Ἡ Έλπίς μου ὁ Πατήρ, καταφυγή μου ὁ Υἱός, Σκέπη μου τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Τριὰς Ἁγία, δόξα Σοι.
Δεῦτε ἀπὸ θέας Γυναῖκες εὐαγγελίστριαι, καὶ τῇ Σιὼν εἴπατε· Δέχου παρ΄ ἡμῶν Χαρᾶς Εὐαγγέλια, Τῆς Ἀναστάσεως Χριστοῦ. Τέρπου, χόρευε, καὶ ἀγάλλου Ἱερουσαλήμ, τὸν Βασιλέα Χριστόν, θεασαμένη ἐκ τοῦ μνήματος, ὡς Νυμφίον προερχόμενον.
Δευτέρα 30 Ιουνίου 2014
Πικρές αλήθειες για την εκδήλωση διαμαρτυρίας στον...
RAFAILNEWS: Πικρές αλήθειες για την εκδήλωση διαμαρτυρίας στον...: Γράφει ο Νίκος Χειλαδάκης, Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος Για άλλη μια φορά ορισμένοι ρασοφόροι και λαϊκοί, (μεταξύ των οποίων...
«Παρελάσεις υπερηφάνειας» ή Λιτανείες- «παρελάσεις...
RAFAILNEWS: «Παρελάσεις υπερηφάνειας» ή Λιτανείες- «παρελάσεις...: Οι πρώτες δηλ οι παρελάσεις της υπερηφάνειας έγιναν και γίνονται υπέρ ¨του δικαιώματος στην ισότητα και του σεβασμού της διαφορετικότητα...
Παρασκευή 27 Ιουνίου 2014
Σάββατο 21 Ιουνίου 2014
Η ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ ΕΙΝΑΙ ΦΥΛΗ ΣΥΝΟΚΑΙΡΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
''Μέσα στη βάρβαρη ανθρωπότητα, το Βυζάντιο ήτανε η κιβωτός η σφραγισμένη,
που φύλαγε μέσα της κάθε πνευματικό θησαυρό, αποχτημένον με τον πόνο
και με την πίστη.
Σαν χάλασε αυτή η κιβωτός, και σκορπιστήκανε οι θησαυροί της,
ο κόσμος θράφηκε πνευματικά από τα ψίχουλα που μαζέψανε κάποιοι Έλληνες
και τα πήγανε στα δυτικά έθνη.
Ωστόσο, μ' όλο που κόπηκε το μεγάλο εκείνο δέντρο της Ρωμηοσύνης,
η φύτρα σώθηκε και πέταξε καινούργιους βλαστούς, που λουλουδίσανε,
κι ας πλάκωνε τον ραγιά η φοβέρα του θανάτου.''
Το Βυζάντιο στάθηκε αληθινά «σημείον αντιλεγόμενον» μέσα στην ιστορία,
ένα πράγμα που βρίσκεται έξω από τον τύπο που έχουν τα συστήματα της
ανθρώπινης κοινωνίας.Το Βυζάντιο γι' άλλους ήτανε πολύ σπουδαίο,
όχι μονάχα στη θρησκευτική ζωή, αλλά και στην κοσμική,
ένας παραμυθένιος κόσμος, ενώ γι' άλλους πάλι ήτανε η παραμόρφωση
του αρχαίου κόσμου.
Αυτοί όμως που το θεωρήσανε σαν παρακμή της αρχαιότητας,
το κρίνανε με κάποια μέτρα που είναι αταίριαστα με αυτό που κρίνανε.
Το Βυζάντιο ήτανε ένα φαινόμενο στο έπακρο ιδιόρρυθμο.
Οι άνθρωποι που ζούσανε στο Βυζάντιο, μ' όλο που πολλοί απ' αυτούς
βαστούσανε από το ίδιο το αρχαίο ελληνικό αίμα κ' είχανε την ελληνική παιδεία,
ήτανε όμως ολότελα άλλοι, «άνθρωποι καινοί», «λαλούντες γλώσσαις καινές».
Ενώ η αρχαία τέχνη ήτανε βασισμένη απάνω στο μέτρο και στις αναλογίες,
η τέχνη των Βυζαντινών δεν γνώριζε τέτοιο μέτρο, γιατί ζητούσε να βρει έκφραση
για πράγματα που δεν χωρούνε στα τυπικά μέτρα, όπου περιορίζεται η απόδοση του
φυσικού κόσμου, ας είναι κ' η πιο παθητική κ' ενθουσιώδης.
Λοιπόν το Βυζάντιο είναι ένα μεγάλο πράγμα.
Είναι ο καιρός και ο τόπος που ζούσανε οι άνθρωποι με τον πόθο του υπερφυσικού,
της αιωνιότητας. Γι' αυτό έχει αυτή την παράξενη και μυστηριώδη ιδιορρυθμία,
που δεν τη θέλουνε οι άνθρωποι που οι πόθοι τους δεν βγαίνουνε έξω από το μέτρο
κι από τον ορθό λόγο, δηλαδή που είναι κολλημένοι στην κοινοτοπία των
υλικών συγκινήσεων. Οι Βυζαντινοί πιστεύανε στα μυστήρια και στην αλήθεια
που αποκάλυψε ο Χριστός, ήγουν στον θαυμαστό κόσμο που βρίσκεται πέρα από
ότι πιάνουνε οι αισθήσεις και το μυαλό, ενώ ο αρχαίος σταματούσε ως εκεί.
Ο Σωκράτης έκανε ένα πράγμα τη λογική του με τον Θεό, και δεν πίστευε διόλου
σε ό,τι δεν παραδεχότανε το μυαλό του, δηλαδή στο θαύμα.
Η αρχαιότητα είναι η βασιλεία του λογικού, ενώ το Βυζάντιο η βασιλεία της πίστεως,
της πνευματικής μέθης και της αθανασίας.
Όπως ο Σωκράτης δεν ένιωθε τα αντιλογικά μυστήρια που κήρυττε ο Παύλος,
μ' όλον ότι έλεγε πως πιστεύει στον ένα Θεό, άλλο τόσο κι ο Πραξιτέλης κι ο Απελλής
δεν θα ένοιωθαν μια βυζαντινή εικόνα, γιατί δεν είναι φτιαγμένη απάνω στον υλικό κανόνα.
Ο χριστιανισμός ελέπτυνε τον «διονυσιακόν και απολλώνειον» άνθρωπον,
τον έστρεψε προς το βάθος του εαυτού του, του έδωσε «πνευματικόν οφθαλμόν
και πνευματικό ούς», για να ερευνά τις αβύσσους του πνεύματος και ν' ακροάζεται τα
«θεία απήχηματα»............
Το Βυζάντιο πρωτάνοιξε την «πύλην την κεκλεισμένην» και μπόρεσε κ' είδε
ο άνθρωπος εκείνα τα θαυμάσια, που είπε ο Χριστός πως δεν μπορέσανε να τα δούνε
οι σοφοί κ' οι συνετοί της αρχαιότητας. Πολλοί αρχαίοι μιλήσανε για την ματαιότητα
του κόσμου, αλλά κανένας δεν την πίστεψε αληθινά, ώστε να την αφήσει,
εκτός από τον Διογένη, που κι αυτός καμώθηκε ψεύτικα πως τη σιχάθηκε,
μόνο και μόνο για να θρέψει τη ματαιοδοξία του.
Κι έγινε «κύων», δηλαδή χειρότερος απ' ό,τι ήτανε.
Γι' αυτό ο απόστολος Παύλος έλεγε πως οι εθνικοί, οι ειδωλολάτρες, ήτανε
«οι μη έχοντες ελπίδα».
Ενώ στο Βυζάντιο ο βασιλιάς κατέβαινε από τον θρόνο και πήγαινε στην έρημο
ντυμένος παλιόρασα από γιδότριχα και χαιρότανε γιατί «ηλευθερώθη από της δουλείας
της φθοράς». Όλα αυτά τα «καινά και αλλόκοτα» γινήκανε γιατί η πίστη μετατόπισε
τον άνθρωπο και τους πόθους του από εκεί που βρισκότανε πριν να φανερωθεί το Ευαγγέλιο.
Η Κωνσταντινούπολη ήτανε η κιβωτός της ορθοδοξίας, δηλαδή
της αληθινής πίστης του Χριστού, κι οι στρατιώτες που την φυλάγανε ήτανε
«θεηγόροι οπλίται παράταξεως Κυρίου».
Πολλοί βασιλιάδες της θεολογούσανε και συνθέτανε ύμνους και τροπάρια, και κάμποσοι
απ' αυτούς καλογερέψανε, και πεθάνανε εν μετανοία στα μοναστήρια.
Το ίδιο κάνανε και πολλοί στρατηγοί, και πλήθος αμέτρητο στρατιώτες γινόντανε
καλόγεροι κι ασκητάδες, και κρεμάζανε το σπαθί και το κοντάρι τους στο κελλί τους,
σαν άρματα αγιασμένα που διαφεντέψανε την πίστη του Χριστού.
Το παράδοξο είναι πως οι Βυζαντινοί θεωρούσανε πιο επικίνδυνους για τη θρησκεία τους,
τους Φράγκους που ήτανε χριστιανοί, παρά τους Τούρκους, που ήτανε αλλόθρησκοι.
Όλοι οι υπήκοοι του πάπα ερχόντανε στην Ανατολή ντυμένοι με προβατοπροβιά,
ενώ ήτανε από μέσα λύκοι. Η Ρωμηοσύνη βγήκε από το Βυζάντιο ή, για να πούμε καλύτερα,
το Βυζάντιο στα τελευταία χρόνια του στάθηκε η ίδια η Ρωμηοσύνη.
Ακόμα από τον καιρό του Φωκά φανερώνουνται καθαρά τα χαρακτηριστικά της,
και στα χρόνια των Παλαιολόγων, που ψυχομαχά το βασίλειο, αντρειώνεται
η βασανισμένη Ρωμηοσύνη, η καινούργια Ελλάδα. Μεγάλωσε μέσα στην αγωνία
η χριστιανική Ελλάδα, γιατί ο πόνος είναι η καινούργια σφραγίδα του Χριστού.
Η Ρωμηοσύνη είναι η πονεμένη Ελλάδα. Η αρχαία Ελλάδα μπορεί να ‘τανε δοξασμένη
κι αντρειωμένη, αλλά η καινούργια, η χριστιανική, είναι πιο βαθειά, επειδής
ο πόνος είναι ένα πράγμα πιο βαθύ κι από τη δόξα κι από τη χαρά κι από κάθε τί.
Οι λαοί που ζούνε με πόνο και με πίστη τυπώνουνε πιο βαθιά τον χαραχτήρα τους
στο σκληρό βράχο της ζωής, και σφραγίζουνται με μιά σφραγίδα που δεν σβήνει
από τις συμφορές κι από τις αβάσταχτες καταδρομές, αλλά γίνεται πιο άσβηστη.
Με μιά τέτοια σφραγίδα είναι σφραγισμένη η Ρωμηοσύνη.
Τα έθνη που ξαγοράζουνε κάθε ώρα της ζωής τους με αίμα και μ' αγωνία,
πλουτίζονται με πνευματικές χάρες που δεν τις γνωρίζουνε οι καλοπερασμένοι λαοί.
Αυτοί απομένουνε φτωχοί από πνευματικούς θησαυρούς κι από ανθρωπιά,
γιατί η καλοπέραση κάνει χοντροειδή τον μέσα άνθρωπο.
Ενώ ο πόνος κατεργάζεται τους λαούς και τους καθαρίζει, όπως καθαρίζεται το χρυσάφι
με φωτιά μέσα στο χωνευτήρι. Για τούτο η δυστυχισμένη Ρωμηοσύνη στολίστηκε με
κάποια αμάραντα άνθη, που δεν τ' αξιωθήκανε οι μεγάλοι κ' οι τρανοί λαοί της γής.
Ο ποιητής Βασίλης Μιχαηλίδης από την Κύπρο, στο εξαίσιο ποίημα που έγραψε
για το μαρτύριο του εθνάρχου Κυπριανού κατά την επαναστάση του Εικοσιένα,
βάζει στο στόμα του Κυπριανού τούτα τα λόγια, που λέγει στον Τούρκο πασά
που τον δίκασε: Η Ρωμηοσύνη είν' φυλή συνόκαιρη του κόσμου.
Κανένας δεν ευρέθηκε για να την εξαλείψει,κανένας, γιατί σκέπει την ‘πο τάψη ο Θεός μου.
Η Ρωμηοσύνη θα χαθή όντας ο κόσμος λείψει.
Ποιος μέγας ποιητής από τα ευτυχισμένα και καλοπερασμένα έθνη
που εξουσιάζουνε τον κόσμο μίλησε με τέτοια λόγια για τη φυλή του,
όπως τούτος ο φτωχός κι ασήμαντος Ρωμιός;
Μέσα στη βάρβαρη ανθρωπότητα, το Βυζάντιο ήτανε η κιβωτός η σφραγισμένη,
που φύλαγε μέσα της κάθε πνευματικό θησαυρό, αποχτημένον με τον πόνο
και με την πίστη.
Σαν χάλασε αυτή η κιβωτός, και σκορπιστήκανε οι θησαυροί της,
ο κόσμος θράφηκε πνευματικά από τα ψίχουλα που μαζέψανε κάποιοι Έλληνες
και τα πήγανε στα δυτικά έθνη.
Ωστόσο, μ' όλο που κόπηκε το μεγάλο εκείνο δέντρο της Ρωμηοσύνης,
η φύτρα σώθηκε και πέταξε καινούργιους βλαστούς, που λουλουδίσανε,
κι ας πλάκωνε τον ραγιά η φοβέρα του θανάτου.
Φώτης Κόντογλου
Αποσπάσματα από την ''Πονεμένη Ρωμιοσύνη'' του Φώτη Κόντογλου.
Πηγή ''ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ.'' Επιμέλεια ''ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ''
Έκανες λάθος Άγιε! Έπρεπε να ελιχθείς!
«Ο (άγιος) Γεώργιος καίτοι νεαρός κατατάχθηκε στο στρατό, όπου μάλιστα προήχθη σε μεγάλα αξιώματα, ώστε να παίρνη μέρος και στις συνελεύσεις των ανωτάτων αξιωματούχων του Κράτους. Ο Διοκλητιανός τον εκτιμούσε πολύ….».
«Συγκεντρώθηκαν λοιπόν όλοι, για να πάρουν αποφάσεις για την εξόντωσι και τον αφανισμό της χριστιανικής πίστεως. Πρώτος εμίλησε ο Διοκλητιανός και επέβαλε σ’ όλους ν’ αναλάβουν τον εξοντωτικό αγώνα εναντίον του Χριστιανισμού. Όλοι υποσχέθηκαν ότι θα καταβάλουν κάθε προσπάθεια, για να εξαλείψουν την Χριστιανική θρησκεία από το Ρωμαϊκό Κράτος. Τότε ο γενναίος Γεώργιος στάθηκε στον μέσον του συνεδρίου και είπε: Γιατί, βασιλεύ και άρχοντες, θέλετε να χύσετε αίμα δίκαιον και άγιον και να εξαναγκάσετε τους χριστιανούς να προσκυνούν και να λατρεύουν τα είδωλα; Και διεκήρυξε την αλήθεια της Χριστιανικής θρησκείας και την Θεότητα του Χριστού.
Μόλις ετελείωσε, συγχύσθηκαν όλοι με την ομολογία του αυτή, και προσπάθησαν να τον πείσουν να μετανοήση για όσα είπε για να καταπραϋνθή και ο Διοκλητιανός. Αλλά ο Γεώργιος ήταν σταθερός και με θάρρος διεκήρυττε την χριστιανικήν πίστιν του».http://www.impantokratoros.gr/agios-georgios.el.aspx
Μόλις ετελείωσε, συγχύσθηκαν όλοι με την ομολογία του αυτή, και προσπάθησαν να τον πείσουν να μετανοήση για όσα είπε για να καταπραϋνθή και ο Διοκλητιανός. Αλλά ο Γεώργιος ήταν σταθερός και με θάρρος διεκήρυττε την χριστιανικήν πίστιν του».http://www.impantokratoros.gr/agios-georgios.el.aspx
ΑΝ…
Αν ο άγιος ΔΕΝ είχε ομολογήσει την πίστη του στον Χριστό ΘΑ μπορούσε με το αξίωμα που είχε, να βοηθήσει εκατοντάδες χριστιανούς να σωθούν από το μαρτύριο. ΟΜΩΣ ΔΕΝ το έκανε! Ομολόγησε και Πλούτισε την Εκκλησία Του Χριστού με την κατάταξή του στον Κατάλογο των Αγίων.
Ο Χριστός δεν μας έδωσε εντολή να γίνουμε «διπλωμάτες» αλλά Άγιοι. Και άλλος δρόμος από την Ομολογία και το Μαρτύριο ΔΕΝ υπάρχει.
Το Ξεχνάμε αυτό… ειδικά κάποιοι που νομίζουμε πως μπορούμε να “χρησιμοποιήσουμε” τον καίσαρα για το “καλό” της Εκκλησίας.
Αναρτήθηκε από ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΑhttp://nefthalim.blogspot.gr/
††† Η ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΚΑΜΠΑΝΑΣ
Τοῦ πρωτοπρ. Βασιλείου Κοκολάκη,
ἐφημερίου Ἱ. Ν. Ὑψώσεως Τιμίου Σταυροῦ Χολαργοῦ
«Γιά τήν Ἐκκλησιά ἡ καμπάνα, ἡ «καμπάνα».
Τί ὡραῖα πού σημαίνει, πού «σημαίνει». Ντίν ντάν, «ντίν ντάν»…»
ΕΙΝΑΙ μερικές φορές πού ὅταν δέν ἔχουμε κατανοήσει το βαθύτερο
νόημα προσώπων, καταστάσεων, ἀντικειμένων καί λέξεων, εὔκολα,
ἀζύγιστα, ἐπιπόλαια καί ἐπιδερμικά τά πολεμοῦμε. Και πρωτίστως μιλῶ γιά τόν ἑαυτό μου.
Γιʼαὐτό καί ταπεινά καταθέτω τά ἑξῆς, γιά τά ὁποῖα ἄν ἔχω λάθος διορθῶστε με.
Καί γιά νά γίνουμε σαφέστεροι τό θέμα εἶναι περί καμπανῶν.
Ἄς δοῦμε πρῶτα σύντομα την ἱστορική τους προέλευση καί σημασία, ἀντλώντας στοιχεῖα
α) ἀπό τήν «Ἀργολική ἀρχειακή βιβλιοθήκη ἱστορίας καί πολιτισμοῦ»,
και συγκεκριμένα ἀπό τό ἄρθρο μέ τίτλο ¨Καμπαναριά¨τοῦ πρωτοπρ. Γεωργίου Σελλῆ καί
β) ἀπό τόν ἱστότοπο «Συνοδοιπορία» καί συγκεκριμένα τό ἄρθρο μέ τίτλο
¨Τό σήμαντρο-Σύμβολο μοναχισμοῦ¨.
Πῶς καθιέρωσαν τὰ σήμαντρα
Ἀρχικά εἴχαμε τό σήμαντρο. Τὸ κάλεσμα μὲ σήμαντρα εἶναι γνωστὸ ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα.
Γιὰ τὴν πρόσκληση τοῦ λαοῦ σὲ τελετὲς καὶ συναθροίσεις χρησιμοποιοῦνταν
μεγάλα τεμάχια μετάλλου, κρεμασμένα σὲ σχοινιὰ ποὺ τὰ ἔκρουαν μὲ μεταλλικὲς
ἢ ξύλινες ράβδους.
Ἡ χρήση ἐπίσης μικρῶν κωδώνων ἀναφέρεται καὶ στὴ λατρεία τῶν ἀρχαίων λαῶν:
Σύρων, Αἰγυπτίων, Ρωμαίων κ.ἄ.
Στὸ βιβλίο τῆς Ἐξόδου ἀναφέρεται ἡ ὕπαρξη χρυσῶν κωδωνίσκων στὶς ἀρχιερατικὲς στολές.
Ἀντιθέτως, γιὰ τὸ κάλεσμα τῶν Ἰσραηλιτῶν στὶς θρησκευτικὲς συγκεντρώσεις
χρησιμοποιοῦνταν σάλπιγγες, μὲ τὶς ὁποῖες οἱ ἱερεῖς γνωστοποιοῦσαν στὸ λαὸ
τὶς νουμηνίες καὶ τὰ Ἰωβηλαῖα.
Εἶχε θεσπιστεῖ ἡ Ἑορτὴ τῶν Σαλπίγγων τὴν πρώτη τοῦ ἑβδόμου μηνός.
Εἶναι ἄγνωστο πότε ἔγινε ἡ χρήση κωδώνων στὴ χριστιανικὴ λατρεία γιὰ πρώτη φορά.
Κατὰ τὴν περίοδο τῶν διωγμῶν οἱ πιστοὶ καλοῦνταν εἴτε μὲ ἐνημέρωση
στὴν ἀπόλυση τῆς προηγούμενης σύναξης εἴτε μὲ τοὺς «Θεοδρόμους»
ἢ «Λαοσυνάκτες», οἱ ὁποῖοι, μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς τους εἰδοποιοῦσαν
ἀπὸ πόρτα σὲ πόρτα γιὰ τὸν τόπο καὶ τὸ χρόνο τῆς ἑπομένης.
Κατὰ τὴν Τουρκοκρατία, τὴν εἰδοποίηση ἀνελάμβανε ὁ λεγόμενος ἀπὸ τοὺς
Ἕλληνες «κράκτης», ἀπὸ δὲ τοὺς Τούρκους «τσεχενδεμὶν νταβετσί» (δηλ. κλητήρας τοῦ Ἅδη).
Μετὰ τοὺς διωγμοὺς εἰσήχθησαν στοὺς ναοὺς καὶ στὰ μοναστήρια
τὰ λεγόμενα «ἁγιοσίδερα», δηλ. σιδερένια ἢ ξύλινα σήμαντρα, ποὺ ὑπάρχουν μέχρι σήμερα.
Τί συμβολίζει ἡ κροῦσις τῶν σημάντρων
Ἀρχικῶς ἡ κρούση τοῦ σημάντρου εἶναι συμβολική. Τό μέν μικρό σήμαντρο
πού χρησιμοποιεῖται στόν Ὄρθρο συμβολίζει ὅσα διδάσκει ἡ Παλαιά Διαθήκη,
ἐνῶ τό μεγάλο σήμαντρο τονίζει τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου.
Ἡ κρούση τοῦ σιδηροῦ σημάντρου θυμίζει τή σάλπιγγα τοῦ ἀγγέλου,
τήν ὁποία θά ἀκούσουν μέ ἀγαλλίαση οἱ ἐκλεκτοί κατά τήν ἡμέρα
τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου.
Παράλληλα, ἡ κρούση τοῦ ξυλίνου σημάντρου ἤ ταλάντου θυμίζει
τήν κρούση τοῦ ξύλου ἀπό τό Νῶε πρίν ἀπό τόν κατακλυσμό καί ἔτσι
κατά τίς ἱερές Ἀκολουθίες στά μοναστήρια, τό σήμαντρο συμβολίζει τόν ἐρχομό
τῶν πιστῶν ἐντός τῆς Νέας Κιβωτοῦ πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ,
ὥστε νά σωθοῦν ἀπό τόν κατακλυσμό τῆς ἁμαρτίας.
Ἡ καμπάνα, βεβαίως καί κυριάρχησε στίς πολυπληθεῖς πλέον πόλεις
ὡς τό δυνατότερο σέ ἐμβέλεια μέσο κλήσεως κυρίως τῶν πιστῶν στοὺς ἱεροὺς ναούς.
Τὸ σήμαντρο ἐπανῆλθε στοὺς ἐνοριακοὺς ναοὺς κατὰ τὰ χρόνια
τῆς τουρκοκρατίας, κυρίως λόγω τῆς ἀνάγκης τῶν πιστῶν
νὰ συγκεντρώνονται καὶ νὰ ἐκκλησιάζονται κρυφά, χωρὶς κωδωνοκρουσίες.
Γνωρίζοντας μάλιστα ὅτι πολλὰ μοναστήρια λειτούργησαν καὶ ὡς
«κρυφὰ σχολειά» τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, γίνεται σαφὲς ὅτι ἡ κρούση τοῦ σημάντρου
ἐξυπηρετοῦσε καὶ ἐκπαιδευτικοὺς σκοπούς, χωρὶς νὰ γίνονται ἀντιληπτοὶ
οἱ συμμετέχοντες ἀπὸ τοὺς Τούρκους κατακτητές.
Σήμερα, τὰ ξύλινα καὶ τὰ σιδηρά σήμαντρα παραμένουν ἐν χρήσει μαζὶ
μὲ τοὺς κώδωνες μόνο στὶς ἱερὲς μονές, ἐνῶ καθένα ἀπὸ αὐτὰ κρούεται
σὲ ὁρισμένο χρόνο ποὺ ὁρίζει ἡ τάξη τοῦ μοναστηριοῦ.
Μπορεῖ μάλιστα νὰ εἰπωθεῖ ὅτι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο κρούεται τὸ σήμαντρο
σὲ κάθε μονὴ ὑποδηλώνει καὶ τὸν ἰδιαίτερο χαρακτήρα αὐτῆς, τόν χαρμόσυνο
ἤ πένθιμο, εἴτε πρόκειται γιὰ ἀνδρικὸ εἴτε γιὰ γυναικεῖο μοναστήρι.
Πάντως εἶναι γεγονός τό εὖρος τῶν συναισθημάτων πού προκαλεῖ ὁ ἦχος
τῆς καμπάνας καὶ τῶν σημάντρων ποὺ κοσμοῦν τὶς ἐκκλησίες καὶ τὰ μοναστήρια
τῆς πατρίδας μας: ἀπὸ τὸ κάλεσμα στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες καὶ τὴν ἐπισήμανση
τῶν ἱερῶν στιγμῶν τῆς λατρείας ἕως τὴν εἰδοποίηση γιὰ χαρμόσυνα ἢ δυσάρεστα γεγονότα.
Οἱ μεγάλες καμπάνες γιὰ τὴν πρόσκληση τοῦ λαοῦ στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες
ἐμφανίζονται ἀρχικὰ στὴ Δυτικὴ Ἐκκλησία.
Ἔχουν πάρει τὴν ὀνομασία τους ἀπὸ τὴν Καμπανία, περιοχὴ τῆς Ἰταλίας,
στὴν ὁποία πρωτοκατασκευάστηκαν.
Συμβολίζουν τὶς σάλπιγγες τῶν ἀγγέλων, πού ἀφυπνίζουν γιὰ ἐγρήγορση.
Στὴν Ἀνατολὴ κάποιος Βυζαντινὸς χρονογράφος ἀναφέρει ὅτι τὸν Θ΄ αἰ.
ὁ δούκας τῆς Ἑνετίας Οὖρσος χάρισε στὸν αὐτοκράτορα Μιχαὴλ
δώδεκα μεγάλες καμπάνες, τὶς ὁποῖες κρέμασε σὲ ἰδιαίτερο πύργο στὴν αὐλὴ τῆς Ἁγίας Σοφίας.
Πρώτη φορά τὶς ἔβλεπαν οἱ Βυζαντινοί, ὅμως τοὺς ἄρεσαν τόσο, ὥστε γενικεύτηκε ἡ χρήση τους.
Οἱ Τοῦρκοι ἀπαγόρευσαν τὴ χρήση τους κατὰ τὴ δουλεία, μὲ ἐξαίρεση τὸ Ἅγιον Ὄρος,
τὰ Ἰωάννινα καὶ μερικὰ νησιά, γιὰ νὰ μὴ ταράσσεται ὁ ὕπνος τῶν νεκρῶν Μουσουλμάνων,
γιατί «ὁ κώδων εἶναι τὸ μυστικὸν ὄργανον τοῦ διαβόλου».
Ἀντίθετα, ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανὸς γράφει:
«τὸ σήμαντρο αἰνίττεται (ὑμνεῖ καί δοξάζει) τάς τῶν ἀγγέλων σάλπιγγας·
διεγείρει δὲ καὶ τοὺς ἀγωνιστάς πρὸς τὸν τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν πόλεμον».
Οἱ πιὸ παλιὲς γνωστὲς καμπάνες συναντῶνται τὸν ὄγδοο αἰώνα. Ἡ κατασκευὴ τους εἶναι χονδροειδὴς καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ μεταλλικὲς πλάκες, συναρμολογημένες μὲ σφυρηλατημένα καρφιά, ὅπως οἱ κατοπινοὶ λέβητες. Ἀργότερα ἐπικράτησε ἡ κατασκευή τους ἀπὸ χυτὸ ὀρείχαλκο ἄριστης ποιότητας. Ἡ χρήση χρυσοῦ ἢ ἀσημιοῦ γιὰ καλύτερη ἠχητικὴ ἀπόδοση ἐλέγχεται.
Τὸ καμπαναριὸ εἶναι ἡ θέση ἀπὸ ὅπου ἀντηχεῖ ἡ καμπάνα μὲ τὴ γλυκιὰ φωνή της.
Ἕνα τρανό παράδειγμα πρὸς μίμησιν
Ὅπως μαθαίνουμε α) ἀπό τον ἱστότοπο agiosnikolaoskozanis και συγκεκριμένα
ἀπό τήν εἰδικότερη ἀναφορά περί τοῦ κωδωνωστασίου τοῦ ἐν λόγῳ Ναοῦ καί
β) ἀπό το ἄρθρο τῆς Κατερίνας Μάτσου ὅπου ἀναφέρεται ἐπίσης στό καμπαναριό
τής Ἐκκλησίας, γιὰ τοὺς κατοίκους τῆς Κοζάνης ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Νικολάου
δὲν μπορεῖ νὰ νοηθεῖ χωρὶς τὸ καμπαναριό.
Ἀξίζει, λοιπόν, μικρὸς λόγος νὰ γίνει καὶ γιὰ τὸ κτίσμα αὐτό.
Μέχρι τὰ 1728 ὁ ναὸς δὲν εἶχε οὔτε καμπάνες οὔτε σήμαντρα.
Ὁ δυνάστης θεωροῦσε πρόκληση καὶ ἀπαράδεκτη ἐνόχληση τὴν ὕπαρξή τους
καὶ αὐστηρὰ ἀπαγόρευε τὴ χρήση τους.
Χρειάστηκαν καὶ πάλι παρεμβάσεις ἐπισήμων καὶ μεσιτεῖες διάφορες γιὰ νὰ δοθεῖ
στὰ 1728 στὴν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Νικολάου τὸ δικαίωμα νὰ ἔχει σήμαντρα
σιδερένια καὶ ξύλινα, ὄχι ὅμως καὶ καμπάνες.
Τὸ γεγονὸς χαιρετίστηκε ἀπὸ τοὺς Κοζανίτες μὲ πολλὴ χαρά, ἔκφραση δὲ τῆς χαρᾶς τους
ἀποτελεῖ καὶ ἡ σημείωση στὴν πίσω πλευρὰ τοῦ σχετικοῦ φιρμανιοῦ ποὺ φυλάγεται
στὴ δημοτικὴ βιβλιοθήκη· «Τό φερμάνι τοῦ Σουλτάνου Μεϊμὲτ ἀπό ὅπου ἔλεος
τοῦ ἔκαμεν σεφέρι διά νά ἔχωμεν στην ἐκκλησίαν τοῦ Ἁγίου Νικολάου σήμαντρα
σιδερένια καί ξύλινα». Πότε δόθηκε ἄδεια νὰ ἠχοῦν καὶ καμπάνες δὲν εἶναι γνωστό.
Ὁπωσδήποτε αὐτὸ συνέβη πρὶν ἀπὸ τὰ 1855 ποὺ στήθηκε τὸ κωδωνοστάσι καὶ
τοποθετήθηκαν σ᾿ αὐτὸ καὶ σήμαντρα καὶ καμπάνες.
Τὸ φιρμάνι τοῦ 1728 διὰ τὴν χρῆσιν σημάντρων
Μέ τὴν ἀνέγερση τοῦ κωδωνοστασίου οἱ Κοζανίτες «ἔβγαλαν τὸ ἄχτι τους».
Καθὼς δὲν μποροῦσαν νὰ χτίσουν ψηλὲς καὶ ἐπιβλητικὲς ἐκκλησίες,
ἔχτισαν ψηλὸ καὶ ἐπιβλητικὸ καμπαναριό.
Δὲν τοὺς ἐνδιέφερε ἡ ἐξωτερική του ἐμφάνιση καὶ ἡ λεπτὴ τέχνη, ὅσο τοὺς ἐνδιέφερε
ὁ ὄγκος καὶ προπαντὸς τὸ ὕψος του. Καὶ ἔγινε γιὰ τὴν ἐποχὴ του πραγματικὰ ψηλὸ
-ἔφτανε στὰ εἴκοσι ἕξι μέτρα, μὲ ἕξι ὀρόφους καὶ τροῦλο.
Καὶ κατασκευάστηκε τετράγωνο καὶ ἀπὸ πελεκητὴ πέτρα, ἔργο τοῦ κάλφα Ἀνδρέα
ἀπὸ τὴ Σέλιτσα (σημ. Ἐράτυρα Βοΐου). Ἡ δαπάνη, 62.152 γρόσια καὶ 37 παράδες,
καλύφτηκε ἀπὸ τὸ εἰδικὸ ταμεῖο ποὺ προοριζόταν γιὰ τὴ βελτίωση τῆς λειτουργίας τῆς σχολῆς.
Μὲ δωρεὰ δὲ τοῦ Ἠλία Κουτσιμάνη στὴν ἀνατολικὴ πλευρὰ τοποθετήθηκε ὡρολόγι,
χρήσιμο πολὺ γιὰ τὴν ἐποχή του.
Τέλος, στὰ 1939 μὲ δωρεὰ τοῦ Κωνσταντίνου Μαμάτσιου προστέθηκε ὁ ἕβδομος ὄροφος
καὶ τοποθετήθηκε σύγχρονο ὡρολόγι μὲ δεῖκτες καὶ στὶς τέσσερις πλευρὲς καὶ
στὰ 1954 ἐπανεγκαταστάθηκε ὁ τροῦλος, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ἡ ἐντοιχισμένη
ἀναμνηστικὴ πλάκα.
Τὸ κωδωνοστάσι δὲν ἔχει ἰδιαίτερη ἀρχιτεκτονικὴ ἀξία οὔτε στὴ συνολική του μορφὴ
οὔτε σὲ λεπτομέρειες, μέ ἐξαίρεση δυὸ γλυπτὲς παραστάσεις στοὺς τρίτο καὶ
τέταρτο ὀρόφους τῆς ἀνατολικῆς πλευρᾶς. Εἶναι ὅμως μεγάλη ἡ ἱστορική του σημασία
καὶ ἡ συναισθηματική του ἀξία. Καθὼς οἱ Κοζανίτες «ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων»
περιβάλλονταν ἀπὸ πολλὰ ἀμιγῆ τουρκοχώρια, μὲ τὴν καμπάνα τὴ μεγάλη τοῦ Ἅι-Νικόλα
διατράνωναν τὰ χριστιανικὰ καὶ ἐθνικὰ τους αἰσθήματα κι ἔστελναν μηνύματα ὑπομονῆς
καὶ ἐλπίδων ἀλλὰ καὶ μηνύματα ὑπεροχῆς τῆς διδασκαλίας τοῦ «Ναζωραίου» ἀπέναντι
στὰ μουσουλμανικὰ κηρύγματα τῶν χοτζάδων τῆς περιοχῆς.
Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ οἱ Τοῦρκοι τῶν γειτονικῶν χωριῶν ζήτησαν νʼ ἀπαγορευθεῖ ἡ χρήση
τῆς μεγάλης καμπάνας. Ἀλλὰ οἱ Κοζανίτες κατάφεραν νὰ διατηρήσουν τὸ δικαίωμα
νὰ τὴ χρησιμοποιοῦν καὶ μὲ τὸ γλυκό της τὸν ἦχο καὶ τοὺς συμβολισμούς του νὰ
γιορτάζουν ὅλα τὰ μεγάλα ἐθνικὰ γεγονότα καὶ νὰ καταστεῖ ἔτσι τὸ καμπαναριὸ
φορέας τῶν παραδόσεων τῆς πόλης καὶ τὸ «ἐμφανὲς σύμβολόν» της.
Σχόλιο τοῦ συντάκτη: Ἐκεῖ πρέπει νά φθάσουμε;… νά αἰσθανόμαστε καί σήμερα,
μέσα στό σπίτι μαςκιόλας, ὅτι κρατᾶμε Θερμοπῦλες; ἔ καί μή χειρότερα…
Ἀκόμη καί σήμερα στήν Ἰορδανία καί στά Ἱεροσόλυμα, παρά τήν παρουσία
μουσουλμανικοῦ καί ἑβραϊκοῦ πληθυσμοῦ, ἠχοῦν διάτρανα καί ἀνεμπόδιστα
οἱ καμπάνες τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.
Εἴχαμε τὴν Τρόϊκα, τώρα ἔχομεν καὶ τὸν Μουφτή
Ἐν κατακλεῖδι, καί ἀπό μία ἄλλη σκοπιά, οἱ ἐπαναλαμβανόμενοι ἦχοι γίνονται
μιά βιολογική συνήθεια για τόν ἀνθρώπινο ὀργανισμό.
Μετά ἀπό μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή δέν ἀκούει ὁ ἄνθρωπος τούς τακτικούς
καθιερωμένους ἤχους τοῦ γύρωθεν περιβάλλοντός του ὅταν π. χ. μένει μόνιμα
σε κάποια περιοχή. Οἱ κάτοικοι δηλ. πού διαβιοῦν κοντά σέ ἀεροδρόμια ἤ
σέ κομβικά σημεῖα σιδηροδρομικῶν ραγῶν, μετά ἀπό ἕνα χρονικό διάστημα
δέν ἐνοχλοῦνται στούς ἐκκωφαντικούς ἤχους τῶν ἀεροπλάνων καί τῶν τραίνων ἀντιστοίχως,
κατά τό συχνότατο πέρασμά τους, καθ᾿ ὅτι ὁ ἀνθρώπινος ὀργανισμός
ἔχει προσαρμοσθεῖ στό ἄκουσμά τους.
Πῶς ἐξηγεῖται λοιπόν νά ἐνοχλοῦν κάποιους μόνο οἱ καμπάνες;
Εὔλογες βεβαίως εἶναι καί οἱ ὑποψίες περί μουσουλμανικοῦ δακτύλου,
ὅπως ἐνημερωνόμαστε ἀπό ἄλλα σάϊτ. Πραγματικά ὅμως ἀναρωτιέται κανείς,
γιατί τώρα να ἐνοχληθοῦν κάποιοι καί νά βγεῖ σχετικό ἐγκύκλιο σημείωμα;
Μέχρι τώρα ἀπό τότε πού ὑπάρχουν καμπάνες, δέν ἠνοχλεῖτο κανείς!!
Οὔτε μωρά οὔτε γέροι οὔτε ὑγιεῖς οὔτε ἀσθενεῖς.
Τώρα τάχα ὅλοι ταυτόχρονα διαμαρτυρήθηκαν; Δεν εἴμαστε τόσο ἀφελεῖς.
Εἴχαμε την Τρόϊκα, τώρα καί τόν Μουφτή;
Δέν εἶναι ὑπερβολικά παράδοξο γιά τό ἕνα λεπτό καί ἄν, πού χτυπᾶ ἡ καμπάνα
τρεῖς φορές τήν Κυριακή, καί σέ κάποιες γιορτές τοῦ Χριστοῦ μας, τῆς Παναγίας μας
και τῶν ἁγίων μας μέσα στήν ἑβδομάδα, νά ἔχουν ἐνοχληθεῖ οἱ πάσχοντες
ἀπό ὑπερευαισθησία ὠτίων;
Ὑπερβολικό!
Προσκαλεῖ τοὺς πιστοὺς καὶ τοὺς ἀπίστους εἰς τὸν Παράδεισον
Ἡ καμπάνα ἔχει δυναμικό ρόλο στή λατρευτική μας παράδοση.
Προσκαλεῖ τούς πιστούς καί τους ἀπίστους στόν Παράδεισο.
Ὅπως ὁ Νῶε τότε προσκαλοῦσε τούς πάντες στήν Κιβωτό γιά νά σωθοῦν.
Ὑπάρχει δηλαδή θεολογική σημασία στήν καμπάνα.
Τό νά γίνεται ἠπιότερη καί συντομότερη κρούση τῶν καμπανῶν στήν ἤδη ἤπια
και σύντομη κρούση τους, σημαίνει κατάργηση τοῦ χτυπήματος.
Ἡ Ἐκκλησία μας ὡς Σῶμα Χριστοῦ καί μάλιστα μέσα στό λίκνο τῆς ὀρθοδοξίας,
τήν Ἑλλάδα, θα πρέπει νά συνεχίσει νά χτυπᾶ ὄχι ὅπως πάντα ἀλλά καί ἀκόμη
δυνατότερα καί περισσότερο τίς καμπάνες της, στίς δύσκολες ἡμέρες
τῆς πολύπλευρης ἐξαθλιωτικῆς καί θανατηφόρου κρίσεως.
Νά βοήσουν καί νά κραυγάσουν στόν Θεό ὡς σεμνή παράκληση γιά τό ἔλεός Του.
Εἶναι ἡ μόνη μας ἐλπίδα! Δεν ἐννοοῦμε βεβαίως νά σημαίνουν εὐκαίρως ἀκαίρως,
γιά νά σπᾶνε τά νεῦρα τῶν γύρωθεν κατοίκων, ἀλλά στίς προβλεπόμενες
διατεταγμένες στιγμές. Ἄν σιγήσουν οἱ καμπάνες, θά κράξουν οἱ λίθοι.
Με τίς καμπάνες ἐκφράζει ἡ Ἐκκλησία διάτρανα τό πανηγῦρι της,
ἔτσι ὁμολογεῖ τήν πίστη της. Σέ ὅποιον ἀρέσει.
Ἄς πᾶνε ἀλλοῦ σέ ἄλλες γειτονιές ἤ χῶρες ὅσοι ἐνοχλοῦνται καί προτιμοῦν
νά ἀκοῦν ἄλλους ἤχους καί κραυγές μουφτήδων, χεβιμεταλλάδων,
δαιμονισμένων ἤ δαιμονίων. Ἔχουν το ἐλεύθερο ἐπιλογῆς.
Ἄς μή μᾶς ἐπιβάλλουν ὅμως τίς δικές τους προτιμήσεις.
Ἡ ἱστορία ἔχει δείξει πώς ἡ στέρηση τῆς ἐλευθερίας ὁδηγεῖ πάντοτε σέ ἀπρόσμενες καταστάσεις…
Ταπεινά φρονοῦμε πώς ἡ βασική αἰτία πού ἐνοχλοῦνται κάποιοι ἀπό τίς καμπάνες,
εἶναι τό ὅτι δέν ἀγαποῦν ὅσο θά ᾿πρεπε τόν ἴδιο τον Χριστό καί τό Εὐαγγέλιό Του
και ὄχι ὁ ἀνυπόφορος ἦχος. Ἀκόμη και στίς ἠλεκτρικές καμπάνες
ὑπάρχουν συνδυασμοί πλήκτρων πού παράγουν γλυκεῖς εὐχάριστους ἤχους.
Ἐπιτέλους: Ἂς ποῦμε τώρα καὶ ἕνα ὄχι Ἄς ἀναλογισθοῦμε τί λόγο θά δώσουμε
ἐπί τοῦ φοβεροῦ βήματος ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ;
Μήπως καί αὐτό τό Βῆμα νά τό ἐξαφανίσουμε, ἐπειδή ἐνδεχομένως μᾶς κατηγορήσουν
γιά ρατσισμό; Μήπως ἐν τέλει κάποιους, ὅλα τους ἐνοχλοῦν;
Μά ἐπιτέλους ἄς ποῦμε καί ἕνα «ΟΧΙ» τώρα μάλιστα πού καί στον τόπο μας ἔχουν λυσσάξει
α) γιά να φτιάξουν τζαμιά,
β) νά καταργήσουν τήν εὐλογημένη γιά πολλούς λόγους ἀργία τῆς Κυριακῆς,
ὡς Ἡμέρας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τῆς θεσμοθετημένης ἀπό Μεγάλου Κωνσταντίνου
και διατηρουμένης ἕως σήμερα, ἀλλά καί πού σφάζουν πλέον στή Συρία
συστηματικά καί ἀνελέητα Χριστιανούς.
Τυχαῖος αὐτός ὁ ἰσλαμικός συνδυασμός;
Γιατί ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι ἔρχεται ἄσχημος καιρός, ὅταν ἀπό μακριά βλέπουμε
τά μαῦρα σύννεφα, καί λαμβάνουμε τά μέτρα μας, ἐνῶ τώρα προφασιζόμαστε πώς
ἡ κοινωνία μας ἔχει γίνει πλέον πολυπολιτισμική, ἄρα πρέπει νά ὑποταγοῦμε
στά ἄλλης μορφῆς μαῦρα σύννεφα;
Οἱ καμπάνες τούς πειράζουν;
Και ἄν ἡ ἀπάντηση εἶναι «Ναί, οἱ καμπάνες», γιατί νά μή ὀργανωθεῖ μια ἄλλου εἴδους
καμπάνια κατηχήσεως, πού νά ἑρμηνεύει ὄχι μόνο το βαθύτερο νόημα τῆς ὑπάρξεώς τους,
ἀλλά καί τή μοναδική ἀληθινή πίστη τῶν Χριστιανῶν σέ σύγκριση μέ αὐτήν τήν ψεύτικη,
αἱμοδιψῆ καί δαιμονιώδη τοῦ Ἰσλάμ. Θα προτείναμε στούς ἀναγνῶστες να μελετήσουν
τούς σχετικούς ἐν προκειμένῳ καταπληκτικούς διαλόγους τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ
πρός τούς Χιόνες.
osiaefxi.com/
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)