Κατ' αρχήν το θέμα αυτό είναι καθαρά πνευματικό, πού δεν έχει καμία σχέση με ένδοκοσμικές σκέψεις, φεμινιστικού είδους αντιλήψεις και λογικοκρατικές απόψεις. Το θέμα της γυναικείας αδιαθεσίας ή όπως διαφορετικά ονομάζεται το άκάθαρτον αυτής λόγω ρύσεως αίματος ή της έχούσης περίοδο, ή της γυναικός της ευρισκομένης εν άφέδρω, χρειάζεται άφ' ενός μεν θεολογικό λόγο, άφ' ετέρου δε θεολογική σιωπή.
Όφείλουμε να διατυπώσουμε τη θέση της Εκκλησίας, ότι δεν επιτρέπεται ή προσέλευση στη Θεία Κοινωνία των γυναικών εκείνων πού βρίσκονται σε «περίοδο». Αναφέρουμε τον 2ο κανόνα του αγίου Διονυσίου, Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, ό οποίος ορίζει τα εξής: «Περί δε των εν άφέδρω γυναικών,
ει προσήκεν αύτάς ουτω διακειμένας, εις τον οίκον είσιέναι τον Θεού, ουδέ γαρ αύτάς οίμαι πιστάς ούσας και ευλαβείς, τολμήσει οντω διακειμένας ή τη τραπέζη τη αγία προσελθείν, ή του σώματος και του αίματος τον Χρίστου προσάψασθαι... εις τα άγια και τα άγια των αγίων,
ό μη πάντη καθαρός και ψυχή και σώματι, προσιέναι κωλυθήσεται». Επίσης, αναφέρουμε και τον 7ο κανόνα του αγίου Τιμοθέου Αλεξανδρείας,
ό οποίος λέγει να μην προσέρχεται ή ακάθαρτος γυναίκα, ένεκα της ρύσεως αίματος, στη Θεία Μετάληψη κατ' εκείνες τις ημέρες.
Επίσης, ό άγιος Ιωάννης ό Νηστευτής στον 17ο κανόνα του γράφει ότι
«τάς εν άφέδρω γυναίκας μηδενός των Άγιων άπτεσθαι».
Το ίδιο λέγει και ό Πέτρος ό Χαρτοφύλαξ και διάκονος της του Θεού μεγάλης Εκκλησίας
στην 18η απόκριση του, ότι δηλ.
έάν συμβούν τα συνήθη στη γυναίκα, τότε αυτή οφείλει να περιμένει την κάθαρση και δεν πρέπει να προσέρχεται στη Θεία μετάληψη των αχράντων Μυστηρίων.
Τέλος, ό άγιος Νικόδημος ό Αγιορείτης λέγει ότι
πρέπει να δεχθούμε τους παραπάνω κανόνες, να υπακούσουμε σ' αυτούς και να μη φερόμεθα «ως κριται και έξετασταί των υπό του Πνεύματος προστεταγμένων, ίνα μη ύποπέσωμεν εις τα φρικωδέστατα έπιτίμια των παραβαινόντων τους κανόνας».
Επειδή ίσως προβληθεί ή αντίρρηση ότι αυτά πού συμβαίνουν στη γυναίκα ανήκουν στη φυσική
λειτουργία του γυναικείου οργανισμού,
ό ί. Χρυσόστομος γράφει εν προκειμένω:
« Αληθινά, αυτά δεν ήσαν αμαρτία, ούτε συνιστούσαν άκαθαρσίαν.
Επειδή όμως είμεθα ελλιπείς στην πνευματική μας ανάπτυξη, ό Θεός,
με τη Θεία τον Πρόνοια, κάνοντας μας πιο προσεκτικούς,
με τις διατάξεις αυτές μας καθιστούσε πιο προσεκτικούς στη θεωρία και την τήρηση πραγμάτων πιο σημαντικών».
"Οπως γράφει, πολύ ορθά, ό αείμνηστος γέροντας και αξιόλογος ερμηνευτής
της Π. Διαθήκης π. Ίωήλ Γιαννακόπουλος,
«επειδή δια της γεννήσεως το προπατορικόν μεταδίδεται αμάρτημα,
το γονορρυές ανδρός και γυναικός ως ύπενθυμίζον την εκ του αμαρτήματος τούτου
Άδαμιαίαν και ημών ένοχήν είναι άκάθαρτον, ίνα κρατύνηται (για να μένει ζωηρά)
ή σννείδησις της ενοχής και ή ανάγκη του Λυτρωτοϋ».
Με την απαγόρευση αυτή της Θ. Μεταλήψεως ό βαθύτερος σκοπός δεν είναι ή καταδίκη της γυναίκας, όταν βρίσκεται σ'αυτή την αδιαθεσία,
Με την απαγόρευση αυτή της Θ. Μεταλήψεως ό βαθύτερος σκοπός δεν είναι ή καταδίκη της γυναίκας, όταν βρίσκεται σ'αυτή την αδιαθεσία,
άλλά ή έμπνευση και ή προοπτική του σεβασμού έναντι του ιδίου σώματος,
ή υπόμνηση του χοϊκοΰ στοιχείου του ανθρώπου και ή τόνωση της ηθικής καθαρότητος.
Είναι, τελικά, παιδαγωγία πνευματική.
αρχ.Χρυσ.Παπαθανασίου
περιοδικό ''Εφημέριος''
αρχ.Χρυσ.Παπαθανασίου
περιοδικό ''Εφημέριος''
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου