Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου. Λόγοι Γ΄ . Μέρος δέυτερο. Κεφάλαιο 1ον.
1) «Ή άγια υποκρισία»
Λόγοι Γ΄
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αποδοχή της αδικίας
«Ή άγια υποκρισία»
-Γέροντα, πόσοι είναι οι αναχωρητές[1] στο Άγιον Όρος;
- Δέν ξέρω· λένε ότι είναι επτά[2]. Έδώ καί μερικά χρόνια είναι πολύ δύσκολο νά βρή κανείς τόπο ήσυχο, γιά νά ασκητέψη.
Γι' αυτό μερικοί Πατέρες, όταν υπήρχαν ακόμη ιδιόρρυθμα[3] μοναστήρια στό Άγιον Όρος, έβρισκαν άλλον τρόπο νά ζήσουν τήν άσκηση. Π.χ. έλεγαν: «δέν μέ αναπαύει εδώ, θά πάω σε κανένα ιδιόρρυθμο νά δουλέψω, γιά νά μαζέψω χρήματα», καί οι άλλοι το πίστευαν.
Πήγαιναν σέ ιδιόρρυθμο, δούλευαν εκεί τρείς- τέσσερις μήνες καί ύστερα ζητούσαν μεγάλη αύξηση. Επειδή δέν τους τήν έδιναν, έλεγαν: «Δέν μέ συμφέρει· θά φύγω». Έπαιρναν λίγο παξιμάδι καί πήγαιναν, κρύβονταν σε καμμιά σπηλιά και ασκήτευαν.
Οι άλλοι είχαν την εντύπωση ότι πήγαν και δουλεύουν άλλου. Και αν ρωτούσαν στο μοναστήρι: «τί γίνεται, πέρασε εκείνος ό Πατέρας;», έλεγαν: «Ναί, πέρασε, άλλα τί ιδιότροπος πού ήταν! Ήθελε νά μαζέψη άπό δω χρήματα. Ζητούσε αύξηση. Καλόγερος, και νά ζητάη αύξηση! Τί καλόγερος είναι αυτός;». Όποτε, ωφελείτο ό αναχωρητής και από τήν άσκηση πού έκανε και από τίς κατηγορίες των άλλων, ωφελείτο και από τους κλέφτες.
Γιατί μάθαιναν οι κλέφτες ότι ό τάδε έχει χρήματα και πήγαιναν στην σπηλιά, τον ταλαιπωρούσαν, άλλα τελικά δεν έβρισκαν τίποτε.
- Γέροντα, πώς μπορώ νά μιμηθώ τήν αρετή μιας αδελφής, όταν κρύβεται;
- Χαμένο το’ χει νά μήν κρυφθή; Οι Άγιοι έκαναν μεγαλύτερο αγώνα, γιά νά κρύψουν τήν αρετή τους, παρά γιά νά τήν αποκτήσουν.
Ξέρετε τί έκαναν οι διά Χριστόν σαλοί; Ξέφευγαν πρώτα από τήν υποκρισία του κόσμου και έμπαιναν στον χώρο της ευαγγελικής αλήθειας. Αλλά και αυτό δεν τους έφθανε, γι' αυτό προχωρούσαν στην αγία υποκρισία γιά τήν αγάπη τού Χριστού.
Ύστερα δεν τους απασχολούσε ο,τι κι αν τους έκαναν, ο,τι κι άν τους έλεγαν οί άλλοι. Χρειάζεται όμως πολύ μεγάλη ταπείνωση, γιά νά το κάνης αυτό.
Ενώ ένας κοσμικός άνθρωπος, άν τού πή καμμιά κουβέντα ό άλλος, θίγεται ή, άν δεν τον επαινέση γιά κάτι πού κάνει, στενοχωριέται, αυτοί χαίρονταν, όταν οί άνθρωποι είχαν χαλασμένο λογισμό γι' αυτούς.
Παλιά υπήρχαν Πατέρες πού έκαναν ακόμη και τον δαιμονισμένο, γιά νά κρύψουν τήν αρετή τους και νά χαλάσουν οί άλλοι τον καλό λογισμό πού είχαν γι' αυτούς.
Όταν ήμουν στην Μονή Φιλόθεου[4], πού ήταν τότε ιδιόρρυθμο, ήταν ένας Πατέρας πού ασκήτευε προηγουμένως στην Βίγλα[5].
Αυτός, μόλις κατάλαβε ότι οι Πατέρες εκεί είχαν πάρει μυρωδιά την άσκηση του και την πνευματική του προκοπή, έφυγε με την ευλογία του πνευματικού του. «Άντε, τους είπε, βαρέθηκα νά τρώω εδώ μουχλιασμένο παξιμάδι.
Θα πάω σε κανένα ιδιόρρυθμο, νά τρώω και κρέας, νά ζήσω σάν άνθρωπος! Χαμένο τόχω νά μείνω εδώ;».
Και ήρθε στην Μονή Φιλόθεου και έκανε τόν δαιμονισμένο. Άκουσαν οι παραδελφοί[6] του ότι δαιμονίσθηκε και έλεγε ό ένας στον άλλον: «Κρίμα, ο καημένος δαιμονίσθηκε. Έμ, επόμενο ήταν νά δαιμονισθή. Έφυγε από 'δώ, γιατί βαρέθηκε το μουχλιασμένο παξιμάδι, και πήγε σέ ιδιόρρυθμο, γιά νά τρώη κρέας».
Αυτός τί έκανε; Παραπάνω από είκοσι πέντε χρόνια ούτε μαγείρευε ούτε κοιμόταν. Όλη τήν νύχτα γύριζε στους διαδρόμους μέ ένα φανάρι, γιά νά μήν κοιμάται. Όταν κουραζόταν, ακουμπούσε λίγο στον τοίχο καί, μόλις τόν έπαιρνε ό ύπνος, πετιόταν, έλεγε γιά λίγο ψιθυριστά τήν ευχή « Κύριε Ιησού Χριστέ...» καί μετά τήν συνέχιζε νοερά.
Καμμιά φορά του ξέφευγε καί ακουγόταν ή ευχή. Όταν συναντούσε κανέναν αδελφό, τού έλεγε: «Εύχου, εύχου νά φύγη το δαιμόνιο». Έτσι όλοι τόν είχαν γιά δαιμονισμένο. Ένα μικρό καλογέρι, δεκαπέντε χρόνων, μού είπε μιά μέρα: «Άντε τόν δαιμονισμένο!». «Μήν τό λές αυτό, τού είπα· αυτός έχει πολ- λή αρετή, άλλα κάνει τόν δαιμονισμένο».
Μετά τόν είχε σέ ευλάβεια. Όταν πέθανε, τόν βρήκαν οι Πατέρες νά κρατάη στά χέρια του ένα χαρτί στο όποιο είχε γράψει τό όνομα κάθε αδελφού καί δίπλα ένα παρατσούκλι, γιά νά διώξη, καί πεθαμένος ακόμη, καί τόν παραμικρό καλό λογισμό πού μπορεί νά είχε κάποιος γι' αυτόν.
Τελικά ευωδίασε. Βλέπεις, αυτός πήγε νά κρυφθή, αλλά ή Χάρις του Θεού τον πρόδωσε.
Γι' αυτό δέν πρέπει νά βγάζη κανείς συμπεράσματα γιά έναν άνθρωπο από αυτό πού φαίνεται, έάν δέν μπορη νά διακρίνη αυτό πού κρύβεται.
1. Τό 1950, οταν ό Γέροντας Παΐσιος είχε πάει στό Αγιον Όρος γιά πρώτη φορά, καθώς έψαχνε γιά τό μονοπάτι πού έβγαζε από τά Καυσοκαλύβια στην Σκήτη της Αγίας Αννης, είχε συναντήσει έναν αναχωρητή« ...μέ φωτεινό πρόσωπο- θά ήταν γύρω ατά εβδομήντα χρόνια- πού έδειχνε από τήν ενδυμασία του νά μήν είχε επαφή μέ ανθρώπους. Άπ'ολο τό παρουσιαστικό του φαινόταν Άγιος!» (Γέροντος Παϊσίου Άγιορείτου, Αγιορείται Πατέρες καί Αγιορείτικα, εκδ. Ί. Ήσυχ. "Ευαγγ. Ίω. ό Θεολόγος", Σουρωτή Θεσσαλονίκης 1993, σ. 46 κ.έ.). Όταν ρώτησε τόν ερημίτη πού μένει, εκείνος του απήντησε:« Κάπου εδώ», καί του έδειξε τήν κορυφή τοΰ Αθωνα. Αργότερα, έμπειροι Γεροντάδες του τό επιβεβαίωσαν ότι στην κορυφή τοΰ Αθωνα ζοΰσαν στην αφάνεια δώδεκα αναχωρητές.
2. Ειπώθηκε τόν Νοέμβριο του 1988.
3. Ιδιόρρυθμο ονομάζεται τό μοναστήρι στό όποιο ο κάθε μοναχός έχει δικό του πρόγραμμα καί πληρώνεται γιά τό διακόνημα πού κάνει άπό τους επιτρόπους, οί όποιοι διοικούν τό μοναστήρι.
4. 1956-1958
5. Ή έρημος της Βίγλας βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα της χερσονήσου του Άθωνα.
6. Οί μοναχοί μιας Καλύβης, οί όποιοι έχουν λάβει τήν μοναχική κουρά από τον ίδιο Γέροντα
Απόσπασμα από τις σελίδες 81-84 του βιβλίου:
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Γ΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου