Έλπίς μου ὁ Πατήρ, καταφυγή μου ὁ Υἱός, Σκέπη μου τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Τριὰς Ἁγία, δόξα Σοι.

Δεῦτε ἀπὸ θέας Γυναῖκες εὐαγγελίστριαι, καὶ τῇ Σιὼν εἴπατε· Δέχου παρ΄ ἡμῶν Χαρᾶς Εὐαγγέλια, Τῆς Ἀναστάσεως Χριστοῦ. Τέρπου, χόρευε, καὶ ἀγάλλου Ἱερουσαλήμ, τὸν Βασιλέα Χριστόν, θεασαμένη ἐκ τοῦ μνήματος, ὡς Νυμφίον προερχόμενον.


Κυριακή 30 Μαρτίου 2014

Ἱκανοποίηση θείας δικαιοσύνης; Ι΄

ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
Ἱκανοποίηση θείας δικαιοσύνης; Ι΄
Αναπτύξαμε στό προηγούμενο άρθρο μας τήν έννοια τής όργής τοϋ Θεοϋ και τονίσαμε ότι αύτή είναι έμφανέστατη όχι μόνο στήν Παλαιά Διαθήκη άλλά και στήν Καινή και σέ όλη τή μακραίωνη πατερική παράδοση.


Στό τέλος αύτοϋ τοϋ άρθρου σημειώ­σαμε πώς και ή όργή τοϋ Θεοϋ στήν ούσία είναι έκδήλωση τής άγάπης Του. Αύτό τό στοιχείο είναι πολύ σημαντικό και θά τό πραγματευθοϋμε άναλυτικότερα στό παρόν άρθρο.
Ή τιμωρητική όργή τοϋ Θεοϋ είναι έκ­δήλωση τής άγάπης Του, πρωτίστως δι­ότι άποσκοπεΐ στή μετάνοια τών άμαρτωλών. 'Εκδηλώνεται τιμωρητικώς πρός αύτούς, «ίνα ποθήσουσι τόν Θεόν, οΰ καταπεφρονήκασιν»· γιά νά ποθήσουν τόν Θεό, τόν Όποιο έχουν περιφρονήσει1. «'Οργίζεται» και «τιμωρεί» ό Θεός, γιά νά φέρει σέ συναίσθηση τόν άμαρτωλό και νά τόν οδηγήσει σέ μετάνοια και άλλαγή ζωής. Νά τόν οδηγήσει δηλαδή κοντά Του, στήν άληθινή εύτυχία. "Εχει δέ συμ­βεί άναρίθμητες φορές στή διάρκεια τής ιστορίας αύτό.
Τί γίνεται όμως στις περιπτώσεις έκεΐνες πού ό άμαρτωλός δέν συνέρχεται παρά τήν τιμωρητική έκδήλωση τής «όργής τοϋ Θεοϋ»;
Και σ' αύτές τις περιπτώσεις, έμφανιζόμενος ώς «οργισμένος» και «τιμωρών» ό Θεός, έξ άγάπης ένεργεΐ. Εξ άγάπης και πρός τόν άμετανόητο άμαρτωλό και πρός τούς άλλους άνθρώπους, γιά νά παραδειγματιστοϋν.
Και τό μέν νά παραδειγματιστοϋν οί άλ­λοι τό κατανοούμε εύκολότερα. Πράγμα­τι, ή τιμωρία προσώπων ή συνόλων πού άμαρτάνουν προκλητικά και άσεβώς προ­ξενεί φόβο σέ πολλούς, μέ άποτέλεσμα είτε νά συγκρατούνται άπό τό νά άμαρτή- σουν είτε νά μετανοούν γιά τά άμαρτήμα- τά τους. Τό λέει σαφώς ό άπόστολος Πέ­τρος: Ό Θεός «πόλεις Σοδόμων και Γομόρρας τεφρώσας καταστροφή κατέκρι- νεν, ύπόδειγμα μελλόντων άσεβεΐν τεθει- κώς»· έκανε στάχτη τά Σόδομα και τά Γό- μορρα καταδικάζοντάς τα σέ ολοσχερή καταστροφή, γιά νά άποτελοϋν φοβερό παράδειγμα σέ όσους έπρόκειτο νά άσε- βήσουν μέ τόν ίδιο τρόπο, ώστε νά φοβη­θούν και νά μήν τό κάνουν (Β' Πέτρ. β' 6).
(Είναι κατάλληλο σ' αύτό τό σημείο νά άνοίξουμε σύντομη παρένθεση. Ό σημε­ρινός κόσμος πού μέ πρωτοφανή μανία προβάλλει και νομιμοποιεί τό βρωμερό πάθος τοϋ Σοδομισμοΰ, τής ομοφυλοφιλίας δηλαδή, όπως ονομάζεται, δέν αντι­λαμβάνεται ότι θά έχει τήν ίδια τύχη μέ τά Σόδομα και τά Γόμορρα;).
Άς έπανέλθουμε όμως στό θέμα μας. Είπαμε ότι κατανοούμε κάπως ώς άγάπη τήν έκδήλωση τής τιμωρητικής ένέργειας τής «όργής» τοϋ Θεοϋ, προκειμένου νά συνετισθούν οί άλλοι. Πώς όμως μπορεί νά θεωρηθεί έκδήλωση άγάπης γιά τόν ίδιο τόν άμαρτωλό, όταν αύτός δέν μετα­νοεί; Και σ' αύτές τίς περιπτώσεις τό ϊδιο ισχύει. 'Εκδήλωση τής αγάπης τοϋ Θεοϋ είναι ή τιμωρητική έκδήλωση τής «όργής» Του.
Πρωτίστως άπό τήν πλευρά τοΰ ϊδιου τοϋ άμαρτωλοϋ, διότι τό νά ύποστεΐ τήν τιμωρητική ένέργεια τής «όργής» τοϋ Θε­οϋ είναι ή έλαφρότερη τιμωρία πού θεω­ρεί ό 'ίδιος ό άμαρτωλός άνθρωπος ότι είναι δίκαιο νά τοΰ έπιβληθεΐ. 'Επειδή άν δέν έκδηλώσει τιμωρητικώς τήν «όργή» Του ό Θεός, ό άμαρτωλός είτε έν ζωή, άν έχει κάποια συναίσθηση, είτε μετά θά­νατον, όπότε θά τοΰ φανερωθεί ή άλή­θεια τών πραγμάτων, θά ύποφέρει πολύ χειρότερα. Ή έκδήλωση τής «όργής» τοΰ Θεοϋ ένεργεΐ άνακουφιστικά γιά τήν άμαρτία του. Τό θέμα αύτό τό πραγμα­τεύεται μέ δύναμη ό ιερός Χρυσόστομος φέρνοντας μεταξύ τών άλλων καί τό έξής παράδειγμα: 'Άς ύποθέσουμε, λέει, ότι εί­ναι κάποιος ληστής καί κακοϋργος πού έχει καταδικασθεί καί οδηγείται στόν θά­νατο. Τόν βλέπει ό βασιλιάς καί στή θέση τοϋ κακούργου βάζει τόν μοναχογιό του, ώστε αύτός νά θεωρηθεί ένοχος τών κα­κουργημάτων καί νά ύποστεΐ τόν οφειλό­μενο θάνατο- τόν δέ κακούργο τόν άνυψώνει «εις μεγάλην άρχήν», σέ κορυφαίο άξίωμα μέσα στό κράτος. Ό κακούργος όμως, «μετά τήν σωτηρίαν καί τήν δόξαν τήν άπόρρητον», φθάνει στό σημείο νά ύβρίσει τόν βασιλιά. Λοιπόν, έπιλέγει ό Άγιος, αύτός ό άνθρωπος, «εϊ γε νοΰν είχεν», άν είχε έστω λίγο μυαλό, δέν θά προτιμούσε «μυριάκις άποθανεΐν», νά πεθάνει μύριες φορές; Κι άν ύποτεθεΐ ότι ό βασιλιάς δέν τόν τιμωρήσει, αύτό δέν θά είναι άπείρως χειρότερη τιμωρία γιά τόν ϊδιο; Διότι πολύ περισσότερο άνακουφίζει τόν ένοχο άνθρωπο τό νά τιμω­ρηθεί («δίκην δούναι») παρά τό νά μείνει άτιμώρητος («ή τό μή κολάζεσθαι κόλασιν»)2. Αύτά ώς πρός τό τί αισθάνεται ό 'ίδιος ό άμαρτωλός. Άπό τήν πλευρά τοϋ Θεοϋ τώρα καί άντικειμενικώς έξεταζόμενη ή τιμωρητική ένέργεια τής «όργής» Του είναι έκδήλωση άγάπης, διότι έπιφέρει, κατά λόγον δικαι­οσύνης, μείωση τής αιώνιας τιμωρίας τοϋ άμαρτωλοϋ καί έλάφρυνση τής κολάσεώς του. Τόν τιμωρεί ό Θεός έδώ καί γίνε­ται έλαφρότερη ή βασανιστική θέση του στήν αιωνιότητα.
Ό 'ίδιος ό Κύριος τό βεβαίωσε, όταν είπε γιά τήν πόλη Καπερναούμ πού είχε δει άναρίθμητα θαύματα, άλλά έμεινε άμετανόητη, ότι κατά τήν ήμέρα τής Κρίσεως τά Σόδομα θά κριθούν έπιεικέστερα: «Γή Σο­δόμων άνεκτότερον έσται έν ήμέρα κρίσε­ως ή σοι» (Ματθ. ια' 24). Έτσι έρμηνεύει ό ιερός Χρυσόστομος τή σχετική περι­κοπή: «Ειπών γάρ, ότι Ός άν μή δέξη- ται ύμάς, άποτινάξετε τόν κονιορτόν τών ποδών ύμών, έπήγαγε λέγων- Άνεκτότε­ρον έσται γη Σοδόμων καί Γομόρας έν ήμέρα κρίσεως, ή τή πόλει έκείνη. Τω γάρ ειπείν άνεκτότερον, τοϋτο έδήλωσεν, ότι κάκεΐνοι κολασθήσονται μέν, κουφότερον δέ, έπειδή καί ένταϋθα έδωκαν δίκην»3.
Νά λοιπόν πώς ή ονομαζόμενη καί θε­ωρούμενη «όργή» τοϋ Θεοϋ δέν είναι τί­ποτε άλλο παρά έκδήλωση τής άγάπης καί τής άπειρης φιλανθρωπίας τοϋ Θεού.
Στά έπόμενα άρθρα θά άναπτύξουμε τήν έννοια τής δικαιοσύνης τοϋ Θεοϋ, όπως ήδη έχουμε προαναγγείλει.
[1] Ώριγένους (Άμφιβαλλόμενα), Σχόλια εις τήν Άπο- κάλυψιν, ΒΕΠΕΣ 17, 148: «ού τό συμβεβηκός πάθος ονομάζεται Θεοϋ όργή καλούμενον, εξω ύπάρχον αύ­τοΰ, πλήν εις χρείαν κατατασσόμενον τοις δεομένοις, ω καί παραδίδονται ώς ανάξιοι Θεού, ίνα ποθήσουσι τόν Θεόν, ού καταπεφρονήκασιν, δτε ύπό τήν τοΰ χείρονος έξουσίαν γίνονται».
2.  Ίω. Χρυσοστόμου, Είςτήν Β' πρός Κορινθίους'Ομι­λία ΙΑ', PG 61,479-480.
3.  Ίω. Χρυσοστόμου, Εις τόν πλούσιον καί τόν Λάζαρον λόγος τρίτης, PG 48, 999: «Καί άπλώς πάσα κόλασις, άν μέν έπί άμαρτωλών γίνηται, ύποτέμνεται τό τής άμαρτίας φορτίον- άν δέ έπί δικαίων, φαιδροτέραν αύτών εργάζεται τήν ψυχήν, καί μέγιστον έκατέροις τό κέρδος άπό τής θλίψεως συμβαίνει» (PG 48, 1004).
Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”
Δείτε σχετικά και:
http://aktines.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου