήποτε ανεξιχνίαστους! Η ιστορία των αγίων, η οποία και αποτελεί την αντικειμενική παγκόσμια Ιστορία σε τελευταία ανάλυση, αφού «οι άγιοι συνέχουν τον κόσμον», περιέχει συγκλονιστικές περιπτώσεις κλήσεων προς αυτή την αγιότητα η οποία και τελικώς αποτελεί τον δρόμο για να δικαιώσουμε την ταλαίπωρη ύπαρξή μας σ' αυτή την πρόσκαιρη και εν πολλοίς οδυνηρή και μικρή ζωή...
Ακριβώς δε για να πραγματοποιήσουμε το ουράνιο τούτο κάλεσμα, η αγάπη του Θεού μας χαρίζει στην αρχή, πλούσια την Χάρη Του, ώστε να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στην μοναδική μας αυτή αποστολή.
Από 'δω και πέρα αρχίζει πλέον ο δύσκολος, ο ανηφορικός, ο τραχύς αλλά συνάμα τόσο ευλογημένος δρόμος, που μας οδηγεί στην κορυφή. Ξεκινά η οδός του Γολγοθά, αλλά και δρόμος  προς την κορυφή του Θαβώρ. Μέσα στην πορεία αυτή η ψυχή που αγαπά συνειδητά τον Κύριο και μόνο τον Κύριο, η ψυχή που γεμίζει από την ανέκφραστη θεία αγάπη του Ιησού, είναι έτοιμη για τον καθημερινό αγώνα, που σε αρκετές των περιπτώσεων φθάνει έως αίματος. Άλλωστε ο τόπος του συνειδητού πιστού δεν είναι παρά ο Σταυρός! «Δώσε αίμα ίνα λάβεις πνεύμα», κατά τον λόγο των μεγάλων μας οδηγών και προμάχων της πίστεως, των αγίων μας.
Στο στάδιο αυτό ο Ορθόδοξος Χριστιανός, συνειδητοποιεί ότι η ζωή του Χριστού, δεν είναι ένα παιχνίδι για μικρά παιδιά, ούτε ένας κώδικας ευπρεπούς συμπεριφοράς. Ο αγώνας γίνεται πλέον πολυμέτωπος «προς τας αρχάς, προς τας εξουσίας, προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, προς τα πνευματικά της πονηρίας εν τοις επουρανίοις» (Εφεσίους ΣΤ, 12). Συνειδητοποιεί ότι το Ορθόδοξο βίωμα προϋποθέτει έχθρα εναντίον των ξεπεσμένων αγγέλων, του μακράν του Θεού κόσμου και προπαντός εναντίον του κακού εαυτού μας. Είναι ένας αδυσώπητος πόλεμος που ο Κύριος, κάποιες φορές, φαίνεται ότι δεν μας ακούει, αλλά και που στο τέλος, μέσα στο ανέσπερο φως μας λύνει την απορία της σιωπής (άλλωστε στο τέστ, ο καθηγητής δεν επιτρέπεται να μιλάει και να δίνει απαντήσεις) ότι «εδώ ήμουν και έβλεπα τον αγώνα σου»!
Έτσι λοιπόν με τον αγώνα, που διώχνει την ενοχλητική και πειρασμική αγωνία του κόσμου τούτου, φτάνουμε στο τρίτο στάδιο, στο οποίο ο ίδιος ο Κύριος έρχεται και μας αποκαλύπτει τον Εαυτόν Του και το θέλημά Του. Έρχεται και μας αποκαλύπτει τι ακριβώς είναι το Μέγα έλεος! Έρχεται και φωτίζει την ύπαρξή μας με το φως της χάριτος. Με το φως του Ευαγγελίου Του. Συγκαταβαίνει και μας αποκαλύπτει την οδόν την αληθινή η οποία συμπυκνώνεται στην βία κατά του εαυτού μας και ταυτοχρόνως στην αγάπη για όλο τον κόσμο και κυρίως στην αγάπη προς τους εχθρούς.
Αυτή είναι η ζωή του Χριστού. Αυτό ουσιαστικά είναι το κήρυγμα της Εκκλησίας μας. Αυτό εκήρυξαν οι Απόστολοι και αυτή την πραγματικότητα βιώνουν οι Άγιοι και οι Όσιοι της κάθε εποχής.
Αφού λοιπόν γνωρίζουμε την αποκάλυψη του Θεού, όπως αυτή αποθησαυρίζεται και βιώνεται μέσα στο Σώμα του Χριστού, δεν έχουμε αδελφοί μου παρά να συνειδητοποιήσουμε ότι επιτέλους πρέπει να βάλουμε αρχή μετανοίας και να ξεκινήσουμε την ανηφορική οδό της σωτηρίας.
Εάν όντως θέλουμε, δεν μπορεί να μας εμποδίσει απολύτως κανένας. Είναι αποκλειστικά στην προαίρεσή μας και στην ελευθερία μας.
Είθε να δώσει ο Άγιος Θεός να ζούμε την κατά Χριστόν ζωή και δι' αυτής να περάσουμε και στη θριαμβεύουσα εν ουρανοίς Εκκλησία. 
Αμήν

 Αρxιμανδρίτης Ιωήλ Κωνστάνταρος
Κόνιτσα
Email: ioil.konitsa@gmail.com
 
http://anastasiosk.blogspot.gr/2012/12/blog-post_3627.html

Για να γίνουμε θεοί


Σας προξενεί εντύπωση ο τίτλος; Έχετε δίκιο. Αλλά μην τον θεωρήσετε υπερβολικό. Εκφράζει μια μεγάλη, βασική αλήθεια: Ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να κάνει τον άνθρωπο θεόν! “Αὐτός ἐνηνθρώπησεν, ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν”, επαναλαμβάνει συχνά ο Μ. Αθανάσιος, όπως και όλοι οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, παίρνοντας αφορμή από το λόγο του αποστόλου Πέτρου, που έγραψε: Ο Θεός μας καλεί να γίνουμε μέτοχοι “θείας φύσεως” (Β’ Πέτρ. α’ [1] 4).
Ο Κύριός μας δε γεννήθηκε για να μας σώσει απλώς. Δεν ήλθε από τον ουρανό για να μας συμφιλιώσει και πάλι με τον Θεόν, από τον οποίο είχαμε απομακρυνθεί. Ήλθε για κάτι ασύγκριτα ανώτερο. Έγινε άνθρωπος όμοιος με μας, χωρίς όμως να πέσει σε καμιά αμαρτία (Εβρ. δ’ [4] 15), για να μας ανεβάσει στον ουρανό και να μας κάνει θεούς όμοιους μ’ Αυτόν.
Μεγάλος ο λόγος. Αλλά πέρα ως πέρα αληθινός. Όταν τον ακούει η ψυχή, που ποθεί την τελειότητα, σκιρτά, αγάλλεται. Φλέγεται από τον πόθο να πετάξει στον ουρανό, να καθίσει στο θρόνο τον τιμητικό.
Αλλά για να γίνει αυτό, δεν είναι αρκετός ο ενθουσιασμός κι ο πόθος. Χρειάζεται να πιστεύουμε δυνατά στο Σωτήρα μας. Να είμαστε συνεπείς σ’ αυτά που λέμε ότι πιστεύουμε. Και την πίστη μας να την δείχνουμε κάθε ώρα και στιγμή με την αγία ζωή μας πάνω στα πράγματα.
Ο όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης μάς συμβουλεύει στοργικά:
“Εντράπου, αδελφέ, και εις άκρον εντράπου συλλογιζόμενος την υπερβολικήν αχαριστίαν σου, για την οποίαν όχι μόνον δεν ανταπέδωκες αγάπην εις την του Θεού αγάπην ούτε αντέρωτα εις τον έρωτά του ούτε ευγνωμοσύνην εις τας τόσας ευεργεσίας του, καθώς ήτο το δίκαιον, αλλά ανταπέδωκας εις τον Θεόν παρανομώταταις βλάβαις, όθεν και ευχαρίστησαι τον Κύριον, πώς υπέφερεν έως τώρα την τόσην αχαριστίαν σου. Ομολόγησαι, ότι εάν ήσαν ιδικαί σου αι ψυχαί όλων των κτισμάτων, και εάν ήθελες τας θυσιάσεις όλας εις υποταγήν και αγάπην του λυτρωτού σου, πάλιν δεν ήθελες πληρώσει ούτε καν ένα παραμικρόν του χρέους σου”!(*)
Ώστε αν πιστεύεις στον γεννηθέντα Κύριο, πρέπει να τον αγαπάς πάνω και πρώτα απ’ όλα. Η καρδιά σου να φλέγεται από την αγάπη Του. Γι’ Αυτόν να κτυπά. Και γι’ Αυτόν να ζεις. Τίποτε να μη σου είναι τόσο αγαπητό, όσο ο Χριστός.
Η καρδιά σου να είναι η φάτνη, μέσα στην οποία θα κατοικεί Εκείνος. Καθάριζέ την από κάθε τι που την λερώνει. Προσεύχου θερμά να γίνεται κάτοικός της κάθε φορά που κοινωνείς το τίμιο Σώμα του και το Πανάγιο Αίμα του.
Ποθείς να γίνεις θεός; Έχε ζωντανή πίστη και αγάπη θερμή προς το θείο Βρέφος της Βηθλεέμ. Μη κάνεις τίποτε, που δεν είναι σύμφωνο προς το άγιο θέλημά Του. Το ξέρω, θα συναντήσεις δυσκολίες, αλλά μη φοβηθείς. Ο Χριστός, που θα κατοικεί μέσα σου είναι πολύ πιο δυνατός από την αμαρτία, που σου φράσσει το δρόμο προς τον ουρανό. Εφ’ όσον η ψυχή σου φλέγεται από τον πόθο να γίνεις θεός, ο Χριστός μας θα σε ενδυναμώνει με τη χάρη του, ώστε να το πετύχεις.
____________
(*)ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ του ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Γυμνάσματα Πνευματικά, σελ. 148.
Διασκευασμένο απόσπασμα από το βιβλίο “Στις γιορτές της Ορθοδοξίας”
του Νικολάου Π. Βασιλειάδη

http://www.pentapostagma.gr/2012/12/blog-post_2448.html


Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2012

Χριστουγεννιάτικη αγρυπνία στα Καρούλια



 
π.Χερουβείμ Καράμπελα *

Μεταξύ των άλλων, ο Γέροντάς μας είχε και μία ευλογημένη συνήθεια.Κατά διαστήματα, έστελνε μία μικρή παρηγοριά στους ερημίτες…Είχε περάσει αρκετός καιρός από τότε που κοινοβίασα στην καλύβη μας, όταν μία μέρα-προπαραμονή Χριστουγέννων-όπως θυμάμαι-με κάλεσε ο Γέροντας για ν΄αναθέσει και σε μένα την ευλογημένη αυτή διακονία. Ασφαλώς με την απόφασή του αυτή, απέβλεπε και στην πνευματική μου,όπως πάντα ωφέλεια….Έβαλα μετάνοια στον Γέροντα φορτώθηκα τον ντορβά μου, πήρα το ραβδί και ξεκίνησα για τα Καρούλια…….Πέρασα από πολλούς ασκητές, την ζωή των οποίων χαρακτήριζε η συνέπεια.Ήσαν πραγματικοί μοναχοί,πραγματικοί ασκητές.Μεταξύ αυτών ο γέρων Νείλος,ηλικιωμένος Ρώσος ησυχαστής,που δεν γνώριζε καθόλου ελληνικά και ο επίσης ρώσος ιερομόναχος Παρθένιος.
Το πρόγραμμά μου άλλαξε, όταν ο πνευματικός μου επέμενε να παραμείνω στην αγρυπνία των Χριστουγέννων και στην πανήγυρη της καλύβης τους, αφού το παρεκκλήσιό τους ήταν αφιερωμένο στην Γέννηση του Χριστού.  Ο Γέροντάς μου άλλωστε είχε δώσει ευλογία για κάτι τέτοιο.
Την άλλη μέρα, μαζί με τον υποτακτικό του πνευματικού μου, π. Συμεών, κάναμε μια σχετική καθαριότητα της καλύβης, με αφορμή την πανήγυρη.  Αργά το απόγευμα άρχισαν να έρχονται οι γύρω ασκητές, για να γιορτάσουμε όλοι μαζί τα Χριστούγεννα.
Καθισμένος σ’ ένα μικρό εξώστη, έβλεπα τους ερημίτες, που κατέβαιναν από τα βράχια, άλλοι από τις κρεμαστές σκάλες και άλλοι από τις αλυσίδες, ο ένας πίσω από τον άλλον’ αξέχαστο θέαμα! Νέοι, μεσήλικες, γεροντάκια, αποτελούσαν μια χρυσή, ζωντανή αλυσίδα πανηγυριστών’ με τους παλιούς, λερωμένους ντορβάδες στην πλάτη, με  ζωστικά και ράσα χιλιομπαλωμένα. Το πρόσωπό τους είχε μια σεμνή, σοβαρή έκφρασι. Χαιρετούσαν ένας-ένας με βαθειά υπόκλιση κι έπαιρναν την θέση τους στο μικρό παρεκκλήσιο της Γεννήσεως του Κυρίου.
«Αυτοί οι άνθρωποι, ο εκλεκτός του Κυρίου λαός, τα αγαπημένα παιδιά του Θεού, είναι εκείνοι που θα λάβουν μέρος στην αποψινή αγρυπνία», μονολογούσα.
Σήμανε μια μικρή καμπάνα και άρχισε η αγρυπνία. Το κρύο ήταν τσουχτερό. Όλοι  ήσαν σφιχτά  τυλιγμένοι στα πτωχικά τους ράσα. Το κουκούλιο δεν κάλυπτε απλώς το κεφάλι, αλλά το είχαν κατεβασμένο, όσο γινόταν πιο χαμηλά. Μερικοί, όπως ο γέρων Βαρθολομαίος και ο πνευματικός μου, ήξεραν καλά μουσικά. Ένας από τους νεότερους ανέλαβε διαβαστής.  Δυο-τρία καντηλάκια κι ένας πτωχός πολυέλεος με αγνό κερί φώτιζαν γλυκά το σκοτάδι. Όλα απλά, απέριττα, ασκητικά.
Ένοιωθα τον εαυτό μου ξένο και αταίριαστο σ’ εκείνο το πεντακάθαρο περιβάλλον. Εγώ ήμουν άνθρωπος με πολλές αδυναμίες και αμαρτίες, τις οποίες προ καιρού είχα αποθέσει στα πόδια του πνευματικού μου, κατά την πρώτη μου εξομολόγηση. Δεν ήμουν όμως ένας ξένος αδιάφορος για ό,τι συνέβαινε γύρω μου. Διψούσα να μάθω περισσότερα πράγματα για τους ασκητές: πώς αγρυπνούν, πώς προσεύχονται, πώς κοινωνούν.
Το άγιο βήμα του μικρού ναού ήταν σφηνωμένο μέσα στον βράχο. Ο κυρίως ναός εξείχε από την κοιλότητα του βράχου κι έφτανε μέχρι το άκρο μιας πεζούλας, από την οποία έβλεπες, κατακόρυφα σχεδόν, την θάλασσα. Καθώς η αγρυπνία προχωρούσε, το κρύο γινόταν ολοένα και πιο αισθητό. Ο άνεμος σφύριζε, τα κύματα βογγούσαν κτυπώντας αλύπητα τα βράχια. Η θάλασσα έμοιαζε μ’ ένα αεικίνητο, αδάμαστο θηρίο….
Η ακόλουθη σκηνή θα μείνει ανεξίτηλη στην μνήμη μου : Ένας λευκογένης ασκητής, πολύ ηλικιωμένος, δεν φορούσε παπούτσια. Κρύωνε υπερβολικά και είχε τυλίξει τα πόδια του με τσουβάλια. Κάποια στιγμή πλησίασε στην υποτυπώδη θερμάστρα, που υπήρχε εκεί, και προσπαθούσε να θερμάνει τα κοκκαλιασμένα  πόδια του. Μένοντας όμως εκεί για αρκετή ώρα, απορροφημένος στην προσευχή, χωρίς να το αντιληφθεί, τα τσουβάλια πύρωσαν, άρπαξαν φωτιά και άρχισαν να καίγονται!  Οι νεότεροι τρέξαμε αμέσως και σβήσαμε την φωτιά. Ευτυχώς τα πόδια του γέροντα δεν έπαθαν εγκαύματα.
Εκτός από εμάς που τρέξαμε αμέσως, για να τον βοηθήσουμε, οι άλλοι πατέρες δεν έκαναν καμία κίνηση. Ίσως και να μην αντιλήφθηκαν καν το γεγονός. Αφοσιωμένοι στην λατρεία του Θεού, συνέχιζαν την αγρυπνία με το κεφάλι σκυμμένο στο στήθος και με το κομποσχοίνι στο χέρι, που δούλευε ακούραστα…..
Τελείωσε ο όρθρος και άρχισε η θεία Λειτουργία. Η ώρα πλησίαζε. Ο Κύριος εγγύς. Πολλά μάτια τα έβλεπα να Τον υποδέχονται με δακρύρροη κατάνυξη. Μερικοί ήταν σκυμμένοι τόσο βαθειά, ώστε δεν έβλεπες το πρόσωπό τους.
- «Πρόσχωμεν! Τα άγια τοις αγίοις», ακούστηκε σε λίγο η φωνή του λειτουργού.
Από την ώρα εκείνη οι πατέρες, ένας-ένας, κατά σειρά αρχαιότητας, άρχισαν να βάζουν την καθιερωμένη μετάνοια της συγγνώμης προς τον Θεό και προς τους παρόντες αδελφούς. Στο «Μετά φόβου» πλησίασαν, ο ένας πίσω από τον άλλον, για να λάβουν τον ουράνιο Μαργαρίτη.
Ευχαρίστησα ολόθερμα τον Κύριο για την πολύτιμη αυτή ευκαιρία, να δω και να απολαύσω πώς κοινωνούν οι ασκητές. Ήταν ένα θέαμα μοναδικό. Τέλος προσήλθα κι εγώ σαν «δούλος» κι όχι σαν «υιός» όπως οι πατέρες.
Η ουράνια εκείνη μυσταγωγία σε λίγο είχε τελειώσει. Κατόπιν προσφέρθηκε και καφές. Ενώ διακονούσα στο κέρασμα, πρόσεχα και θαύμαζα τους ασκητές, με την διάθεση του αρχαρίου. Θαύμαζα την τάξη που είχαν οι κινήσεις τους, τις συζητήσεις, γενικά την συμπεριφορά τους. Πράγματι, σκεφτόμουν, η έρημος δεν δημιουργεί μόνο αγίους, αλλά και σταθερά πειθαρχημένους και ολοκληρωμένους ανθρώπους.
Ακολούθησε η τράπεζα. Λίγο ρύζι, και βακαλάος, που είχε στείλει η συνοδεία μας, ήταν το πανηγυρικό χριστουγεννιάτικο φαγητό. Οι ασκητές έτρωγαν σιωπηλοί και άκουγαν την ανάγνωση.
Ο νους τους ήταν δοσμένος στον λόγο του Θεού και την προσευχή, όχι στο φαγητό. Κανείς δεν σήκωνε το κεφάλι να κοιτάξει δεξιά ή αριστερά. Καθένας που τελείωνε, περίμενε υπομονετικά με το βλέμμα στραμμένο στο στήθος. Ποιος ξέρει πόσο καιρό είχαν να γευτούν βακαλάο!
Μετά την τράπεζα, η ευλογημένη εκείνη ομήγυρη διαλύθηκε. Δεν αξιώθηκα να παρευρεθώ και άλλη φορά σε παρόμοια ασκητική πανηγυρική σύναξη. Η ευκαιρία αυτή όμως έγινε αφορμή, να επισκέπτομαι πιο τακτικά τα Καρούλια. Αργότερα μάλιστα έμεινα εκεί για ένα εξάμηνο. Ήταν μια περίοδος πνευματικού αναβαπτισμού. Αληθινό θείο δώρο!
*Διήγηση του Αρχιμανδρίτη Χερουβείμ Καράμπελα δημοσιευμένη στο βιβλίο του 
ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ, ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ 
Έκδοση Ι. Μ. Παρακλήτου 1991

πηγή

 http://trelogiannis.blogspot.gr/2012/12/blog-post_9503.html

Ταπείνωση καί ἀνιδιοτέλεια.

Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ

 

  1. Ταπείνωση καί ἀνιδιοτέλεια.

Γιά νά μᾶς ἀγαπήσει ὁ Χριστός, δίδασκε ὁ Γέροντας, πρέπει νά ἔχουμε ταπείνωση καί ἀνιδιοτέλεια. Τότε μᾶς φανερώνεται. 
Ἔλεγε : «Τόν Χριστό δέν θά μπορέσουμε νά Τόν γνωρίσομε, ἀν Ἐκεῖνος δέν μᾶς γνωρίσει. Δέν μπορῶ νά τά ἐξηγήσω ἀκριβῶς αὐτά, εἶναι μυστήρια. Ἀκοῦστε τόν Ἀπόστολο Παῦλο: «Νῦν δέ γνόντες Θεόν, μᾶλλον δέ γνωσθέντες ὑπό Θεοῦ» (Γαλ. 4, 9). 
Οὔτε μποροῦμε νά Τόν ἀγαπήσομε, ἄν ὁ ἴδιος δέν μᾶς ἀγαπήσει. 
 Ὁ Χριστός δέν θά μᾶς ἀγαπήσει, ἅμα ἐμεῖς δέν εἴμαστε ἄξιοι νά μᾶς ἀγαπήσει. 
Γιά νά μᾶς ἀγαπήσει, πρέπει νά βρεῖ μέσα μας κάτι τό ἰδιαίτερο. Θέλεις, ζητάεις, προσπαθεῖς, παρακαλεῖς, δέν παίρνεις ὅμως τίποτα.
Ἑτοιμάζεσαι ν' ἀποκτήσεις ἐκεῖνα πού θέλει ὁ Χριστός, γιά νά ἔλθει μέσα σου ἡ θεία χάρις, ἀλλά δέν μπορεῖ νά μπεῖ, ὅταν δέν ὑπάρχει ἐκεῖνο πού πρέπει νά ἔχει ὁ ἄνθρωπος. 
Ποιό εἶναι αὐτό; 
Εἶναι ἡ ταπείνωση. Ἄν δέν ὑπάρχει ταπείνωση, δέν μποροῦμε ν' ἀγαπήσομε τόν Χριστό. Ταπείνωση καί ἀνιδιοτέλεια στή λατρεία τοῦ Θεοῦ. «Μή γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου» (Ματθ. 6, 3).

Κανείς νά μή σᾶς βλέπει, κανείς νά μήν καταλαβαίνει τίς κινήσεις τῆς λατρείας σας πρός τό θεῖον. Ὅλ' αὐτά κρυφά, μυστικά, σάν τούς ἀσκητές. 
Θυμᾶστε πού σᾶς ἔχω πεῖ γιά τ' ἀηδονάκι; Μές στό δάσος κελαηδάει. Στή σιγή. Νά πεῖς πώς κάποιος τ' ἀκούει, πώς κάποιος τό ἐπαινεῖ; Κανείς. Πόσο ὡραῖο κελάηδημα μές στήν ἐρημιά! Ἔχετε δεῖ πῶς φουσκώνει ὁ λάρυγγάς του; 
Ἔτσι γίνεται καί μ' αὐτόν πού ἐρωτεύεται τόν Χριστό. Ἅμα ἀγαπάει, «φουσκώνει ὁ λάρυγγας, παθαίνει, μαλλιάζει ἡ γλώσσα». 
 Πιάνει μιά σπηλιά, ἕνα λαγκάδι καί ζεῖ τόν Θεό μυστικά, «στεναγμοῖς ἀλαλήτοις» (Ρωμ. 17, 28). Σημεῖον ὅτι ζεῖ τόν Θεό, «ἐν ὧ τά πάντα ζῇ καί κινεῖται» (Α΄ ἀντίφωνον ἀναβαθμῶν Ὄρθρου Κυριακῆς γ' ἤχου)· διότι «ἐν αὐτῷ ζῶμεν καί κινούμεθα καί ἐσμέν» (Πραξ. 17, 28). 
 Ἔ, ὅταν φθάσεις σέ μία τέτοια ταπείνωση κι ἐξαναγκάσεις τήν χάρι τοῦ Θεοῦ νά κατοικήσει μέσα σου, τότε τά κέρδισες ὅλα. 
Ὅταν ἔχεις τήν ταπείνωση, ὅταν γίνεις αἰχμάλωτος τοῦ Θεοῦ, αἰχμάλωτος μέ τήν καλή ἔννοια, δηλαδή δοχεῖο τῆς θείας χάριτος, τότε μπορεῖς νά πεῖς μέ τόν Ἀπόστολο Παῦλο: 
«Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός»1.
  1. Ταπείνωση

«Μάθετε ἀπ΄ ἐμοῦ͵ ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ͵ καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν»2εἶπε ὀ Κύριος.
 Ἡ ταπείνωση εἶναι ἡ ὁδός γιά τήν ἀληθινή θεραπεία καί τήν ἀληθινή ἀνάπαυση. 
Ἡ πραότητα καί ἡ ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ ὅταν βιωθοῦν ἀπό τόν σύγχρονο, ἄρρωστο, ἀνειρήνευτο καί γεμάτο ἄγχος, φοβίες καί ἀνασφάλειες ἄνθρωπο, τόν ἀναπαύουν, τόν ξεκουράζουν, τόν ἀνακουφίζουν, τόν καθιστοῦν ὑγιῆ, ἀληθινά μακάριο. Ἡ ταπείνωση εἶναι ἡ ὁδός γιά τήν ἀλήθεια. 
Ὁ ἐγωισμός μπερδεύει τόν ἄνθρωπο καί τόν ὁδηγεῖ στίς αἱρέσεις. 
Ὁ ἄνθρωπος πού δέν βρῆκε τήν ἀλήθεια δηλ. τήν ταπεινοφροσύνη καί τήν ταπείνωση, μοιάζει μέ τόν ἄνθρωπο τῶν σπηλαίων διότι ζεῖ στό ὑπαρξιακό σκοτάδι. 
Ἄν δέν ταπεινωθεῖ ὁ ἄνθρωπος, δέν μπορεῖ νά μετανοήσει· ἑπομένως δέν μπορεῖ καί νά σωθεῖ, διότι ἡ ἀμετανοησία εἶναι ἡ «βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», γιά τήν ὁποία ὁ Κύριος εἶπε ὅτι δέν συγχωρεῖται3.
Ἔλεγε ὁ Γέροντας: «Ἡ κυριότερη προϋπόθεση , γιά νά ἀντιληφθεῖ καί νά διακρίνει ὁ ἄνθρωπος τήν ἀλήθεια, εἶναι ἡ ταπείνωση. 
Ὁ ἐγωισμός σκοτίζει τό νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, τόν μπερδεύει, τόν ὁδηγεῖ στήν πλάνη, στήν αἵρεση. 
Εἶναι σπουδαῖο νά κατανοήσει ὁ ἄνθρωπος τήν ἀλήθεια. 
Παλαιά οἱ ἄνθρωποι, πού ἦταν σέ μία κατάσταση πρωτόγονη, δέν εἶχαν οὔτε σπίτια οὔτε τίποτα. Μπαίνανε μές στίς σπηλιές χωρίς παράθυρα, κλείνανε καί τήν εἴσοδο μπροστά μέ πέτρες καί μέ κλαδιά, ὥστε νά μήν μπαίνει ὁ ἀέρας. Δέν καταλάβαιναν ὅτι ἔξω ὑπάρχει ἡ ζωή, τό ὀξυγόνο. Μές στή σπηλιά ὁ ἄνθρωπος φθείρεται, ἀρρωσταίνει, καταστρέφεται, ἐνῶ ἔξω ζωογονεῖται. Μπορεῖς νά καταλάβεις τήν ἀλήθεια; 
Τότε εἶσαι στόν ἥλιο, στό φῶς, βλέπεις ὅλα τά μεγαλεῖα· ἀλλιῶς εἶσαι σέ μιά σπηλιά σκοτεινή»4.
Ταπείνωση εἶναι ἡ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στόν Θεό. 
Ὁ ταπεινός δέν ταράζεται ποτέ ἀλλά τά δέχεται ὅλα μέ εὐχαριστία. 
  Ἡ τέλεια ἐμπιστοσύνη στόν Θεό ταυτίζεται μέ τήν ταπείνωση. Ἔλεγε ὁ Γέροντας:
«Ἡ τελεία ἐμπιστοσύνη στά χέρια τοῦ Θεοῦ- αὐτή εἶναι ἡ ἁγία ταπείνωση. 
Ἡ τέλεια ὑπακοή στόν Θεό χωρίς ἀντίρρηση, χωρίς ἀντίδραση, ἔστω κι ἄν ὁρισμένα πράγματα φαίνονται δύσκολα καί παράλογα. 
Τό ἄφημα στά χέρια τοῦ Θεοῦ. 
Αὐτό πού λέμε στήν Θεία Λειτουργία τά λεγει ὅλα: «πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα»5.
Τό ἴδιο καί ἡ εὐχή πού λέγεται μυστικά ἀπ' τόν ἱερέα: «Σοί παρακατιθέμεθα τήν ζωήν ἡμῶν ἅπασαν καί τήν ἐλπίδα, Δέσποτα φιλάνθρωπε, καί παρακαλοῦμέν Σε καί δεόμεθα καί ἱκετεύομεν...»6
Σ' Ἐσένα, Κύριε, τά ἀφήνομε ὅλα. Αὐτή εἶναι ἡ ἐμπιστοσύνη στόν Θεό. Αὐτή εἶναι ἡ ἁγία ταπείνωση. Αὐτή μεταμορφώνει τόν ἄνθρωπο. Τόν καθιστᾶ θεάνθρωπο»7.
Ὁ ταπεινός καί ὁ ἀγαπῶν γίνεται ἀληθινά ἐλεύθερος. 
Ἡ πολλή στενοχώρια γιά τό κάθε τί πηγάζει ἀπό τόν πολύ ἐγωισμό.  
Ὁ Γέροντας τόνιζε ὅτι ἀληθινά ἐλεύθερος εἶναι ὁ ταπεινός καί ὁ ἔχων ἀγάπη. 
Ἔλεγε: «Ὅταν ὑπάρχει ταπείνωση δέν ὑπάρχει κατάθλιψη. 
Ὁ ἐγωιστής στενοχωριέται πολύ μέ τό καθετί. Ὁ ταπεινός εἶναι ἐλεύθερος καί ἀνεξάρτητος ἀπ' ὅλους κι ἀπ' ὅλα. Αὐτό γίνεται μόνο μέ τήν ἕνωση μέ τόν Χριστό. 
Ὅλες οἱ αἰσθήσεις νά λειτουργοῦν σύμφωνα μέ τόν νόμο τοῦ Κυρίου. Νά εἶστε ἕτοιμοι νά κενωθεῖτε στόν ὁποιονδήποτε. Αὐτό εἶναι ἐλευθερία. Ὅπου ἀγάπη, ἐκεῖ ἐλευθερία
Ζώντας μέσα στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ζεῖτε μέσα στήν ἐλευθερία»8.
Μέ τήν ἁγία ταπείνωση, ἔλεγε ὁ Γέροντας, ζοῦμε τόν Θεό καί τά μυστήριά Του, τήν θεία Του Πρόνοια, τήν πανταχοῦ παρουσία Του.  
Ὁ Θεός μας, κατά τήν ἔκφρασή τοῦ Γέροντα, εἶναι πολύ Ταπεινός καί Μυστικός. Στούς φίλους Του πού εἶναι ταπεινοί καί μυστικοί ἀποκαλύπτει τόν Ἑαυτό Του, καθώς καί τά μυστικά Του. 
Ἡ ζωή τῶν ταπεινῶν εἶναι ἕνα συνεχές μυστικό πανηγύρι χαρᾶς καί μακαριότητος. 
Ὁ Κύριος ὡς «Θεός ἐν μέσῳ Θεῶν»9 τρυφᾷ «μετά τῶν υἱῶν τῶν ἀνθρώπων». 
Ὁ Γέροντας, μιλώντας γιά τή χριστιανική ζωή, ἔλεγε αὐτό ποῦ ζοῦσε:  
«Εἶναι μία πανήγυρις (ἐνν. ἡ χριστιανική ζωή) καί τό κέντρο ὅλης τῆς χαρᾶς εἶναι τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. 
Τί εἶναι ἀκριβῶς, δέν μποροῦμε στό βάθος νά τό καταλάβομε, διότι ὁ Θεός εἶναι πολύ μυστικός, ἀλλά ὑπάρχει παντοῦ. 
Θεό ζοῦμε, Θεό ἀναπνέομε, ἀλλά δέν μποροῦμε νά αἰσθανθοῦμε τό μεγαλεῖο Του, τήν πρόνοιά Του. Συχνά κρύβει τίς ἐνέργειες τῆς θείας Του προνοίας. 
Ὅταν ὅμως ἀποκτήσομε τήν ἁγία ταπείνωση, τότε τά βλέπομε ὅλα κι ὅλα τά ζοῦμε· ζοῦμε τόν Θεό ὁλοφάνερα κι αἰσθανόμαστε τά μυστήριά Του. 
Τότε πιά ἀρχίζομε νά Τόν ἀγαπᾶμε. Κι αὐτό εἶναι κάτι πού τό ζητάει Ἐκεῖνος. 
Εἶναι τό πρῶτο πού ζητάει γιά τή δική μας εὐτυχία, ὅπως λέει: 
«Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καί ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καί ἐν ὅλῃ τῇ διάνοίᾳ σου· αὕτη ἐστί πρώτη καί μεγάλη ἐντολή» (Ματθ. 22, 37-38)»10
 
1 Ὅ. π. σελ. 238-239.
2 Ματθ. 11, 29.
3Μαρκ. 3, 28-29: «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι πάντα ἀφεθήσεται τοῖς υἱοῖς τῶν ἀνθρώπων͵ τὰ ἁμαρτήματα καὶ αἱ βλασφημίαι ὅσα ἐὰν βλασφημήσωσιν· ὃς δ΄ ἂν βλασφημήσῃ εἰς τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον οὐκ ἔχει ἄφεσιν εἰς τὸν αἰῶνα͵ ἀλλὰ ἔνοχός ἐστιν αἰωνίου ἁμαρτήματος».
4 Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, σελ. 211 (Β΄ἔκδοση). 
5 Μικρά καί Μεγάλη Συναπτή, καταληκτήριος προτροπή.
6 Θεία Λειτουργία Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, εὐχή πρό τῆς Κυριακῆς Προσευχῆς.
7 Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, σελ. 319
8 Ὅ. π. σελ. 308.
9 Πρβλ. Ἁγ. Γρηγορίου Θεολόγου, ΤL G, Work #048 36.365.17 «ἐκλάμψουσιν οἱ δίκαιοι ὡς ὁ ἥλιος͵ ὧν ἵσταται ὁ Θεὸς ἐν μέσῳ͵ θεῶν ὄντων καὶ βασι λέων͵ διαστέλλων καὶ διαιρῶν τὰς ἀξίας τῆς ἐκεῖθεν μακαριότητος».
10 Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, σελ. 241.

Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης


Ἀπόσπασμα ἀπό τή μελέτη: Ἡ ἀνθρωπολογία τοῦ Γέροντος Πορφυρίου τοῦ Ἁγιορείτου


Πηγή εἰκόνας: Ἱ. Ἡσ. Ἀνάστασις Χριστοῦ-Ἐμμαούς, Ἅγ. Βασίλειος Λαγκαδᾶ.
 
http://hristospanagia3.blogspot.gr

Θυμίαμα - Μοσχοθυμίαμα - Λιβάνι. Ένα βιοποριστικό εργόχειρο Αγιορειτών κελλιωτών.



Ἀρωματικὴ ῥητινώδης ὕλη  ῥευστὴ ἤ ἀποξηραμένη. Μοιάζει πολὺ μὲ τὸ ῥετσίνι τοῦ Πεύκου ἤ τοῦ Κυπαρισσιοῦ καὶ εἶναι σκληρὸ ὅπως ἡ Μαστίχα τῆς Χίου. Τρέχει μὲ χάραγμα ἀπὸ τὸ δένδρο Λίβανος ἤ Βοσβελία ἡ καρτερείου.
.......Τὸ δένδρο αὐτὸ βρίσκεται στὶς χῶρες Ἀραβία, Αἰθιοπία, Σουδάν, Σομαλία καὶ Ἰνδία. Εἶναι πολὺ ψηλὸ καὶ πυκνόφυλλο.
.......Τὸ λιβάνι ἀπὸ πολὺ νωρὶς χρησιμοποιήθηκε γιὰ τὴν Λατρεία τοῦ Θεοῦ ὄχι μόνον στὸ Χριστιανισμό, ἀλλὰ καὶ στὴν Ἑβραϊκή Θρησκεία. Τὸ βλέπουμε νὰ ἀναφέρεται ὡς θυμίαμα στὸ ἀνάγνωσμα τῆς ἀναγγελίας τῆς γεννήσεως τοῦ Τιμίου Προδρόμου, τὸ ὁποῖο διηγεῖται ὅτι κατὰ τὴν ὥρα τοῦ θυμιάματος ἐμφανίσθηκε στὸν Προφήτη Ζαχαρία ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ.

Τὸ ὅτι ἦταν σπάνιο εἶδος τὸ συμπεραίνουμε ἀπὸ τὸ ὅτι οἱ τρεῖς Μάγοι προσέφεραν καὶ αὐτὸ ὡς πολύτιμο εἶδος, μαζὶ μὲ τὴν σμύρνα καὶ τὸν χρυσό.
.......Στὴ θεία Λατρεία χρησιμοποιεῖται πολύ. Στὸν Ὄρθρο, στὴ Θ. Λειτουργία καὶ στὸν Ἑσπερινό, τόσο ἐντὸς τοῦ Ἁγίου Βήματος ὅσο καὶ ἔξω, ἀλλὰ καὶ στὰ ἄλλα Μυστήρια καὶ τὶς τελετὲς τῆς Ἐκκλησίας μας.
.......Ἡ χρήση του ὅμως δὲν περιορίζεται μόνο μέσα στὴν Ἐκκλησία. Τὸ θυμίαμα χρησιμοποιεῖται καὶ γιὰ τὶς λατρευτικὲς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων στὰ σπίτια τους.
.......Οἱ παλαιότεροι τὸ εἶχαν παράδοση πρωῒ καὶ βράδυ νὰ θυμιάζουν γιὰ νὰ φεύγουν τὰ δαιμόνια, ἀφοῦ πρῶτα ἄναβαν τὸ καντῆλι. Ἦταν ἀπαραίτητο τὸ θυμιάτισμα καὶ γιὰ εὐλογία, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς ἀρρώστιες. Ἦταν καὶ εἶναι φάρμακο γιὰ τὸν Ὀρθόδοξο Χριστιανό.

Ὁ συμβολισμός του εἶναι ὅτι, ὅπως τὸ θυμίαμα εὐφραίνει τὸν Θεό, ἔτσι καὶ ἡ προσευχή μας πρέπει νὰ εὐχαριστῇ τὸν Θεό. Ἐξ ἄλλου πάντοτε καὶ τώρα τὸ θυμίαμα ἔχει καὶ τὴν ἔννοια τῆς θυσίας. Μαζὶ μὲ τὸ κερὶ ἀποτελοῦν τὰ ἀγαπημένα ἁγιωτικὰ τοῦ κόσμου. Διότι ἡ εὐωδία του μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἤ στὸ σπίτι ἐπαναφέρει τὸν ἄνθρωπο στὴν σκέψη τοῦ Θεοῦ.
.......Ποιὸς δὲν θὰ ἀναρωτηθῆ, ὅταν στὸν δρόμο μυρίση λιβάνι, ὅτι κάτι γίνεται κάπου ἐκεῖ;

Ἐπίσης στὴν Ἐκκλησία, ὅταν πηγαίνουμε πρόσφορο, εἶναι ἀπαραίτητο τὸ λιβάνι καὶ τὸ κερί. Τὰ τρία μαζὶ ἀποτελοῦν τὴν τέλεια προσφορὰ πρὸς τὸν Θεό, γι’ αὐτὸ καὶ οἱ πιστοὶ τὰ προσφέρουν μαζὶ μὲ τὰ ὀνόματα ζώντων καὶ κεκοιμημένων γιὰ μνημόσυνο. Βλέπουμε λοιπὸν ὅτι εἶναι τὸ θυμίαμα ἕνα ἀπὸ τὰ τρία στοιχεῖα τὰ ὁποῖα δίδονται ὡς προσφορὰ καὶ προσευχὴ στὸ Θεὸ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους.
.......Στὴν πρωτογενή του μορφὴ σήμερα δὲν χρησιμοποιεῖται πλέον, διότι ἡ μυρωδιά του δὲν εἶναι καὶ τόσο ἀρεστὴ στοὺς ἀνθρώπους. Παλαιότερα ὅμως χρησιμοποιεῖτο εὐρύτατα, λόγῳ τοῦ ὅτι ἡ ἀνάμειξή του μὲ ἀρώματα ἦταν σπάνια καὶ μόνον στὸ Ἅγιον Ὄρος συνηθιζόταν.
.......Στὸ Ἅγιον Ὄρος ἡ κατασκευὴ τοῦ Μοσχοθυμιάματος εἶναι μία ἐργασία ἡ ὁποία ἁρμόζει στοὺς Μοναχούς, ἰδίως στοὺς Κελλιῶτες καὶ ἀσκητές, ποὺ τὸ ἔχουν ὡς ἐργόχειρο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ζοῦν.

Ἡ κατασκευή του εἶναι κοπιαστικὴ διότι, μέχρι νὰ φτάσῃ στὴν τελική του μορφή, περνᾶ ἀπὸ πολλὰ στάδια, στὰ ὁποῖα ἡ ἀνθρώπινη ἐπέμβαση εἶναι ἀναγκαία.
.......Τὸ τρίψιμο τῆς πρώτης ὕλης, τὸ ζύμωμα μὲ τὸ ἄρωμα, τὸ πλάσιμο, τὸ κόψιμο, τὸ ἀνακάτεμα μὲ τὴν μαγνησία, τὸ ἅπλωμα, τὸ στέγνωμα, τὸ κοσκίνισμα καὶ ἡ τοποθέτησή του σὲ κουτιά, ὅλα ἀπαιτοῦν τὴν ἀνθρώπινη παρουσία.
.......Καὶ ὅλα αὐτὰ μὲ προσευχή, διότι τὸ θυμίαμα χρησιμοποιεῖται γιὰ τὴν θεία λατρεία, ἀλλὰ καὶ μὲ πολλὴ ἐπιμέλεια καὶ προσοχή, διότι πρέπει καὶ στὸ σχῆμα νὰ βγαίνει σωστό.
.......Ἐπίσης καὶ ἡ ὡραία ἐμφάνιση καὶ συσκευασία εἶναι κάτι ποὺ προσδίδει σ’ αὐτὸ τὴν πρέπουσα θέση.

Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ στὴν Μικρὴ Ἁγία Ἄννα ἡ Ἀδελφότης Ὑμνογράφου καλλιεργεῖ αὐτὸ τὸ ἐργόχειρο καὶ κατασκευάζει πολύ καλὸ καὶ εὐωδιαστὸ Μοσχοθυμίαμα. Οἱ Πατέρες μὲ περίσσια εὐλάβεια διαλέγουν τὴν πρώτη ὕλη, ὥστε νὰ εἶναι καθαρὴ καὶ ὄχι ἀνάμεικτη, κάτι ποὺ παίζει τὸν πρωταρχικὸ ῥόλο στὴν κατασκευή· ἐρευνοῦν ἐξαντλητικὰ ἐπίσης γιὰ τὴν εὕρεση σωστῶν ἀρωμάτων. Ἀκόμη καὶ τὴν  μαγνησία, τὴν ἀντικολλητικὴ αὐτὴ ἄσπρη σκόνη ποὺ εἶναι πανάλαφρη, τὴν διαλέγουν.
.......Ἔτσι μὲ πολὺ μεράκι ἐπιμελοῦνται τὸ θυμίαμα, δίνοντας ἔμφαση καὶ στὴ συσκευασία, γι’αὐτὸ τὸ  παραγόμενο μοσχοθυμίαμα ἔχει ἐπιβληθεῖ γιὰ τὴν ποιότητα του καὶ τὴν ἐμφάνισή  του σ’ αὐτοὺς ποὺ τὸ ζητοῦν.

πηγή 
 http://trelogiannis.blogspot.gr/2012/12/blog-post_29.html