Τη νύχτα της 20ης προς 21η Αυγούστου βρισκόμουν στο γραφείο μου – έπρεπε επειγόντως να ολοκληρώσω ένα άρθρο για το πώς εκτελούν τις σοβιετικές παραγγελίες στα εργοστάσια της Τσεχοσλοβακίας. Και ξαφνικά χτύπησε το τηλέφωνο: τηλεφωνούσε ο αναπληρωτής αρχισυντάκτης της «Ρούντε πράβο» Ζντένεκ Γκόρζενι, με τον οποίον ήμασταν φίλοι. «Άκου, οι δικοί σας είναι ήδη εδώ». Εγώ δεν το πίστεψα: θεωρούσα ότι η απειλή της εισβολής ήταν ανοησία. Ενώ αυτός ξανατηλεφώνησε: «Άκου, τι βουητό επικρατεί». Ανοίγω τα παράθυρα, ο ουρανός βουίζει: κάθε 30 δευτερόλεπτα προς την κατεύθυνση του αεροδρομίου Ρούζινε πετούσαν τα IL. Ανοίγω το ραδιόφωνο και ακούω την ανήσυχη φωνή του εκφωνητή του ραδιοφώνου της Πράγα: «Όλοι, όσοι δεν κοιμάστε, ξυπνήστε αυτούς που κοιμούνται. Σημαντική κυβερνητική ανακοίνωση. Κατά παράβαση της συμμαχικής συνθήκης τα στρατεύματα της ΕΣΣΔ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας διέσχισαν τα σύνορα της Τσεχοσλοβακίας...» Ενώ το πρωί έξω από το παράθυρο του γραφείου είδα ένα άρμα μάχης. Στεκόταν ακριβώς πάνω στις γραμμές του τραμ. Σκέφτηκα: «Γιατί έπρεπε να το βάλουν πάνω στις γραμμές, αφού εμποδίζει την κίνηση». Στις πόλεις οι πολίτες της Πράγα συγκεντρώνονταν κατά πλήθη και διαμαρτύρονταν έντονα. Αλλά αρχικά δεν τους πέρασε καν από το μυαλό περί κατοχής. Στους Σοβιετικούς στρατιώτες, που συνέχεια έβγαζαν τα κεφάλια τους από τις καταπακτές, όπου μάλλον έκανε αφόρητη ζέστη εκείνη την Αυγουστιάτικη μέρα, οι πολίτες προσπαθούσαν να εξηγήσουν: εδώ η ζωή είναι ειρηνική, γιατί ήρθατε; Κι εγώ συζήτησα με τους στρατιώτες μας. Και έμεινα έκπληκτος. Ο ένας θεωρούσε ότι βρίσκονται στη Γερμανία. Ένας άλλος είπε ότι ήρθαν για να προστατεύσουν τους Τσέχους από τους φασίστες, οι οποίοι σύντομα θα καταλάβουν την Τσεχοσλοβακία. Με λίγα λόγια, επαναλάμβαναν τις ανοησίες της προπαγάνδας. Ενώ στα μάτια των παιδιών μας έβλεπες μία έκπληξη. Έβλεπαν μία όμορφη πόλη, καλοντυμένους ανθρώπους, βιτρίνες γεμάτες με προϊόντα και τρόφιμα, που τότε στην ΕΣΣΔ δεν υπήρχαν...
Μέχρι τη στιγμή της εισβολής ο Βλάντλεν Κριβοσέγιεφ εργαζόταν ήδη επί τρία χρόνια στην Τσεχοσλοβακία, ετοίμαζε για τη στήλη «Η εμπειρία των φίλων μας» άρθρα για την οικονομική μεταρρύθμιση, δηλαδή την προσπάθεια του συνδυασμού μηχανισμών της αγοράς με μία σχεδιασμένη οικονομία. Το υλικό τυπωνόταν, αν και ο αρθρογράφος δεν έκρυβε τον ενθουσιασμό του σχετικά με όσα έβλεπε. Αλλά μετά την εισβολή ήρθε εντολή – ο Κριβοσέγιεφ να ανακληθεί. Ο πρώην ανταποκριτής στην Πράγα έλαβε, ουσιαστικά, ένα «εισιτήριο λύκου», για αρκετό καιρό έμεινε άνεργος, ενώ μετά με δυσκολία βρήκε δουλειά σε τουριστικό γραφείο. Τα γεγονότα του Αυγούστου του 1968 άλλαξαν απότομα τη μοίρα του, τον ανάγκασαν να επανεξετάσει πολλά πράγματα. Ο ίδιος εξηγεί την αιτία των γεγονότων του 1968 ως εξής:
Τα στρατιωτικά «γεράκια» από την ΕΣΣΔ ήθελαν να αναπτυχθούν στρατεύματα στην Τσεχοσλοβακία. Τέσσερις φορές απευθύνθηκαν στον πρόεδρο Νοβότνι με αυτό το αίτημα. Ο ίδιος κάθε φορά απαντούσε: δεν υπάρχει ανάγκη για μία στρατιωτική βάση, σε περίπτωση ανάγκης τα στρατεύματα θα είναι στην Τσεχοσλοβακία σε 2-3 ώρες. Κάτι που ουσιαστικά συνέβη. Στις πολιτικές αρχές στο Κρεμλίνο, στους σοβιετικούς ανθρώπους εμφυσούσαν την άποψη, ότι ο τσεχοσλοβάκικος μετασχηματισμός αποτελούσε μία απόρριψη του σοσιαλισμού, ότι η χώρα απειλείται από στρατιωτική εισβολή της Δυτικής Γερμανίας. Κι εδώ πρέπει να παραδεχτούμε, ότι οι μεταρρυθμίσεις της «Άνοιξης της Πράγας» θα μπορούσαν να γίνουν επικίνδυνο παράδειγμα για το σοβιετικό σύστημα, που ήταν απρόθυμο να μεταρρυθμιστεί.
Τι συναισθήματα βίωνε, ευρισκόμενος στην Πράγα μετά τη στρατιωτική εισβολή, ο σοβιετικός δημοσιογράφος; Ο ίδιος παραδέχεται, ότι ντρεπόταν να βγει στο δρόμο, αλλά ήταν και επικίνδυνο. Στις πόρτες του γραφείου κάποιος ζωγράφισε μία κρεμάλα. Όταν συνέβη αυτό, οι Τσέχοι φίλοι του άρχισαν κυριολεκτικά να τον προστατεύουν. Ο Βλάντλεν Κριβοσέγιεφ θυμάται:
Εκείνες τις μέρες εμένα, ενός δυνατού, νεαρού ανθρώπου, για πρώτη φορά μου πόνεσε η καρδιά.


* Η άποψη της Σύνταξης μπορεί να μη συμπίπτει με την άποψη του/της αρθρογράφου.