(Λουκ. η΄ 50)
Δύο τα τραγικά επακόλουθα της πτώσης των πρωτοπλάστων. Πρώτον η φθορά και δεύτερον ο θάνατος.
Δύο τραγικά επακόλουθα με διπλή μάλιστα όψη το καθένα, όπως και η φύση του ανθρώπου.
Δηλαδή ψυχοσωματική.
Φθορά σωματική με την παρουσία του πόνου και της ασθένειας. Φθορά ψυχική με την σταθερή παρουσία της αμαρτίας.
Και τέλος, φυσικό επακόλουθο των πιο πάνω, ο φυσικός – σωματικός και πνευματικός θάνατος.
Ασθένεια και θάνατος προκαλούν από τότε αφάνταστη οδύνη και αγωνία στον άνθρωπο. Και τούτο γιατί μόνον τότε αντιλαμβάνεται ο άνθρωπος το μέγεθος και την έκταση της αδυναμίας του.
Φρίττει και τρέμει, μέχρι σήμερα, ακόμα και στο απλό άκουσμα του ονόματος μιας ασθένειας, όπως για παράδειγμα του καρκίνου ή της νέας μορφής γρίπης.
Πολύ δε περισσότερο όταν βρεθεί αντιμέτωπος με την ασθένεια και το θάνατο.
Σ’ αυτό το διπλό διαχρονικό δράμα του ανθρώπου δίνει σήμερα ο Κύριος, με την παρουσία του, μια απάντηση ελπιδοφόρα.
Ότι με την παρουσία του στη γη ήρθε για να αποκαταστήσει την ισορροπία στη σχέση του ανθρώπου με το Θεό και κατ’ επέκταση στην αποκατάσταση της ισορροπίας σώματος και ψυχής. Βεβαιώνει τον άνθρωπο ότι ο ίδιος είναι η τωρινή αλλά και η μελλοντική λύση των προβλημάτων του, αρκεί να υπάρξει η αναγκαία πίστη από μέρους του ανθρώπου, αλλά και η αναγκαία κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση.
«Μη φοβού, μόνον πίστευε», είπε σήμερα ο Κύριος στον Ιάειρο, την ώρα που έσβηνε και η τελευταία του ελπίδα, αφού του αναγγέλθηκε ο θάνατος της δωδεκάχρονης κόρης του.
Αλλά και το «θάρσει, θύγατερ, η πίστις σου σέσωκέ σε», που είπε στην αιμορραγούσα γυναίκα, ήταν αρκετά για να διαβεβαιώσουν τους ανθρώπους ότι ο ίδιος είναι ο κυρίαρχος της ζωής και του θανάτου, και ότι ασθένεια και θάνατος αποκτούν μια προσωρινότητα, όπως και ο ύπνος, ως την τελική ώρα της απαλλαγής του ανθρώπου από τις συνέπειες της φθοράς και του θανάτου.
Ο ίδιος ο Ιησούς δημιούργησε όλες τις προϋποθέσεις για την απελευθέρωση του ανθρώπου από τις πιο πάνω τραγικές συνέπειες.
Δημιούργησε αυτές τις προϋποθέσεις με την ενανθρώπιση, τη διδασκαλία του, την επίγεια ζωή του, με αποκορύφωμα τη Σταυρική θυσία, την Ανάσταση και την Ανάληψη.
Πέραν από τη διαβεβαίωση ότι θα είναι διαρκώς παρών, απέστειλε και το Άγιο Πνεύμα για να ενισχύει τους ανθρώπους στις όποιες δύσκολες ώρες.
Με μια μόνο προϋπόθεση, την πίστη.
Ο Ιησούς επεμβαίνει σωματικά, αλλά όχι αναγκαστικά.
Προσφέρει όλες τις δυνατότητες, αλλά αφήνει στον άνθρωπο την ελευθερία να τις δεχθεί, ή και να τις απορρίψει.
Περιμένει από τον άνθρωπο να κάνει την αναγκαία κίνηση μέσα από την πίστη, όπως έκανε και η αιμορραγούσα γυναίκα, για να προσφέρει σαν επιβράβευση της πίστης την αναζητούμενη θεραπεία.
Το «θάρσει, θύγατερ, η πίστις σου σέσωκέ σε», είναι η καλύτερη αμοιβή, πέρα από τη θεραπεία. Αυτό το απαλό άγγιγμα «του κρασπέδου του ιματίου» του Ιησού που πέτυχε μέσα από την πίστη της, ήταν πολύ ανώτερο από το συρφετό του πλήθους που ακολουθούσε τυπικά, πιέζοντας και στριμώχνοντας ακόμα.
Αλλά και τη δύσκολη ώρα της μεγαλύτερης δοκιμασίας, χρειάζεται και πάλι η απαραίτητη πίστη για το ξεπέρασμα του φόβου και της αμφιβολίας.
«Μη φοβού, μόνον πίστευε και σωθήσεται».
Μη φοβάσαι, μόνον πίστευε. Χρειάζεται πρώτ’ απ’ όλα να ξεπεράσει ο άνθρωπος το δικό του φόβο, τη δική του ανασφάλεια.
Χρειάζεται να ξεπεράσει ο άνθρωπος τη δική του ολιγοπιστία. Στη συνέχεια θα πρέπει να προετοιμαστεί να αντιμετωπίσει την ανθρώπινη ειρωνεία, ακόμα και από τους ανθρώπους του περιβάλλοντος της θρησκείας, όπως τις ακούσαμε και στο σημερινό Ευαγγέλιο, ή τις ακούμε στην καθημερινή ζωή.
Όπως για παράδειγμα: «ο άνθρωπος πήγε στο φεγγάρι κι εσύ πιστεύεις σε Θεό, Αγίους; Ή, ακόμα, πιστεύεις στα θαύματα;» Κι όμως, αν η καρδιά δεν ανυψωθεί στο Θεό και τα γόνατα δε λυγίσουν από πίστη και όχι από απόγνωση, τότε δεν μπορεί να υπάρξει θαύμα.
Για να γίνει το θαύμα χρειάζεται η δύναμη της πίστης που θα ξεπεράσει τη φοβία του ανθρώπου και το φόβο, αλλά και την ειρωνεία των άλλων ανθρώπων.
Η πίστη είναι ένα μικρό «αντάλλαγμα» στη μεγάλη αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο που εκφράστηκε με τη σταυρική θυσία του Κυρίου, που κατά τον ίδιο, είχε σαν στόχο να μην χαθεί ο άνθρωπος αλλά να σωθεί, μέσα από τη δύναμη της πίστης.
Είπε στο Νικόδημο: «Όπως ο Μωϋσής ύψωσε το χάλκινο φίδι στην έρημο, έτσι πρέπει να υψωθεί ο Υιός του Ανθρώπου, ώστε όποιος πιστεύει σ’ αυτόν να μη χαθεί αλλά να ζήσει αιώνια» (Ιωάν. γ΄ 14 – 15).
Σε εποχή φλύαρη, φαινομενικά λογική, αλλά στην πράξη παράλογη, έρχεται και πάλι η πίστη για να αποκαλύψει τις αδυναμίες, αλλά και τη δυνατότητα του ανθρώπου, όσο κι αν τούτο ακουστικά ηχεί «παράλογα».
Ο Χριστιανισμός δεν υποτιμά τη δυνατότητα του νου, του λογικού του ανθρώπου. Δεν υποτιμά την επιστήμη.
Αντίθετα, μέσα από την επιστήμη βελτιώνει την ποιότητα της ζωής του ανθρώπου και παράλληλα βοηθά το λογικό του ανθρώπου, μέσα από την πίστη, να φτάσει στο υπερφυσικό. Η πίστη έρχεται σα συμπλήρωμα του λογικού και της επιστήμης. Έρχεται η στιγμή που επιστήμη και πίστη σηκώνουν τα χέρια.
Όμως αυτό που είναι ένδειξη αδυναμίας για την επιστήμη, για την πίστη μεταβάλλεται σε δύναμη που οδηγεί στο θαύμα και στη νίκη δύο βασικών εχθρών του ανθρώπου, της ασθένειας και του θανάτου.
Αδελφοί μου, η πίστη δίνει δύναμη και αντοχή την ώρα της δοκιμασίας και της λύπης και επιτυγχάνει το ακατόρθωτο.
Ας σταματήσουμε, λοιπόν, να μετρούμε τα πάντα με τη λογική και να μένουμε στα όρια των αισθήσεων.
Η πίστη ας λειτουργήσει έστω σαν έκτη αίσθηση.
Με τη δύναμή της μπορούμε να πλησιάσουμε το Θεό, να θεραπευθούμε από τις ασθένειες, όπως έγινε με την αιμορραγούσα γυναίκα και να ελευθερωθούμε από το θάνατο, όπως έγινε και με την κόρη του Ιάειρου.
Αυτή την πίστη ας αποκτήσουμε κι εμείς, αφήνοντας κατά μέρος τις δικές μας αμφιβολίες και τα ειρωνικά σχόλια του κόσμου. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου