Έλπίς μου ὁ Πατήρ, καταφυγή μου ὁ Υἱός, Σκέπη μου τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Τριὰς Ἁγία, δόξα Σοι.

Δεῦτε ἀπὸ θέας Γυναῖκες εὐαγγελίστριαι, καὶ τῇ Σιὼν εἴπατε· Δέχου παρ΄ ἡμῶν Χαρᾶς Εὐαγγέλια, Τῆς Ἀναστάσεως Χριστοῦ. Τέρπου, χόρευε, καὶ ἀγάλλου Ἱερουσαλήμ, τὸν Βασιλέα Χριστόν, θεασαμένη ἐκ τοῦ μνήματος, ὡς Νυμφίον προερχόμενον.


Πέμπτη 28 Μαρτίου 2013

Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος (Β' Μέρος)


"ΚΟΛΛΥΒΑΔΙΚΑ   / Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης  / Άγιος Αθανάσιος Πάριος"  /ΕΚΔΟΣΕΙΣ: "Βρυέννιος"

 ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ  Πρωτοπρεσβυτέρου Καθηγητού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Β'. Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ ΣΤΑ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ  ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΡΙΟΥ
       Η επιλογή του θέματος αυτού στο παρόν συνέδριο της Πάρου, που οργανώθηκε με την εμπνευσμένη πρωτοβουλία του σεβασμιωτάτου μητροπολίτου Παροναξίας κ. Αμβροσίου και της Διοικούσης Επιτροπής του Ιερού Προσκυνήματος της Παναγίας Εκατονταπυλιανής, έχει διπλό στόχο.
Να παρουσιάσει εν πρώτοις τον βαθμό, την έκταση της χρησιμοποιήσεως του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά στα συγγράμματα και στην διδασκαλία του μεγάλου Παρίου θεολόγου.
       Δεν κομίζομεν γλαύκα εις Αθήνας.
Είναι σχεδόν γνωστά τα στοιχεία εις τους ερευνητάς και ως προς τον Άγιο Αθανάσιο, αλλά και ως προς τους δύο άλλους μεγάλους συγχρόνους του θεολόγους, τον Άγιο Μακάριο Νοταρά και τον Άγιο Νικόδημο Αγιορείτη.
 Εργάσθηκαν και οι τρεις για την ενίσχυση της ορθοδόξου αυτοσυνειδησίας, για την προστασία της Παραδόσεως, απέναντι σε ισχυρές αλλοτριωτικές επιδράσεις, απέναντι στο νεωτεριστικό πνεύμα του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επαναστάσεως, το οποίο εσάρωσε την Ευρώπη κατά τον 18ο αιώνα, πέρασε όμως, εξασθενημένο βέβαια λόγω άλλου κλίματος, και στην Ορθόδοξη Ανατολή.
Βασικά γνωρίσματά του η αθεΐα, ο αντικληρικαλισμός, ο ορθολογισμός και η εκκοσμίκευση.
Ολόκληρο το οικοδόμημα του χριστιανικού πολιτισμού σείσθηκε εκ θεμελίων.
Η εμμονή σε θρησκευτικές παραδόσεις του παρελθόντος χαρακτηρίσθηκε ως δεισιδαιμονία και σκοταδισμός, κάθε είδους αυθεντία γελοιοποιήθηκε, όπως και κάθε παραδοσιακό παιδαγωγικό μέσο, ως μοναδικό δε κριτήριο αληθείας, ως αληθινό φως, που φωτίζει και ανυψώνει, προεβλήθη η νέα θεότης, η ratio, ο ορθός λόγος, η επιστημονική γνώση.
Σε επίπεδο επίσης πρακτικής εφαρμογής αυτών των αρχών του υλισμού και της αθεΐας γελοιοποιήθηκαν οι παραδοσιακές αρετές της νηστείας, της εγκράτειας, της σωφροσύνης, και προεβλήθη ένας χονδροειδής ευδαιμονισμός που απέβλε­πε στην ικανοποίηση του στομάχου και της σάρκας, η κοιλιοδουλεία δηλαδή και ο πανσεξουαλισμός.
Κάθε τι το εκκλησιαστικό απορρίφθηκε ως μεσαιωνικό και αναχρονιστικό, ενώ κάθε τι το κοσμικό αξιολογήθηκε ως πρόοδος και εκσυγχρονισμός.
 Η εκκοσμίκευση θρονιάσθηκε μεγαλόπρεπα και στον θεωρητικό και στον πρακτικό βίο, στην θεωρία και στην πράξη.
       Οι αρχές αυτές του «Διαφωτισμού» προσδιώρισαν έκτο­τε και εξακολουθούν να προσδιορίζουν μέχρι σήμερα την ανάπτυξη του δυτικού πολιτισμού, με εμφανή βέβαια τα μελανά τους σημεία και με πικρή τη γεύση των ποικίλων αδιεξόδων για τους λαούς της Δύσεως και για τους εκδυτικισθέντας ή εκδυτικιζομένους λαούς, όπως είναι σε προχωρημένη μάλιστα φάση ο ελληνικός λαός, αλλά και άλλοι ορθόδοξοι λαοί που επιθυμούν δικαιολογημένα, για τους έχοντας κοσμικά κριτήρια, να απαλλαγούν από την υλική φτώχεια και να εισέλθουν στον παράδεισο της υλικής ευημερίας, με το σκληρό τίμημα της αλλοτριώσεως και του αφανισμού της ιδιοπροσωπείας των.

       Στην Ευρώπη παρόμοιες διεργασίες είχαν αρχίσει ήδη από του τέλους της πρώτης χιλιετίας, που ενισχύθηκαν στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας, μετά το σχίσμα, ερήμην της Ορθοδοξίας, η οποία θα μπορούσε συνθετικά να αποτρέψει και για λογαριασμό της Δύσεως την ολοκληρωτική αποδέσμευση από την Παράδοση και την άμβλυνση των νεωτεριστικών τάσεων μέσα στο χωνευτήρι της αγιοπνευματικής εμπειρίας και της αληθινής φιλοσόφου ζωής, του αληθινού φωτισμού, που βιώνεται εμφαντικά στον Μοναχισμό, αλλά και στην καθημερινή λειτουργική ζωή και πράξη της κοινότητος, της συνάξεως.
Αυτονομημένη όμως τώρα η Δύση και ξεκομμένη από την Ανατολή, στην οποία επί χίλια χρόνια μαθήτευε, έδωσε κατ' αρχήν και σε επίπεδο εκκλησιαστικό κακό παράδειγμα με τις καινοτομίες στο δόγμα και στα ήθη, ενίσχυσε τον ανθρωποκεντρισμό και τον αυταρχισμό στο πρόσωπο του αλαθήτου πάπα, καταξίωσε τον ορθολογισμό με την αριστοτελική φιλοσοφία και τον σχολαστικισμό και έστρεψε τον Μοναχισμό προς κοινωνικές και επιστημονικές δραστηριότητες.
Δεν άργησε γι' αυτό να ξεπηδήσουν μέσα από αυτές τις διεργασίες η Αναγέννηση, η Μεταρρύθμιση και ο Διαφωτισμός με τις τάσεις που καλλιεργήθηκαν μέσα στην Εκκλησία, αυτονομημένες όμως τώρα και εχθρικές προς την Εκκλησία.

       Αντιμετωπίζοντας τον Διαφωτισμό του 18ου αιώνος οι μνημονευθέντες τρεις άγιοι και μεγάλοι θεολόγοι, Μακάριος Νοταράς, Νικόδημος Αγιορείτης και Αθανάσιος Πάριος δεν ξαφνιάσθηκαν ούτε έψαξαν πολύ για να βρουν παραδοσιακά ερείσματα στα οποία θα στήριζαν τις θέσεις τους.
Ο «Διαφωτισμός» ήταν ένας Νεοβαρλααμισμός που καταδικάσθηκε στο πρόσωπο του Βαρλαάμ του Καλαβρού με συνοδικές αποφάσεις από την συνείδηση της Ορθοδόξου Εκκλησίας τον 14ο αιώνα και με πρωταγωνιστή τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά, αγιορείτη μοναχό και αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης.

Η επαναπροβολή της διδασκαλίας του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά με την μελέτη και έκδοση των έργων του, η ενίσχυση της λειτουργικής ζωής με εκδόσεις βίων αγίων και ακολουθιών, η σθεναρή υποστήριξη των παραδόσεων απέναντι σε εκσυγχρονιστικές τάσεις και η στηλίτευση του ορθολογισμού και των νέων περί παιδείας και φωτισμού αντιλήψεων συνθέτουν τις βασικές πλευρές του πνευματικού κινήματος, το οποίο προσφυώς ονομάσθηκε ησυχαστική ή φιλοκαλική αναγέννηση, ονομασία που άρχισε τώρα να επιβάλλεται στην ιστορική και θεολογική ορολογία αντί της ειρωνικής ακατάλληλης ονομασίας τους ως «Κολλυβάδων».
       Η έρις που ξέσπασε τότε στο Άγιον Όρος στη σκήτη της Αγίας Άννης, με την αντιπαραδοσιακή μετάθε­ση της τέλεσης των μνημοσυνών (Κολλύβων) από το Σάββατο στην Κυριακή, εναντίον της οποίας αντέδρα­σαν οι τρεις νέοι μεγάλοι θεολόγοι και η οποία τους προσέδωσε την ονομασία των Κολλυβάδων, δεν ήταν παρά μία μόνο ελάχιστη πτυχή του νεωτεριστικού αντιπαραδοσιακού πνεύματος, το οποίο από την Ευρώπη ορμώμε­νο έπνεε και στην Ανατολή, ακόμη και σε εκκλησιαστικούς και μοναστηριακούς κύκλους, ακόμη και στο Άγιον Όρος.
       Ήδη από το 1960 ο Le Guillou, κινούμενος βέβαια μέσα στα πλαίσια της Ρωμαιοκαθολικής Θεολογίας, προσέδωσε την αρμόζουσα ευρύτητα στο πνευματικό αυτό κίνημα, που περιοριζόταν από ξένους αλλά και από Έλληνας ερευνητάς στην έριδα γύρω από τα μνημόσυνα και τα κόλλυβα.
Σε άρθρο του με τίτλο «La renaissance spirituele du XVIII siecle» και σε ειδικό κεφάλαιο «La renaissance hesychaste» παρουσιάζει το αναγεννητικό έργο των τριών ως άνω θεολόγων.
Προτάσσει στην σειρά των ονομάτων τον Αθανάσιο Πάριο, για τον οποίο λέγει, επαναλαμβάνοντας την εκτίμηση του L. Petit, ότι είναι ο καλύτερος Έλληνας θεολόγος από το τέλος του 18ου αιώνος μετά τον Ευγένιο Βούλγαρη.
Θα μπορούσε μάλιστα κανείς κρατώντας επιφύλαξη μόνο για το επίθετο «συντηρητι­κός, συντηρητική» να υιοθετήσει πλήρως τον διδόμενο από τον Le Guillu ορισμό του κινήματος, σύμφωνα με τον οποίο ως ησυχαστική αναγέννηση χαρακτηρίζεται «η συντηρητική τάση, που εκπροσωπείται κυρίως από ομάδα τριών προσώπων, συνδεομένων διά φιλίας, τον Αθανάσιο Πάριο, τον Μακάριο Κορίνθου και τον Νικόδημο Αγιορείτη, και η οποία ως ουσιώδες γνώρισμα έχει την επιθυμία να συνεχισθεί η γνήσια ησυχαστική παράδοση».
Την γραμμή αυτή του ξένου ερευνητού πέρασε στην νεώτερη ορθόδοξη ελληνόφωνη βιβλιογραφία και την ενίσχυσε ο τότε αρχιμανδρίτης, τώρα δε μητροπολίτης Μαυροβουνίου, Αμφιλόχιος Ράντοβιτς, με την μελέτη του
«Η Φιλοκαλική Αναγέννηση του XVIII και XIX αι. και οι πνευματικοί της καρποί», με συνέπεια όχι μόνο την σταδιακή εγκατάλειψη από τους μετά ταύτα ερευνητάς του όρου «Κολλυβάδες», αλλά κυρίως την αξιολόγηση του έργου τους με την δέουσα ευρύτητα, ως έργου συνεχίσεως και ενισχύσεως της ησυχαστικής πατερικής παραδόσεως17.
       Ασφαλώς δε στο κέντρο αυτής της προσπάθειας ευρίσκεται το πρόσωπο και το έργο του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, του κατ' εξοχήν εκφραστού και κήρυκος αυτής της παραδόσεως.
Μολονότι λοιπόν δεν κομίζομεν γλαύκα εις Αθήνας ή λίθον Πάριον εις την Πάρον, θα προσπαθήσουμε συνθέτοντας γνωστά και άγνωστα ή μη χρησιμοποιηθέντα επαρκώς στοιχεία να παρουσιάσουμε σύντομα την χρήση των συγγραμμάτων και της διδασκαλίας του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά από τον Άγιο Αθανάσιο Πάριο.

       Ο δεύτερος στόχος της ιδικής μας εισηγήσεως, που προκύπτει από τον πρώτο, είναι να προωθηθεί περισσότερο η αλλαγή νοοτροπίας και κριτηρίων στην αποτίμηση του προσώπου και του έργου ιδιαίτερα του αγίου Αθανασίου Παρίου, ο οποίος, επειδή ανέλαβε το κύριο βάρος της αντιδράσεως στις νεωτεριστικές θέσεις των Ελλήνων Διαφωτιστών του 18ου αιώνος, και μάλιστα του πρώτου μεταξύ αυτών Αδαμαντίου Κοραή, έγινε στόχος αδίκων επικρίσεων και χαρακτηρισμών εκ μέρους των νεωτεριστών, όπως βέβαια και αντικείμενο επαίνων και θαυμασμού και τιμής εκ μέρους όσων γνωρίζουν την ζωή και την διδασκαλία της Εκκλησίας.

Υπάρχουν βέβαια και μεταξύ των «θύραθεν» αρκετοί ερευνηταί που αποτιμούν θετικά τον Άγιο Αθανάσιο και το λεγόμενο κίνημα των Κολλυβάδων, όπως υπάρχουν επίσης και ερευνηταί θεωρούμενοι ως ανήκοντες εις τους ένδον, εις τους καθ' ημάς, εις την ημετέραν αυλήν με αρνητική παντελώς εικόνα.
Από τους τελευταίους ενδεικτικώς θα μνημονεύσουμε δύο περιπτώσεις για να φανεί το μέγεθος της αγνοίας και της εκτροπής θεολόγων και θεολογούντων από την γνήσια πατερική ησυχαστική παράδοση. Σε διδακτορική διατριβή που υπεβλήθη πριν από τριάντα χρόνια στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης από τον Χαρίλαο Τζώγα, με θέμα
«Η περί μνημοσύνων έρις εν Αγίω Όρει κατά τον ΙΗ' αιώνα», ο συγγραφεύς γράφει τα εξής: «Εις το κίνημα των Κολλυβάδων αντικατοπτρίζεται μάλλον το συντηρητικό πνεύμα...
Το κίνημα των Κολλυβάδων είναι κυρίως προϊόν του ζηλωτισμού, ο οποίος κατά τον ΙΗ' αιώνα ευρίσκετο εις έξαρσιν εν Αγίω Όρει...
Οι ζηλωταί... έδιδον μεγαλυτέραν ση­μασίαν εις τον τύπον.
Μίαν τοιαύτην φανατικήν εκδήλωσιν λοιπόν του ζηλωτισμού, η οποία είχε πολλάς συνεπείας και επιπτώσεις και εις την Εκκλησίαν και εις την παιδείαν αποτελεί και η περί μνημοσυνών και συνεχούς μεταλήψεως έρις των Κολλυβάδων εν Αγίω Όρει»18.
Ο Ιωάννης Χατζηφώτης, πριν να εισέλθει βέβαια εις τα ενδότερα της Εκκλησίας και να αναλάβει και το έργο του εκπροσώπου της Ιεράς Συνόδου, ως «θύραθεν» μάλλον τότε στοχαστής, σε μελέτη του που δημοσιεύθηκε το 1971 με θέμα
«Ο ελληνικός διαφωτισμός προάγγελος του 21» πλέκει ύμνους στον Κοραή και καταβαραθρώνει τον άγιο Αθανάσιο Πάριο γράφοντας: «Ο Αθανάσιος Πάριος κατεχόταν πάντα από πνεύμα αντιδραστικό. Φανατικός, εριστικός, θρησκόληπτος, τα έβαλε με τον Κοραή, όταν έπεσε στα χέρια του ένα γράμμα του σοφού διδασκάλου, όπου κατηγορούσε την νηστεία.
Η μανία του ήταν τέτοια, που έφτασε να κατηγορήση όσους σπουδάζουν στη δύση για ανήθικη διαγωγή!
Η "Αντιφώνησίς" του, τυπωμένη το 1802, είναι το πιο αντιδραστικό κείμενο της περιόδου του διαφωτισμού»19.
       Εάν εγνώριζε ο αποτιμών τόσο αρνητικά τον Άγιο Αθανάσιο, ότι η «Αντιφώνησις» δεν είναι τίποτε άλλο από απλή μετάπλαση γλωσσική των όσων λέγει ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, συγκρίνοντας την ανθρώπινη σοφία με τη θεία σοφία, αλλά και η προηγούμενη πατερική παράδοση σε απόλυτη συμφωνία με την διδασκαλία του Χριστού και των Αποστόλων, ιδιαίτερα των Αποστόλων Παύλου και Ιακώβου Αδελφοθέου, δεν θα τολμούσε να κάνει αυτούς τους χαρακτηρισμούς.
Εκτός αν συνολικά η πίστη στον Θεό, στο έργο του Χριστού και της Εκκλησίας θεωρείται ως δεισιδαιμονία και σκοτάδι, όπως διεκήρυτταν τότε οι κορυφαίοι των Ευρωπαίων διαφωτιστών με προεξάρχοντα τον Βολταίρο, τις αθεϊστικές ιδέες του οποίου καταπολέμησε με σπάνια παρρησία ο Αθανάσιος Πάριος, για να προφυλάξει τους Ορθοδόξους από τις δυτικές επιδράσεις, γνωρίζοντας ότι θα έπεφταν επάνω του με ύβρεις και απειλές οι τότε και οι μετέπειτα φραγγεμένοι και ευρωπαΐζοντες λόγιοι.
Ο εξευτελίζων την νηστεία Κοραής είναι σοφός και μέγας διδάσκαλος, ενώ ο υπερασπίζων την εκκλησιαστική παράδοση Αθανάσιος Πάριος είναι φανατικός και εριστικός.
       Σύγχρονοι ερευνηταί επιχειρούν «θύραθεν», εκ των έξω, να συμβάλουν στην αποκατάσταση της ιστορικής εικόνος του Αθανασίου Παρίου, ο οποίος λόγω του ότι δεν έχουν ακόμη εκδοθή όλα τα έργα του, απουσιάζει δε και μία πλήρως διακριβωμένη βιογραφία του, αδικήθηκε και δυσφημήθηκε από τους ιδεολογικούς του αντιπά­λους20.
Είναι πράγματι μία νηφάλια τοποθέτηση, αρκεί να συνοδευθεί από την τόλμη της όχι «θύραθεν», αλλά της «ένδοθεν» μελέτης και αποτίμησης.
Με βάση μία τέτοια αποτίμηση δεν απομένει κανένα περιθώριο αρνητικής αξιολογήσεως, γιατί ο Άγιος Αθανάσιος Πάριος είναι ακριβής τηρητής και συνεχιστής της Πατερικής Παραδόσεως, μεγάλη μορφή οσίου Πατρός και ομολογητού, που επλήρωσε με συκοφαντίες και ύβρεις το θάρρος και την ακλινή απόφασή του να ομολογεί και να υπερασπίζεται την Ορθοδοξία, τους Πατέρας και τους αγίους, τη λειτουργική μεγαλοπρέπεια και λαμπρότητα, τους θεσμούς και τα ήθη της γνησίας χριστιανικής ζωής, απέναντι στον σαρωτικό άνεμο του εκμοντερνισμού και της εκκοσμίκευσης.

2. Ο Νεοβαρλααμισμός του Κοραή αποτυγχάνει. Νέα τριάς λαμπρών θεολόγων.
       Ας δούμε όμως σύντομα την εικόνα της παρουσίας του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά στα συγγράμματα και στην διδασκαλία του.
Ο Άγιος Γρηγόριος έκανε τον 14ο αιώνα αυτό που έκανε τον 8ο αιώνα ο Άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός.
Με αφορμή τις πλάνες του προδρόμου των διαφωτιστών Βαρλαάμ Καλαβρού, ο οποίος υπερεκτιμούσε την ανθρώπινη σοφία, την φιλοσοφία και τις επιστήμες, στην απόκτηση της τελειότητος και απέρριπτε ως ασυντελή και ματαία την θεία σοφία και όλες τις εκδηλώσεις της πνευματικής ζωής, προσευχή, νηστεία, κακοπάθεια, ο μέγας ησυχαστής και θεολόγος της Ορθοδόξου Εκκλησίας συνόψισε στα συγγράμματά του και αντιπαρέθεσε την εμπειρία και διδασκαλία όλων των προηγουμένων αγίων, αποστόλων και Πατέρων.
Η θέση του, που την επαναλαμβάνει και ο Άγιος Αθανάσιος, είναι συνθετική και σαφέστατη.
Η ανθρώπινη σοφία είναι καλή για την γνώση και μεταχείριση των πραγμάτων αυτού του κόσμου.
Δεν μπορεί να βοηθήσει στην πνευματική τελείωση και στην θέωση. Αν μάλιστα συνδεθεί με την ασέβεια και την αθεΐα, ή με την υποστήριξη παθών και κακιών, γίνεται πολύ επικίνδυνη21.
Αυτό είναι το αφετηριακό σημείο της ησυχαστικής έριδος του 14ου αιώνος μεταξύ Γρηγορίου Πα­λαμά και Βαρλαάμ, που εκπροσωπούν όχι προσωπικές απόψεις, αλλά δύο διαφορετικούς κόσμους και πολιτισμούς, και αυτό είναι επίσης το βασικό, το κεντρικό θέμα, μετά από τέσσερις αιώνες στην σύγκρουση τώρα μεταξύ του Αθανασίου Παρίου, ως νέου Παλαμά, και του Κο­ραή, ως νέου Βαρλαάμ.

       Ο ορθολογισμός και ο σχολαστικισμός των Δυτικών απέτυχαν τον 14ο αιώνα να περάσουν στην Ανατολή, γιατί προσέκρουσαν στην παγιωμένη επί αιώνες αγιοπνευματική εμπειρία.
Το επιχειρούν μετά από τέσσερις αιώνες ελπίζοντας πως η αμάθεια και η απουσία μεγάλων θεολογικών μορφών, λόγω των συνθηκών της δουλείας, θα επέτρεπαν τώρα να πάρουν την ρεβάνς.
Διέπραξαν όμως τώρα χειρότερο λάθος, γιατί απέτυχαν απέναντι ενός ταλαιπωρημένου και βασανισμένου λαού, ο οποίος πάντως δεν ξεπούλησε την πίστη του και δεν θαμπώθηκε από το φως των Διαφωτιστών, γιατί γευόταν το αληθινό φως της ζωής και της διδασκαλίας των αγίων, αλλά και γιατί εμφανίσθη­κε η τριάς αυτή των μεγάλων θεολόγων ο Άγιος Αθανάσιος Πάριος, ο Άγιος Μακάριος Κορίνθου και ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης.

Η Αγία Τριάς εφώτισε και ανέδειξε την νέα αυτή, την τρίτη τριάδα των θεολόγων, όπως παλαιότερα, τον 4ο αιώνα, ανέδειξε τους γνωστούς τρεις Ιεράρχας και στις κρίσιμες στιγμές του 15ου αιώνος, γύρω από τα χρόνια της συγκλήσεως της ουνιτικής συνόδου Φερράρας Φλωρεντίας, ανέδειξε την τριάδα των Ιωσήφ Βρυεννίου, Μάρκου Εφέσου του Ευγενικού και Γενναδίου Σχολαρίου.
       Δεν είχε πράγματι πολλές ελπίδες να πάρει έκταση και να περάσει στον λαό το ξενόφερτο κίνημα του Διαφωτισμού.
Περιορίσθηκε σε μικρούς κύκλους λογίων.
Παρά τον δυναμισμό που επέδειξαν οι φορείς του δεν κατάφεραν να αναμορφώσουν ουσιαστικά τις παραδοσιακές δομές της τότε κοινωνίας, και παρέμειναν τότε σαφώς μια μειοψηφία στα πλαίσια της παραδοσιακής κοινωνίας, όπως διαπιστώνει σε πρόσφατη μελέτη του ο παριστάμενος στο συνέδριό μας μελετητής του Διαφωτισμού Βασίλειος Μακρίδης22.

Ο βασικός λόγος αυτής της αποτυχίας οφείλεται εις το ότι η παραδοσιακή τότε ελληνική κοινωνία, παρά την έλλειψη σχολείων και υψηλής παιδείας, παρά τις δυσκολίες εκτυπώσεως και κυκλοφορήσεως συγγραμμάτων των Πατέρων, φοιτούσε και διδασκόταν αδιάλειπτα την αληθινή σοφία της αρετής και της αγιότητος μέσα στους χώρους λατρείας, στους ναούς και στα μοναστήρια.
Η ησυχαστική παράδοση, η τιμή και η μνήμη του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά ήσαν πάντοτε ζωντανές στο Άγιον Όρος, στην Κωνσταντινούπολη, στην Θεσσαλονίκη, αλλά και σε άλλες πόλεις, όπως προκύπτει από μαρτυρίες λειτουργικών χειρογράφων και από εικονιστικές μαρτυρίες.
Είναι ζωντανή η παρουσία του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά ακόμη και στους πανηγυρικούς λόγους και στον θεολογικό προβληματισμό επιφανών θεολόγων του 16ου και του 17ου αιώνος, όπως του Μαξίμου Γραικού, του πατριάρχου Ιερεμίου Β' του Τρανού, του Νικηφόρου Μελισσηνού κ.ά., ενώ μια τοπική σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη το 1727 πανηγυρικά προσεπιβεβαιώνει τον Ησυχασμό ως επίσημη διδασκαλία της Εκκλησίας.

Είναι λανθασμένη η εντύπωση, παρατηρεί ο G. Podskalsky, πως δήθεν ο «Παλαμισμός» κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας είχε θέση μόνο στην μεταξύ των χριστιανικών ομολογιών πολεμική.
Ο ίδιος παρατηρεί ότι το αποκορύφωμα της πνευματικής ακτινοβολίας του επέτυχε ο «Παλαμισμός» από το ένα μέρος με την έκδοση της Φιλοκαλίας, που περιέχει πολλά ησυχαστικά κείμενα, από τους Μακάριο Κορίνθου και Νικόδημο Αγιορείτη, και από το άλλο μέρος με την σχεδιασθείσα από τον Αθανάσιο Πάριο και τον Νικόδημο έκδοση σε τρεις τόμους των απάντων του Γρηγορίου Παλαμά23.
        Η έκδοση αυτή δεν πραγματοποιήθηκε για δεύτερη φορά. Η πρώτη αποτυχημένη προσπάθεια έγινε από τον Δοσίθεο Ιεροσολύμων24.
Τώρα τα χειρόγραφα της εκδόσεως εστάλησαν στο τυπογραφείο των αδελφών Μαρκίδων Πούλιου στην Βιέννη. Επειδή όμως στο τυπογραφείο είχαν εκτυπωθή επαναστατικές προκηρύξεις του Ρήγα Φεραίου, οι αυστριακές αρχές εσφράγισαν το τυπογραφείο και κατέσχον όλο το υλικό.
Τα χειρόγραφα της εκδόσεως των έργων του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά χάθηκαν. Σώθηκε μόνον ο πολύ ενδιαφέρων πρόλογος της εκδόσεως, γραμμένος από τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη25.

3. Η συμβολή του Αγίου Αθανασίου Παρίου στην έκδοση των απάντων του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά
       Φαίνεται πάντως ότι η πρωτοβουλία της εκδόσεως ξεκίνησε από τον Άγιο Αθανάσιο Πάριο, ο οποίος δεν προέτρεψε απλώς τον Άγιο Νικόδημο, αλλά εργάσθηκε και ο ίδιος μεταγράφοντας από χειρόγραφα το ογκωδέστερο και σημαντικώτερο ησυχαστικό έργο του Παλαμά, τους εννέα λόγους, σε τρεις τριάδες, «Υπέρ των Ιερώς ησυχαζόντων».
Την πληροφορία για την πρωτοβουλία αυτή οφείλομε στον βιογράφο του Αγίου Νικοδήμου, συμμοναστή του Ευθύμιο Μοναχό, της συνοδείας των Σκουρταίων στις Καρυές.
Ο Ευθύμιος γράφει σχετικώς· «Εις αυτόν τον καιρόν (περί το 1784-85) παρακαλείται από τον διδάσκαλον κυρ Αθανάσιον τον Πάριον, όντα τότε εις την Θεσσαλονίκην, να κάμη τον κόπον διά να συνάξη τα άπαντα του θείου πατρός ημών Γρηγορίου του Παλαμά και να τα  καλλωπίση καθώς στοχάζεται.26την οποίαν παράκλησιν μετά χαράς την εδέχθη, μάλιστα διά την αγάπην όπου είχεν εις τον Άγιον Γρηγόριον, το εκαλλώπισε λέγω και το εστόλισε και εις την Βιένναν εστάλθη διά να τυπωθή».
Η προσωπική εργασία και βοήθεια του Αγίου Αθανασίου του Παρίου προκύπτει έμμεσα από όσα ο ίδιος ο Άγιος Νικόδημος λέγει στον διασωθέντα πρόλογο της εκδόσεως.
Σε υποσημείωση του προλόγου γράφει ότι τα συγγράμματα συγκεντρώθηκαν από χειρόγραφα των μονών Λαύρας, Βατοπεδίου και Σιμωνόπετρας, αλλά και «της περιωνύμου μονής της Αγίας Αναστασίας της κατά την επαρχίαν του αγίου Αρδαμερίου, πλησίον της Θεσσαλονίκης κειμένης». Στην μονή της Αγίας Αναστασίας είναι γνωστόν ότι εσώζοντο, και πρέπει να σώζονται μέχρι σήμερα, χειρόγραφα με τους εννέα «Υπέρ των Ιερώς ησυχαζόντων» λόγους.
Φαίνεται λοιπόν πως αυτοί οι κώδικες δόθηκαν στον Άγιο Αθανάσιο, ο οποίος τους μετέγραψε, ενώ διηύθυνε το «Ελληνομουσείον» της Θεσσαλονίκης.
Γράφει στην υποσημείωση ο Άγιος Νικόδημος· «Έσχατοι δε πάντων ευρεθέντες και οι κατά Βαρλαάμ εννέα λόγοι του θείου πατρός, οι πάντων των άλλων αυτού συγγραμμάτων ομολογουμένως τα πρωτεία και αριστεία φέροντες διά πάντων, εν τω κατά την μεγαλόπολιν Θεσσαλονίκην Ελληνικώ φροντι­στηρίω αντεγράφησαν και αυτοί αγαλλομένη χειρί»27.
Η αγαλλομένη χειρ ήταν προφανώς του συστήσαντος την έκδοση φίλου και συναγωνιστού του Αγίου Νικοδήμου Ιερομόναχου και στολάρχου του «Ελληνομουσείου» της Θεσσαλονίκης Αθανασίου του Παρίου.
Υπάρχει περί αυτού και άλλη έμμεση μαρτυρία από κείμενο του ίδιου του Αθανασίου του Παρίου, ο οποίος στο έργο του «Περί της αληθούς φιλοσοφίας ή Αντιφώνησις προς τον παράλογον ζήλον των από της Ευρώπης ερχομένων φιλοσόφων και επί αφιλοσοφία το ημέτερον γένος ανοήτως οικτειρόντων» προβαίνει σε εκτενή παρουσίαση των αγώνων του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά εναντίον του Βαρλαάμ.
Η επιχειρηματολογία του Αγίου Αθανασίου εναντίον των διαφωτιστών είναι ειλημμένη κατά το περιεχόμενο από τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά, σε ελεύθερη όμως απόδοση, όπως την ενεθυμείτο από την μεταγραφή και μελέτη των χειρογράφων στην Θεσσαλονίκη, γιατί στην Χίο όπου βρισκόταν, όταν έγραφε την «Αντιφώνηση», δεν μπορούσε να έχει μπροστά του τους κώδικες της Αγίας Αναστασίας. Γράφει σχετικώς ο Αθανάσιος περί του Αγίου Γρηγορί­ου του Παλαμά· «Ελθών λοιπόν εις Θεσσαλονίκην ο Μακάριος εκείνος και παμφαής φωστήρ, αντέταξεν επιτυχώς προς τας φλυαρίας του παράφρονος Βαρλαάμ εννέα λόγους αξίως της μεγάλης αυτού δόξης και σοφίας συγγεγραμμένους.
Εξ ων ημείς, ως εξ ακραιφνούς πηγής μη δυνάμενοι να αντλήσουμεν το σωτήριον της διδασκαλίας νάμα, ευχαριστούμεθα ν' αρυσθώμεν όμως εκ του προς αυτόν, τον μέγαν της Εκκλησίας διδάσκαλον και φωστήρα, εγκωμίου Νείλου του αγιωτάτου και σοφωτάτου Πατριάρχου της Κωνσταντινουπόλεως»28.
Το εγκώμιο του πατρι­άρχου Νείλου (1379-1388) ήταν εύκολο να το παραθέσει επί λέξει, διότι το είχε συμπεριλάβει στο τέλος του βιβλίου του «Ο Παλαμάς Εκείνος», που το ετοίμασε στην Θεσσαλονίκη, όπως θα δούμε και το εξέδωσε στην Βιέννη το 1784. 

       Και στα προλεγόμενα πάντως αυτού του τελευταίου βιβλίου είναι σαφές το ενδιαφέρον του Αγίου Αθανασίου για την έκδοση των συγγραμμάτων του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.
Εκείνο που έλειπε για να προχωρήσει η έκδοση ήταν, όπως συνήθως συμβαίνει, τα χρήματα. Γράφει ο Πάριος διδάσκαλος: «Ηξεύρω, πώς οι φιλομαθείς και λόγιοι, ήθελαν μας ζητήση προτιμότερον τα συγγράμματα του αγίου·και αληθινά ευχής έργον ηθέλαμεν κάμη· αλλά πρέπει να έχωμεν συγγνώμην, ότι η εδική μας Θεσσαλονίκη δεν ημπορεί να δώση τούτην την υπόσχεσιν. ότι εδώ αποζώσιν, αλλ' ου ζώσιν οι άνθρωποι. αν εις άλλον κανένα τόπον ήθελεν εξεγείρει ο Θεός τον ζήλον κανενός εν Θεώ δυναμένου, ας μας δηλώση την θεοφιλή γνώμην του και ουδείς φθόνος.
Ετοίμως θέλομεν χορη­γήσει τα σωζόμενα παρ' ημίν συγγράμματα». Φαίνεται ότι η έκκληση αυτή βοηθείας του Αθανασίου ώστε να εκδοθούν τα συγγράμματα βρήκε απήχηση στον εκτός Θεσσαλονίκης ζώντα Θεσσαλονικέα μητροπολίτη Ηλιουπόλεως και Θείρων Λεόντιο.
Ενθουσιασμένος ο Άγιος Νικόδημος του πλέκει το εγκώμιο και τον επαινεί για την ανάληψη των εξόδων της εκτυπώσεως: «Ούτος γαρ ο του Θεού άνθρωπος, και πιστός οικονόμος των αυτού μυστηρίων εστίν, ο δι' οικείας φιλοτίμου δαπάνης λαμπρώς λαμπρά τυπογραφία τα λαμπρά ταύτα εκδούς συγγράμματα, εις ωφέλειαν των αδελφών ως φιλάδελφος.
Έδει γαρ έδει τον ιεράρχην τα του ιεράρχου. τον περί λόγους εσπουδακότα, τα του θεολόγου· και τον Θεσσαλονικέα τα του Θεσσαλονίκης κοινοποιήσαι τοις άλλοις»29.
Ο επίσκοπος Λεόντιος εχρηματοδότησε την έκδοση και των Πανηγυρικών Λόγων Μακαρίου του Χρυσοκεφάλου, την οποίαν προλογίζει ανωνύμως ο Αθανάσιος Πάριος, ο οποίος προσέθεσε και ιδικόν του λόγον «Εις τον άγιον Γρηγόριο Παλαμάν», που εξεφωνήθη στην Θεσσαλονίκη κατά την Β' Κυριακή των Νηστειών του 1759 ή του 1768. Στην νέα έκδοση αυτών των λόγων ο συντάξας εμπεριστατωμένην εισαγωγήν αρχιμανδρίτης Ειρηναίος Δεληδήμος, στηριζόμενος σε πληροφορία του Κωνσταντίνου Κούμα στον βίο του Αγίου Νικοδήμου γράφει ότι «ο Αθανάσιος Πάριος και ο επίσκοπος Ηλιουπόλεως Λεόντιος παρεκίνησαν τον Όσιον να ετοιμάση έκδοσιν των έργων του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά»30.

4. Έργα περί του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά
        Ήδη, αναφερόμενοι στην συμβολή του Αγίου Αθανασίου ως προς την έκδοση των έργων του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, μνημονεύσαμε δύο άλλα του πονήματα που αναφέρονται στον μεγάλο ησυχαστή Πατέρα και θεολόγο.
Το ένα έργο επιγράφεται «Ο Παλαμάς Εκείνος» με όλη την συνέχεια του μακροσκελούς τίτλου, όπως συνηθιζόταν τότε.
Στο έργο αυτό ο Άγιος Αθανάσιος εκδίδει σε μετάφραση που έκανε ο ίδιος τον θαυμάσιο όντως βίο του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά που έγραψε ο Άγιος Φιλόθεος Κόκκινος, μαθητής και συναγωνιστής του στην αντιπαράθεση με τον Βαρλαάμ, κατόπιν δε και πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως.
Η μετάφραση του βίου αποτελεί το κύριο μέρος του βιβλίου, το οποίο όμως έχει πλουτισθή και με άλλα κείμενα που προέρχονται από τον Πάριο διδάσκαλο ή έχουν συνερανισθή απ' αυτόν.
Πριν από τον βίο προτάσσεται:
α) Ακολουθία του εν αγίοις πατρός ημών Γρηγορίου αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης του θαυματουργού του και Παλαμά, νεωστί συνερανισθείσα και συμπληρωθείσα εκ πολλών,
β) Ακολουθία παρακλητική, ψαλλομένη εις τον εν ιεράρχαις θείον Γρηγόριον τον της Θεσσαλονίκης αρχιποίμενα τον θαυματουργόν, εν τη μνήμη αυτού γινομένης λιτανείας περί τον θείον ναόν μετά του ιερού αυτού λειψάνου,
γ) Διάταξις, καθ' όσον ενδέχεται ακριβής περί της Λιτανείας της γενομένης μετά του ιερού Λειψάνου, εν τη Παραμονή της εορτής του θείου Πατρός ημών Γρηγορίου. Φαίνεται ότι ο Αθανάσιος Πάριος με το ενδιαφέρον του για τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά, συνετέλεσε και στην καθιέρωση της λιτανείας του ιερού Λειψάνου ή στον λειτουργικό καθορισμό του τυπικού της τελέσεως της λιτανείας, διότι πριν από τις τυπικές διατάξεις γράφει τα εξής:
«Καθώς μέχρις ημών, ουδέν εγίνετο των νυν εν τη Λιτανεία γινομένων ούτως αυτά και μετά ταύτα ενδέχεται αμεληθήναι, και αμεληθέντα τέλειον εκλείψαι και στραφήναι εις το απ' αρχής. Διά τούτο σημειούμεν ενταύθα την τάξιν, χάριν των μεταγενεστέρων»,
δ) Ετέρα παρακλητική ακολουθία, κατά πάσαν χρείαν, ψαλλομένη εις τον αυτόν Άγιον Γρηγόριον Θεσσαλονίκης τον θαυματουργόν.
ε) Κανών παρακλητικός, ψαλλόμενος εις τον θείον Δημήτριον, ενώπιον της αγίας αυτού εικόνος, όταν εν τη μνήμη αυτού εις το μέσον του ναού μεταφερομένη ιδρύεται. Ακολουθεί ως κύριο μέρος
στ) η μετάφραση του βίου του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά.  Μετά δε τον βίον συνεκδίδονται:
ζ) Συνοδική απόφασις περί της αγιότητος του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, επί πατριαρχίας Φιλό­θεου Κοκκίνου, η οποία προεκλήθη όπως γράφει στο προτασσόμενο σημείωμα ο Άγιος Αθανάσιος, επειδή ο Πρόχορος Κυδώνης, λατινόφρων και βαρλααμιστής μοναχός, σε επιστολή του προς τους Λαυριώτας μοναχούς τους ονειδίζει, επειδή εόρταζαν ως άγιο τον ιερό Γρηγόριο.
κο­λουθεί η έκδοσις δύο μικρών έργων του Αγίου Γρηγορίου δηλαδή:
η) ο Δεκάλογος της κατά Χριστόν νομοθεσί­ας, ήτοι της νέας Διαθήκης και
θ) η ομολογία της Ορθοδόξου πίστεως. Τελευταίο δε κείμενο είναι το
ι) Εγκώμιον εις τον εν Αγίοις πατέρα ημών Γρηγόριον Αρχιεπίσκοπον Θεσσαλονίκης τον θαυματουργόν, γραμμένο από τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νείλο (1379-1388)31.

       Εις τα εκτενή προλεγόμενα του έργου «Ο Παλαμάς Εκείνος», ο Άγιος Αθανάσιος εξαίρει την θεολογική δεινότητα και το έργο του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, εκθέτει δε και τους λόγους που επέβαλαν την έκδοση του έργου.
Όσα λέγει είναι πολύ ενδιαφέροντα και θα άξιζε να παρουσιασθούν στο συνέδριο, δεν αρκεί όμως ο χρόνος που έχει προσμετρηθή για κάθε εισήγηση.
Σχετίζονται, πάντως, με την επείγουσα ποιμαντική μέριμνα να ενισχυθεί η αυτοσυνειδησία των Ορθοδόξων, με την προβολή μεγάλων και αγωνιστικών πατερικών μορφών, απέναντι στις συκοφαντικές επιθέσεις της Δύσεως, εκ μέρους και των Παπικών και των Προτεσταντών.
Τα προλεγόμενα υπογράφει ο Άγιος Αθανάσιος τον Ιούλιο του 1783, και το έργο εκδίδεται στη Βιέννη το 1784 «αναλώμασι και φροντίδι του ευγενούς και φιλοκάλου ανδρός και τα μάλιστα φιλοπάτριδος Κυρίου Ιωάννου Γούτα Καυτανζώλη (= όγλου) του Θεσσαλονικέως».
       Στα πλαίσια της φιλοπαλαμικής του δραστηριότητος κατά την διάρκεια της παραμονής του στην Θεσσαλονίκη εντάσσεται και η εκφώνηση από τον Άγιο Αθανάσιο Πάριο ενός πανηγυρικού λόγου, που εκφωνήθηκε, όπως γράφεται στον τίτλο της εκδόσεως, «εν Θεσσαλονίκη, κατά την ημέραν, τούτ' έτσι την δευτέραν Κυριακήν της Αγίας Τεσσαρακοστής, εν η λαμπρώς επιτελείται η μνήμη του θείου Γρηγορίου Παλαμά».
Όπως ήδη είπαμε ο λόγος αυτός δημοσιεύθηκε ως προσθήκη στην έκδοση των Πανηγυρικών Λόγων του Μακαρίου Χρυσοκεφάλου, την οποία επιμελήθηκε ο Άγιος Αθανάσιος Πάριος32.
Κατά τον συντάκτη της εισαγωγής της δευτέρας εκδόσεως των λόγων αρχιμ. Ειρηναίο Δεληδήμο η «Κοσμόπολις» που φέρεται ως τόπος εκδόσεως πρέπει να ταυτισθεί με την Βιέννη, ο δε χρόνος να τοποθετηθεί στο έτος 1793, ενώ ως έτη εκφωνήσεως των λόγων στην Θεσσαλονίκη να θεωρηθούν τα έτη 1759 ή 176833.
Τρίτη έκδοση, μόνον του λόγου του Γρηγορίου Παλαμά, έκαμε προσφάτως ο καλός νέος ερευνητής Αθανάσιος Καλαμάτας34.

5. Η χρήση της διδασκαλίας του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά
       Μέχρις εδώ παρουσιάσαμε την συμβολή του Αγίου Αθανασίου στην έκδοση των συγγραμμάτων του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, του βίου, υμνολογικών και εγκωμιαστικών κειμένων που αναφέρονται εις αυτόν, ως και εις τον συνταχθέντα από τον ίδιο πανηγυρικό λόγο στην μνήμη του.
Η πολύ καλή γνώση των συγγραμμάτων και της διδασκαλίας του συνετέλεσε ώστε και τα ιδικά του συγγράμματα να εμποτισθούν από την ησυχαστική θεολογική παράδοση, αλλά κυρίως στο να εύρει ισχυρά ερείσματα και επιχειρήματα στην αντιπαράθεση με τους φιλοευρωπαίους διαφωτιστάς, ιδιαίτερα με τον Κοραή, ο οποίος, όπως είπαμε, ανανέωνε τον 18ο και 19ο αιώνα την βαρλααμική πλάνη του 14ου αιώνος.
Τις δύο αυτές πλευρές της επιδράσεως του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, στην δογματική του δηλαδή διδασκαλία, και στην αντιδιαφωτιστική και αντιδυτική του δράση, βλέπει κανείς ενδεικτικά σε δύο σπουδαία έργα του που κινούνται σ' αυτούς τους δύο χώρους· στο κλασικό δογματικό του έργο «Επιτομή των θείων της πίστεως δογμάτων», και στο πολυσυζητημένο και διαβεβλημένο αδίκως έργο του «Περί της αληθούς φιλοσο­φίας ή Αντιφώνησις».
 
       Στην Επιτομή, η οποία, όπως ο ίδιος γράφει, στηρίζεται στο Θεολογικόν του Ευγενίου Βουλγάρεως, το οποίο όμως διορθώνει εν πολλοίς και συμπληρώνει και τακτοποιεί, αναφέρεται, όταν η συνάφεια το απαιτεί, στα θεολογικά θέματα που έγιναν πλέον δόγματα και διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μετά τους αγώνες του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά και τις σχετικές συνοδικές αποφάσεις, όπως π.χ. στην διάκριση ουσίας και ενεργειών εν τη θεότητι, στο αν η θεία ουσία ή οι θείες ενέργειες είναι μεθεκτές από τον άνθρωπο35, με αναφορά μάλιστα ονομαστική εις τον μέγαν της Θεσσαλονίκης Γρηγόριον, στο άκτιστο φως της θείας του Κυρίου Μεταμορφώσεως, το οποίον ο Βαρλαάμ και οι μετ' αυτού εξελάμβαναν ως κτι­στό·όπως γράφει, «κατά της κακίστης ταύτης αιρέσεως, πρώτος ο θείος Γρηγόριος ο Παλαμάς συνέγραψε και μετά τούτον άλλοι»36.
Κατανοεί κανείς καλύτερα την μεγάλη σημασία του Αθανασίου Παρίου ως χρυσού κρίκου στην αλυσίδα της μεγάλης σειράς των μεγάλων διδασκάλων και αγίων, ως γνησίου συνεχιστού και διαδόχου της πατερικής παραδόσεως, αν λάβει υπ' όψιν ότι τα δύο πιο γνωστά σύγχρονα εγχειρίδια Δογματικής, που εξεπαίδευσαν και εκπαιδεύουν γενεές θεολόγων και κληρικών, των Χρ. Ανδρούτσου και Π. Τρεμπέλα, διακόπτουν αυτήν την διαδοχή και συνέχεια αγνοώντας παντελώς την σχετική προβληματολογία.
Στο τέλος της Επιτομής ο Αθανάσιος εκδίδει πάλι το πολύ προσφιλές κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας έργο του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά «Δεκάλογος της κατά Χριστόν νομοθεσίας, ήτοι της νέας Διαθήκης»37.

       Και ερχόμαστε, τελειώνοντας, στο έργο «Αντιφώνησις».
Το έργο αυτό και η «Πατρική Διδασκαλία» περισσότερο από τα άλλα έργα δέχθηκαν και δέχονται μέχρι σήμερα ομαδικά και συντονισμένα πυρά από τους διαφωτιστάς και τους Κοραϊστάς.
Δεν θα αναφερθούμε στην «Πατρική Διδασκαλία», γιατί δεν έχει σχέση με τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά.
Η «Αντιφώνησις» όμως δεν είναι τίποτε άλλο παρά συγκέντρωση και σύνθεση των όσων οι Πατέρες της Εκκλησίας, μεταξύ δε αυτών κατ' εξοχήν ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, λέγουν και διδάσκουν για την ανθρώπινη και την θεία σοφία, για την κοσμική παιδεία και επιστήμη και για τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος.
Αν οι επικριταί της «Αντιφωνήσεως» έβλεπαν συνολικά και διαχρονικά την ιστορία του Γένους και του πολιτισμού μας, δεν θα περιόριζαν το οπτικό τους πεδίο μόνο στους αρχαίους ημών προγόνους, πτωχαίνοντας την διάρκεια και τους θησαυρούς του ελληνικού πολιτισμού.
Θα το επεξέτειναν και στο Βυζάντιο, στην θαυμαστή αυτή και καρποφόρο χιλιόχρονη προσφορά χιλιάδων εργατών του πνεύματος στον θεωρητικό και στον πρακτικό βίο, στην φιλοσοφία, στις τέχνες, στην επιστήμη, στην αγιότητα.
Και τούτο ποιήσαι κακείνο μη αφιέναι. Και η κλασσική αρχαιότητα και το Βυζάντιο αχωρίστως συνιστούν τον ελληνικό πολιτισμό.
Ο φιλόσοφος των αρχαίων βίος συμπληρώθηκε και ολοκληρώθηκε και άλλαξε μέσα στο φως του Ευαγγελίου. η χριστιανική πολιτεία και ζωή, όπως μάλιστα βιώνεται γνήσια από τους μοναχούς, είναι ο νέος φιλοσοφίας βίος.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας οι νέοι σοφοί διδάσκαλοι.
Ο Σταυρός του Χριστού, που είναι σκάνδαλο για τους Ιουδαίους και μωρία για τους Έλληνες, είναι για τον Απόστολο Παύλο «Θεού δύναμις και Θεού σοφία».
Αν λοιπόν οι Διαφωτισταί δεν φοιτούσαν στην άθεη Ευρώπη των νεωτέρων χρόνων, αλλά στην ελληνορθόδοξη παράδοση των Πατέρων της Εκκλησίας, τότε θα εγνώριζαν πως ο Αθανάσιος Πάριος δεν λέγει τίποτε διαφορετικό από εκείνους, απλώς αποδίδει την διδασκαλία τους.
Απορρίπτοντας και πολεμώντας τον Αθανάσιο, απορρίπτουν και πολεμούν την αποστολική και πατερική παράδοση στο σύνολό της.

Επίλογος
        Ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος μαζύ με τους άλλους αγίους της Φιλοκαλικής Αναγεννήσεως του 18ου αιώνος εκράτησαν με την διδασκαλία και την ζωή τους την ελληνική κοινωνία στις αρχές και στις αξίες της παραδοσιακής εκκλησιαστικής ζωής.
Όταν ο Ψαλίδας θέλησε μέσω ενός Πατμίου καραβοκύρη να διαδώσει αθεϊστικές βλασφημίες και ειρωνείες εναντίον της Εκκλησίας και των θείων, σύσσωμοι οι κάτοικοι της Πάτμου, όλοι ανεξαιρέτως μέχρις ενός, αντέδρασαν και εζήτησαν από τον ηγούμενο της Ιεράς Μονής και από παρατυχόντα εκεί αρχιερέα να αναθεματίσουν τον Ψαλίδα και τον καραβοκύρη για να σταματήσει το κακό, όπως και έγινε.
Σήμερα αυτά μοιάζουν όχι μόνον πολύ μακρινά, αλλά απορρίπτονται, γιατί έχει αλλάξει η νοοτροπία, έχουν εκλείψει ο ζήλος και η αφοσίωση στις παραδόσεις.
Ο αποτυχημένος τότε Διαφωτισμός με την μειοψηφία των λογίων και διδασκάλων βοηθήθηκε από τις ιστορικές συγκυρίες και ανέτρεψε υπέρ αυτού την κατάσταση.
Οι κυβερνήσεις των Βαυαρών, οι διωγμοί εναντίον των μοναχών, η ίδρυση του Πανεπιστημίου Αθηνών με τους δυτικοτραφείς και δυτικοστραφείς καθηγητάς του, η αιχμαλωσία της Εκκλησίας στους βασιλικούς και κυβερνητικούς εκπροσώπους και πολλοί άλλοι παράγοντες, που έχουν αναλυτικά παρουσιασθή από πολλούς διανοητάς των ημερών μας και ο δουλικός ευρωπαϊσμός όλων σχεδόν των πολιτικών και της πλειονότητος των πνευματικών δυνάμεων, έχουν αλλάξει δυστυχώς το πνευματικό τοπίο.
Τώρα την μειοψηφία αποτελούν όχι οι Διαφωτισταί και οι Κοραϊσταί, αλλά όσοι συμμερίζονται την διδασκαλία των εκπροσώπων της Φιλοκαλικής Αναγεννήσεως, του Αγίου Αθανασίου του Παρίου.
Υπάρχουν βέβαια τις τελευταίες δεκαετίες αισιόδοξα μηνύματα. Έχει δρομολογηθή και βρίσκεται σε εξέλιξη με καλούς καρπούς μετά από διακόσια χρόνια μία νέα φι­λοκαλική αναγέννηση.
Η διδασκαλία του Αγίου Γρη­γορίου Παλαμά και άλλων Πατέρων, νηπτικών και ησυχαστικών, αρδεύει ικανοποιητικά την θεολογική και πνευματική ζωή. Χρειάζεται ακόμη δουλειά και προσπάθεια, προ παντός πίστη στην αλήθεια και στην μοναδικότητα της Ορθοδοξίας.
Δύο από τους τρεις μεγάλους εκπροσώπους της Φιλοκαλικής Αναγεννήσεως, ο Άγιος Αθανάσιος Πάριος και ο Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης, προέρχονται από την επαρχία σας, την Πάρο και την Νάξο.
Εκείνοι εκοπίασαν για να μελετήσουν και εκδώσουν τα έργα του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά και να προκαλέσουν έτσι την πνευματική αναγέννηση.
Ήδη και στο περασμένο συνέδριο και στο παρόν ο Άγιος Αθανάσιος Πάριος μελετάται με σοβαρότητα και ευθύνη, ετοιμάζεται δε και η έκδοση των έργων του από το Ιερό Προσκύνημα της Εκατονταπυλιανής, που συντονίζει αποτελεσματικά τις προσπάθειες. Το ίδιο μπορεί να γίνει και με τον Άγιο Νικόδημο, μολονότι ως προς αυτόν έχουν ήδη γίνει αρκετά.
Χρειάζονται ολοκλήρωση και εκκλησιαστική ευλογία και κάλυψη.
Η φιλοκαλική αναγέννηση του 20ου αιώνος δεν πρέπει να ανακοπεί.
Είναι ο καλύτερος τρόπος για να δώσουμε περιεχόμενο στους εορτασμούς των 2000 ετών της ιστορίας του Χριστιανισμού.

http://www.impantokratoros.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου