Έλπίς μου ὁ Πατήρ, καταφυγή μου ὁ Υἱός, Σκέπη μου τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Τριὰς Ἁγία, δόξα Σοι.

Δεῦτε ἀπὸ θέας Γυναῖκες εὐαγγελίστριαι, καὶ τῇ Σιὼν εἴπατε· Δέχου παρ΄ ἡμῶν Χαρᾶς Εὐαγγέλια, Τῆς Ἀναστάσεως Χριστοῦ. Τέρπου, χόρευε, καὶ ἀγάλλου Ἱερουσαλήμ, τὸν Βασιλέα Χριστόν, θεασαμένη ἐκ τοῦ μνήματος, ὡς Νυμφίον προερχόμενον.


Τρίτη 4 Ιουνίου 2013

Διψάς; Κυριακή της Σαμαρείτισσας, 4η Κυριακή από το Πάσχα...


Η Ευαγγελική Περικοπή της Κυριακής της Σαμαρείτιδος αναφέρεται στο διάλογο που είχε ο Ιησούς Χριστός με μια Σαμαρείτιδα γυναίκα, η οποία μάλιστα εθεωρείτο από τους Εβραίους ως ξεπεσμένη και αμαρτωλή, που είχε αρνηθεί και προδώσει την εθνική Ιουδαϊκή της ταυτότητα. Γι’ αυτό ο Ευαγγελιστής Ιωάννης τονίζει ότι δεν συνήθιζαν να έχουν κάποια επικοινωνία ή επαφή οι Εβραίοι με τους Σαμαρείτες. Όπως, όμως, και στην περίπτωση της παραβολής του Καλού Σαμαρείτη, όπου αποδεικνύεται ότι κοντά στον Θεό δεν βρίσκεται αυτός που θεωρητικά διεκδικεί κάτι τέτοιο, αλλά εκείνος ο οποίος ποιεί το θέλημα του Θεού.
Κλικ εδώ
Έρχεται ο Χριστός σε μια πόλη της Σαμάρειας που λέγεται Συχάρ. (Σαμάρειαονομάσθηκε η πόλη που έκτισε το 880 π.Χ. ο βασιλιάς του Ισραήλ, Αμβρί, έπειτα το όρος Σομόρ που ήταν η ακρόπολή της και τέλος όλο το βόρειο βασίλειο του Ισραήλ, που καταλύθηκε από τους Ασσυρίους το 721 π.Χ. και ο ηγεμόνας τους εγκατέστησε εκεί εθνικούς από πολλά μέρη) [Η Σαμάρεια την εποχή του Ιησού Χριστού ήταν η κεντρική επαρχία του Ισραήλ, που οι κάτοικοί της είχαν νοθεύσει τη φυλή, τη γλώσσα και τη θρησκεία τους με επιρροές από γύρω λαούς και οι Εβραίοι τους περιφρονούσαν ως αιρετικούς και προδότες (δείτε καιεδώ) - γι' αυτό και ο Χριστός είπε τηνπαραβολή του Καλού Σαμαρείτη]. Εκεί ήταν η πηγή του Ιακώβ [φρέαρ του Ιακώβ], το πηγάδι που εκείνος είχε ανοίξει. Κουρασμένος ο Ιησούς από την οδοιπορία κάθισε μόνος του δίπλα από το πηγάδι, γιατί οι μαθητές του πήγαν να αγοράσουν τροφές.

Έρχεται εκεί μια γυναίκα από τη Σαμάρεια να πάρει νερό και ο Ιησούς, διψώντας ως άνθρωπος, της ζήτησε νερό.
Αυτή αντελήφθηκε από την εμφάνισή του ότι ήταν Ιουδαίος και θαύμασε πως ένας Ιουδαίος ζητά νερό από την εθνική Σαμαρείτιδα. Αν γνώριζες, της είπε, τη δωρεά του Θεού, ποιός είναι αυτός που σου ζητά να πιεί νερό, εσύ θα του ζητούσες και θα σου έδινε ζωντανό νερό. Δωρεά του Θεού είναι, επειδή θεωρεί αγαπητούς όλους, ακόμα και τους μισητούς από του Ιουδαίους εθνικούς[=ειδωλολάτρες], και προσφέρει τον εαυτό του και καθιστά τους πιστούς σκεύη δεκτικά της Θεότητάς του.
Η Σαμαρείτιδα δεν κατάλαβε το μεγαλείο του ζωντανού νερού, απορεί που θα βρεί νερό χωρίς κουβά σε ένα βαθύ πηγάδι. Έπειτα επιχειρεί να τον συγκρίνει με τον Ιακώβ, που τον αποκαλεί πατέρα, εξυμνώντας το γένος από το τόπο και εξαίρει το νερό με τη σκέψη ότι δεν μπορεί να βρεθεί καλύτερο. Όταν όμως άκουσε ότι το «νερό που θα σου δώσω» θα γίνει πηγή που τρέχει προς αιώνια ζωή, άφησε λόγο ψυχής που ποθεί και οδηγείται προς τη πίστη και ζήτησε να το λάβει για να μη ξαναδιψάσει. Ο Κύριος θέλοντας να αποκαλύπτεται λίγο λίγο, της λέγει να φωνάξει τον άνδρα της, γνωρίζοντάς της πόσους άνδρες είχε και αυτόν που έχει τώρα δεν είναι δικός της. Εκείνη όμως δεν στενοχωρείται από τον έλεγχο, αλλά αμέσως καταλαβαίνει ότι ο Κύριος είναι προφήτης και του ζητά εξηγήσεις σε θεολογικά και όχι μόνο ζητήματα.
Ρωτά πού πρέπει να λατρεύεται σωστά ο Θεός, εδώ σ' αυτό το τόπο ή στα Ιεροσόλυμα; Και τότε παίρνει την απάντηση, ότι έρχεται η ώρα οπότε ούτε στο όρος αυτό ούτε στα Ιεροσόλυμα θα προσκυνήτε τον Πατέρα. Της γνωρίζει μάλιστα ότι η σωτηρία είναι από τους Ιουδαίους, δεν είπε θα είναι, στο μέλλον, γιατί ήταν αυτός ο ίδιος. Έρχεται ώρα και είναι τώρα που οι αληθινοί προσκυνητές θα προσκυνούν το Πατέρα κατά Πνεύμα και αλήθεια.


Η Σαμαρείτισσα του ευαγγελίου έγινε στη συνέχεια
η μεγαλομάρτυρας και ισαπόστολος αγία Φωτεινή.

Γιατί ο ύψιστος και προσκυνητός Πατέρας, είναι Πατέρας αυτοαληθείας, δηλαδή του μονογενούς Υιού και έχει Πνεύμα αληθείας, το Πνεύμα το Άγιο και αυτοί που τον προσκυνούν, το πράττουν έτσι διότι ενεργούνται δι' αυτών. Ο Κύριος απομακρύνει κάθε σωματική έννοια τόπο και προσκύνηση, λέγοντας: «Πνεύμα ο Θεός και αυτοί που τον προσκυνούν πρέπει να τον προσκυνούν κατά Πνεύμα και αλήθεια». Ως πνεύμα που είναι ο Θεός είναι ασώματος, το δε ασώματο δεν ευρίσκεται σε τόπο ούτε περιγράφεται με τοπικά όρια. Ως ασώματος ο Θεός δεν είναι πουθενά, ως Θεός είναι παντού, ως συνέχων και περιέχων το πάν.
Παντού είναι ο Θεός όχι μόνο εδώ στη γη αλλά και υπεράνω της γης. Βέβαια και η ψυχή και ο άγγελος είναι ασώματα, δεν είναι όμως σε τόπο, αλλά δεν είναι και παντού, γιατί δεν συνέχουν το σύμπαν αλλά αυτά έχουν ανάγκη του συνέχοντος.
Η Σαμαρείτιδα καθώς άκουσε από το Χριστό αυτά τα εξαίσια και θεοπρεπή λόγια, αναπτερωμένη, μνημονεύει τον προσδοκώμενο και ποθούμενο Μεσσία, τον λεγόμενο Χριστό που όταν έρθει θα τα διδάξει όλα. Έτσι προλαβαίνει περί του Χριστού ότι θα διδάξει όλη την αλήθεια. Μόλις την είδε ο Κύριος τόσο θερμή της λέγει απροκάλυπτα: Εγώ είμαι ο Χριστός, που σου μιλώ. Εκείνη γίνεται αμέσως εκλεκτή ευαγγελίστρια και αφήνοντας τη στάμνα και το σπίτι της τρέχει και παρασύρει όλους τους Σαμαρείτες πρός το Χριστό και αργότερα με τον υπόλοιπο φωτοειδή βίο της (ως Αγία Φωτεινή 26 Φεβρουαρίου) σφραγίζει με το μαρτύριο την αγάπη της προς τον Χριστό.

Το παράδειγμα της Σαμαρείτισσας που μας προβάλλει η Εκκλησία μας, αποβλέπει επίσης να δώσει ένα μήνυμα ελπίδας σε όσους από εμάς έχουμε εγκλωβισθεί κι αιχμαλωτισθεί από μεγάλες αμαρτίες, να συνειδητοποιήσουμε ότι, όταν ζητήσουμε συγχώρεση από τον Θεό, και δείξουμε πραγματική μετάνοια, μας δέχεται πάλι κοντά Του. Ταυτόχρονα με την αναφορά στην έκλυτη κι αμαρτωλή ζωή της Σαμαρείτιδος γυναίκας, που άλλαξε τόσους άνδρες, με τις παράνομες σχέσεις της, η Εκκλησία μας θέλει να μας υπενθυμίσει και να μας υπογραμμίσει τη σημασία του Μυστηρίου του Γάμου.

Το πνεύμα της αληθείας 

Ιωάννη Καραβιδόπουλου,
Καθηγητή Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.
Θρησκευτικά... αλλιώς - amen.gr

Χαρακτηριστικό γνώρισμα των περικοπών του κατά Ιωάννην ευαγγελίου που αναγινώσκει η Εκκλησία μας στην περίοδο του Πεντηκοσταρίου ["Ν": δηλ. από το Πάσχα μέχρι την Κυριακή της Πεντηκοστής, η εκπληκτική περίοδος όπου δε γονατίζουμε ούτε μπροστά στο Θεό] είναι ότι παρουσιάζουν μερικά ουσιαστικά γνωρίσματα του Ιησου: Είναι ο «Κύριος και Θεός» (Κυριακή του Θωμά), ο Λόγος που δίνει ζωή στους πονεμένους (Κυριακή του παραλύτου), η πηγή που αναβλύζει νερό ζωής αιώνιας (Κυριακή Σαμαρείτιδας), το φως του κόσμου (Κυριακή του τυφλού).
Πολλές φορές τις ωραίες και υψηλές διδασκαλίες του ο Ιησούς τις απηύθυνε σε απλούς ανθρώπους που δεν είχαν κανένα εξωτερικό χαρακτηριστικό αγιότητας ή θρησκευτικής υπεροχής. Δεν απέφευγε μάλιστα να συνομιλεί και με γυναίκες, όπως η περίπτωση της σημερινής περικοπής, πράγμα το οποίο εντυπωσίασε τους μαθητές, διότι είναι μια πράξη που δεν θα την έκανε κανένας αξιοπρεπής δάσκαλος της εποχής, δεδομένου ότι δεν θεωρούνταν οι γυναίκες ισάξια προς τον άνδρα πρόσωπα και ικανά να ακούσουν μια διδασκαλία. Εν τούτοις ο Ιησούς, αποκαλύπτοντας και σαρκώνοντας στο πρόσωπό του την αγάπη του Θεού προς όλους τους ανθρώπους, βλέπει άνδρες και γυναίκες ως πλάσματα του Θεού, στα οποία θέλει να διδάξει ποιος είναι ο αληθινός Θεός και κυρίως τα οποία θέλει να λυτρώσει από τη δουλεία της φθοράς και του θανάτου.
H διήγηση του ευαγγελιστή Ιωάννη 4, 5-42 μας παρουσιάζει τον Ιησού, ο οποίος διερχόταν με τους μαθητές από τη Σαμάρεια, να συζητά στη Συχάρ, στο φρέαρ του Ιακώβ, με μια Σαμαρείτιδα γυναίκα και μάλιστα με γυναίκα, η οποία, όπως φαίνεται από τη συζήτηση, δεν υπήρξε πολύ ενάρετη και σεμνή στη ζωή της. Σ’ αυτήν τη γυναίκα, μετά από μια «τεχνική παρανοήσεων» που χρησιμοποιεί ο ευαγγελιστής για να διατυπώσει τη διδασκαλία του Ιησού, ομιλεί περί του «ζώντος ύδατος» που δεν στερεύει ποτέ, περί της «εν πνεύματι και αληθεία» λατρείας του Θεού και περί της μεσσιανικής του ιδιότητας. Από τη σημαντική αυτή συζήτηση του Ιησού με τη Σαμαρείτιδα θα σταματήσουμε σ’ ένα σημείο, στη σημαντική φράση η οποία αποκαλύπτει τι είναι ο Θεός:
«Είναι όμως κοντά ο καιρός, ήρθε κιόλας, που όσοι πραγματικά λατρεύουν, θα λατρέψουν τον Πατέρα με τη δύναμη του Πνεύματος, που αποκαλύπτει την αλήθεια - γιατί έτσι τους θέλει ο Πατέρας αυτούς που τον λατρεύουν. Ό Θεός είναι πνεύμα. Κι αυτοί που τον λατρεύουν πρέπει να τον λατρεύουν με τη δύναμη του Πνεύματος, που φανερώνει την αλήθεια» ["Ν": στο αρχαίο: "εν πνεύματι και αληθεία" - κατά λέξιν σημαίνει "με πνεύμα και αλήθεια"].
Τα λόγια αυτά τα προφέρει ο Χριστός σαν απάντηση στο ερώτημα της Σαμαρείτιδας, πού είναι πιο σωστό να λατρεύεται ο Θεός, στο Ναό της Ιερουσαλήμ όπως πίστευαν οι Ιουδαίοι ή στο όρος Γαριζείν όπως ήθελαν οι Σαμαρείτες. Με την απάντηση αυτή μετατίθεται το θέμα από τον τόπο στον τρόπο της λατρείας του Θεού, αυτόν ακριβώς τον τρόπο φανερώνει στους ανθρώπους ο Ίησούς Χριστός. Είναι χαρακτηριστικές οι λέξεις «πνεύμα» και «αλήθεια» που δεσπόζουν στην απάντηση. Σε άλλο σημείο του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου ο Ιησούς ενώνει πιο στενά τους δύο αυτούς όρους λέγοντας: «το πνεύμα της αληθείας θα σας οδηγήσει σε όλη την αλήθειαν» (κεφ. 16, στίχ. 13).
Πρόκειται για την πιο υψηλή διατύπωση περί του Θεού και περί του τρόπου λατρείας του, την οποία δεν συλλαμβάνει κανείς θεωρητικά αλλά ζώντας μέσα στην αλήθεια και στο πνεύμα του Θεού και οδηγούμενος από το Άγιο Πνεύμαπου είναι το Πνεύμα της αλήθειας. 
Πρόκειται σε τελευταία ανάλυση για δώρο του Θεού που προσφέρεται διά του Χριστού στην ανθρωπότητα. Η αλήθεια δεν είναι κατάκτηση της νοητικής δυνάμεως του ανθρώπου, δεν είναι το βέβαιο συμπέρασμα μιας σειράς συλλογισμών αλλ’ η μείζων πρότασή τους. Είναι, με άλλα λόγια, αποκάλυψη Θεού, είναι το σαρκωμένο πρόσωπο του Λόγου που διακηρύττει ότι ο ίδιος είναι η Αλήθεια. Συνεπώς η αλήθεια δεν είναι μια ιδέα, αλλά ένα πρόσωπο, μια ζωή, που θυσιάζεται για να προσφέρει ακόμη περισσότερη ζωή στους ανθρώπους.
 
Η διακήρυξη ότι «εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν τον Θεόν» [με πνεύμα και αλήθεια πρέπει να προσκυνάμε το Θεό] πρέπει να μας αφυπνίζει πάντοτε και να μας υπενθυμίζει ότι ο τρόπος που λατρεύουμε τον Θεό δεν μπορεί να έχει καμιά σχέση με την ψεύτικη ικανοποίηση της συνειδήσεώς μας, με την επιφανειακή τήρηση του γράμματος, με τον ποσοτικό υπολογισμό των πράξεών μας, με την ωφελιμιστική σκέψη της αμοιβής. Επίσης, δεν μπορεί να έχει σχέση με την τυποποίηση της στάσεως μας προς τον Θεό μέσα σε καθιερωμένες και ξηρές λέξεις ή εκφράσεις που δεν ζούμε το περιεχόμενό τους. Το «εν πνεύματι και αληθεία» σημαίνει ζωή εν Χριστώ και ζωή εν αγίω Πνεύματι - με άλλα λόγια, σημαίνει συμμετοχή στη ζωή της Εκκλησίας, μιας Εκκλησίας βέβαια που αποτελεί ζωντανό σώμα Χριστού και όχι οργανισμό νεκρού γράμματος ή σύνολο ξηρών τύπων.
Το μήνυμα της περικοπής, ιδιαίτερα της φράσεως του Ιησού που μας απασχόλησε περισσότερο, είναι ένα μήνυμα απαγκιστρώσεως από το ψέμα του νεκρού θρησκευτικού τύπου στο οποίο κινδυνεύει κανείς να εγκλωβισθεί, όταν ξεχνά το «πνεύμα της αληθείας» και θέλει να ικανοποιήσει συνειδητά ή ασυνείδητα το δικό του πνεύμα που μπορεί να βρίσκεται σε δρόμο πλανεμένο.

Η Σαμαρείτισσα, εμείς και η πρακτικότητα στη ζωή μας! - 

Αθανάσιος Μουστάκης - Θρησκευτικά... αλλιώς 

Περίεργος ο διάλογος του Χριστού και της γυναίκας από τη Σαμάρεια. Σημαντικός, δυναμικός και, κατά κυριολεξία, αποκαλυπτικός.
Τα ιδιότυπα στοιχεία του εμφανίζονται από την πρώτη στιγμή. «Οὐ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις». Και μόνο που ξεκινά ο Χριστός το διάλογο ταράζει τα ήθη της εποχής. «Δεν φτάνει που μιλά δημοσίως σε γυναίκα, αλλά αυτή είναι και Σαμαρείτισσα» θα σχολίαζε ο ευσεβής Ιουδαίος του καιρού Του.



Ο διάλογος φαίνεται να «σκαλώνει» από τα πρώτα σημεία του. Η γυναίκα, έχοντας ένα πρακτικό, θα λέγαμε, μυαλό φιλτράρει τα λόγια του Κυρίου μέσα από αυτή την πρακτικότητα: «Πώς θα μου δώσεις νερό αφού δεν έχεις ούτε κουβά ούτε σχοινί για να τον ρίξεις μέσα;»
«Μήπως είσαι ανώτερος από τον πατέρα μας Ιακώβ;»
«Κύριε δως μου να πιώ από αυτό το νερό, για να μη χρειάζεται πλέον να τρέχω κάθε τόσο στο πηγάδι!»
«Πού πρέπει να λατρεύουμε το Θεό; Στο όρος Γαριζίν ή στο Ναό της Ιερουσαλήμ;»
«Το ξέρω ότι θα έλθει ο Μεσσίας και θα μας οδηγήσει στην αλήθεια!»
Ο Χριστός αντιστέκεται σε αυτή την εμμονή στην πρακτικότητα, χωρίς όμως να παραβλέπει τα ερωτήματα και τις ανάγκες της γυναίκας.
Απαντά με συνέπεια σε αυτά, δίνοντας, όμως, μία άλλη διάσταση στην πραγματικότητα, την οποία η γυναίκα, αλλά και εμείς, την αντιλαμβανόμαστε τραγικά επίπεδη.
Θα λέγαμε ότι για τη γυναίκα τα πρακτικά προβλήματα απαιτούν πρακτικές λύσεις, ενώ για το Χριστό τα πρακτικά προβλήματα δικαιούνται πνευματικές λύσεις για να μας βοηθήσουν να ξεφύγουμε από τη χοϊκή τους προοπτική και να αποκτήσουν μία προοπτική αιωνιότητας.
«Όποιος πίνει από αυτό το νερό θα διψάσει πάλι. Όποιος πιεί από το νερό που θα του δώσω εγώ δε θα διψάσει ποτέ» όταν Του λέει ότι δεν έχει κουβά.
«Πήγαινε φώναξε τον άνδρα σου!» όταν σκέφτεται ότι πλέον δεν θα χρειάζεται να τρέχει κάθε τόσο στο πηγάδι.
«Πίστεψέ με, έρχεται η ώρα που ο Θεός δε θα λατρεύεται ούτε στο όρος ούτε στο ναό!» στην ερώτηση σχετικέ με το που πρέπει να λατρεύουμε το Θεό.
«Εγώ είμαι που σου μιλάω!» της λέει στην παρατήρησή της ότι ο Μεσσίας θα οδηγήσει το λαό του Θεού στην Αλήθεια.
Σιγά-σιγά, χωρίς να την αποπάρει, χωρίς να την προσβάλει την οδηγεί σε μία άλλη στάση απέναντι στα πράγματα. Τη βοηθά να κατανοήσει ποιος είναι. Μάλιστα, η γυναίκα φτάνει πολύ κοντά στο να καταλάβει την ταυτότητά Του. Είναι έτοιμη να δεχθεί την αποκάλυψη για τη μεσσιακή ιδιότητα του συνομιλητή της και Εκείνος δεν διστάζει να της την προσφέρει.
Για μία ακόμη φορά, ο Χριστός μας παίρνει από το χέρι και λίγο-λίγο, βήμα-βήμα, μας οδηγεί στην αλήθεια.


 

Αν το καλοσκεφτούμε, όλη η πορεία του Χριστού στη γη, αλλά και η Ανάστασή Του, είναι ένας αγώνας Του να μας οδηγήσει σε μία άλλη σχέση με την κτίση, με το συνάνθρωπο, με την ασθένεια, με το θάνατο, με την αμαρτία, με το Θεό.
Προσπαθεί να πλουτίσει όλες αυτές τις σχέσεις μας με την προοπτική της αιωνιότητας. Να μας απεγκλωβίσει από ψευτοδιλήμματα που μας φθείρουν (π.χ. «πού πρέπει να λατρεύουμε το Θεό;») και να μας οδηγήσει έτσι ώστε η λατρεία προς το Θεό και, ευρύτερα, η σχέση μας μαζί Του να προσδιορίζεται από δύο παραμέτρους: τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος και τη συναίσθηση της Αλήθειας, στην οποία Αυτό μας οδηγεί.

Μόνο τότε οι, κάθε είδους, σχέσεις θα γίνουν αυθεντικές, καινές, αιώνιες και θα μπορέσουμε να δούμε τον έτερο, τον πλησίον, μέσα από μια άλλη οπτική γωνία, αυτή της Ανάστασης και της χάριτος του Αγίου Πνεύματος.
Νερό, λοιπόν, και από τη Σαμαρείτισσα και από το Χριστό! Ποιο διαλέγουμε;
Ας αφήσουμε το Χριστό να μας «πάρει από το χέρι» και να μας οδηγήσει στην υπέρβαση της πρακτικότητας, που διακρίνει το σύγχρονο άνθρωπο.
Αν Τον εμπιστευθούμε, όπως η αγία Φωτεινή, τότε θα ξεδιψάσουμε μια και καλή!
Χριστός ανέστη!

Η αληθινή λατρεία 
 
† Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτη
Εωράκαμεν - Θρησκευτικά... αλλιώς
Ο αληθινός Θεός, διακηρύσσει ο Χριστός, είναι πνεύμα. Δηλαδή, δεν είναι όπως οι ψεύτικοι θεοί των ειδωλολατρών, που είναι ξύλινα ή αργυρά ή χρυσά αγάλματα και τα έκλειναν μέσα σε καλλιμάρμαρους ναούς και τα φύλαγαν να μην τα κλέψουν. Ο αληθινός Θεός δεν είναι ύλη, δεν είναι υλικό σώμα, που περιορίζεται σε τόπο και χρόνο. Ο αληθινός Θεός είναι πνεύμα, είναι άυλος,  ασώματος, αόρατος, και βρίσκεται παρών σε κάθε τόπο και χρόνο.
Ο άνθρωπος με την ψυχή , με το πνεύμα του, συγγενεύει με το Πνεύμα, με το Θεό. Ο άνθρωπος ''εικών του Θεού'' (Α΄Κορινθίους 11,7 ), μπορεί με το πνεύμα του να επικοινωνήσει με το Θεό και να τον λατρεύσει. Η λατρεία είναι πνευματική. Η λατρεία στο χριστιανισμό δεν είναι θυσίες ζώων και ανθρώπων, αλλά είναι νοερά, πνευματική λατρεία. Ο άνθρωπος, σ' οποιοδήποτε σημείο της γης κι αν  βρίσκεται, είτε στα βάθη των σπηλαίων είτε στα ύψη του ουρανού είτε στα πελάγη των θαλασσών, μπορεί να υψώσει  το νου και την καρδιά του προς τα άνω και να λατρεύσει το Θεό. Ολόκληρο το υλικό σύμπαν είναι ένας ωραίος ναός του Θεού , αλλά και πέρα από το υλικό σύμπαν ναός αχειροποίητος είναι ψυχή , το πνεύμα του ανθρώπου. Πνεύμα είναι ο Θεός και ''εν πνεύματι'' πρέπει να προσκυνείται.
Αλλά προσθέτει και ''εν αληθεία''. Όχι μόνο θεωρητικώς αλλά και πρακτικώς πρέπει να λατρεύεται. Και εξηγούμεθα. Ο Θεός, ο αληθινός Θεός, είναι δίκαιος; δίκαιος πρέπει να είναι και ο άνθρωπος που τον λατρεύει. Ο Θεός είναι φιλάνθρωπος; φιλάνθρωπος πρέπει να είναι και ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος μιμητής του Θεού στην καθημερινή του ζωή. Εάν όμως ο Χριστιανός δεν φροντίζει να αποκτήσει τις θεϊκές αρετές, αλλά ζει με αδικία, με ψέματα, με κακία και μοχθηρία, τότε η λατρεία του, και αν κάνει χίλιες προσευχές, δεν είναι λατρεία ''εν αληθεία''. Είναι λατρεία τυπική, λατρεία των χειλέων και όχι της καρδιάς. Θεωρία και πράξις πρέπει να συμβαδίζουν. Πίστις αληθινή και ζωή αγία, να η ''εν πνεύματι και αληθεία'' λατρεία του Θεού .

Επιδόρπιο:

ΕΛΑ ΟΠΩΣ ΕΙΣΑΙ!
Η θρησκεία της χαράς - Γελαστοί άγιοι
Αυτογνωσία 
Για την αγάπη του Θεού, τη μετάνοια, την κατάθλιψη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου