Ἡ Ὑπακοή ὁδηγεῖ στήν Προσευχή καί ἡ Προσευχή στή Θεολογία
«Ἡ ὑπακοή φέρει τόν ἄνθρωπο, ὄχι μόνο σέ ἀπάθεια σωματική, ἀλλά καί πνευματική»1,
δίδασκε ἕνας ἄλλος μεγάλος σύγχρονος Γέροντας, ὁ π. Ἐφραίμ Κατουνακιώτης.
Ἀπό τήν ὑπακοή πάλι πηγάζει ἡ προσευχή, πού μυσταγωγεῖ τόν ἄνθρωπο στά Θεῖα Μυστήρια. Ἔλεγε πάλι ὁ π. Ἐφραίμ, ἀκολουθώντας τούς Ἁγίους Πατέρες: «Θέλεις νά ἀποκτήσεις προσευχή; Θέλεις, ὅταν λές τό “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ”, νά τρέχουν τά δάκρυα ποτάμι ἀπό τά μάτια σου;
Θέλεις νά ζήσεις τή ζωή τῶν ἀγγέλων; “Eὐλόγησον”, “νά ‘ναι εὐλογημένο”. Ὑπακοή»2
Ἀπό τήν ἀληθινή προσευχή στή συνέχεια, πηγάζει ἡ γνήσια θεολογία.
«Eἰ θεολόγος εἶ, προσεύξῃ ἀληθῶς, καί εἰ ἀληθῶς προσεύξῃ, θεολόγος εἶ»3. Αὐτή εἶναι ἡ κοινή πατερική θέση.
Δηλαδή: «Ἐάν εἶσαι ἀληθινά θεολόγος, τότε θά (τό ἀποδείξεις μέ τό νά) προσεύχεσαι ἀληθινά, καί ἐάν ἀληθινά προσεύχεσαι, τότε εἶσαι καί (πραγματικός) θεολόγος».
Ἡ προσευχή ὁδηγεῖ στήν ἀληθινή θεολογία καί ὁ γνήσιος θεολόγος ἀποδεικνύεται ἀπό τήν καθαρή προσευχή του.
Ὁ Θεῖος Ἔρωτας εἶναι τό κύριο θεραπευτικό μέσο τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς
Ὁ π. Πορφύριος:
α) μέ τή «χαρούμενη καί ἄκρα» ὑπακοή του καί
β) μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή του κατέστη θεοδίδακτος καί «θείῳ ἔρωτι πτερούμενος».
Ἡ ψυχή του θεραπεύτηκε.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δοθεῖ στόν Θεῖο Ἔρωτα, δέχεται ἐντός του τόν Χριστό, τόν ἀληθινό Ἰατρό τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων μας.
Βρίσκει τότε ὁ ἄνθρωπος τήν κρυμμένη «ἐντός αὐτοῦ» Βασιλεία, πού τοῦ χαρίστηκε δωρεάν μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα καί τό Ἅγιο Χρίσμα.
Ὁ Γέροντας συμβούλευε πάντα ὅτι πρέπει νά ἀγαπήσουμε τήν προσευχή, ὡς συνομιλία μέ τόν Κύριο, πρός τόν Ὁποῖον, θά πρέπει νά ἔχουμε διαρκῶς στραμμένο τό νοῦ μας, ἔτσι ὥστε νά φθάσουμε στόν Θεῖο Ἔρωτα.
Ὅταν ἡ ὑπακοή συνδυάζεται μέ προσευχή τότε πολύ γρήγορα ὁ ἄνθρωπος φθάνει στό νά ἀγαπήσει τόν Θεό, ἀνακαλύπτοντας τήν κρυμμένη ἐντός του Βαπτισματική Θεία Χάρη.
«Ἐγώ ἐκεῖ στό Ὄρος», διηγεῖτο περιγράφοντας τή ζωή του στά Καυσοκαλύβια, «πέρασα ζωή παραδεισένια. Πῆγα μικρός, ἀπό δώδεκα ἐτῶν, εἶχα δύο Γεροντάκια καί τούς ἔκανα ἄκρα ὑπακοή. Μ΄ ἔστελναν νά φέρω χῶμα, δύο τσουβάλια, γιά τά κηπάκια τους, ὥς τό μεσημέρι. Ἐγώ πήγαινα τρέχοντας, πηδώντας ξυπόλητος μέσα στά βράχια, ἀχτένιστος καί φωνάζοντας μέσ' στίς ἐρημιές: «Ἄσπιλε, Ἀμόλυντε, Ἄφθορε, Ἄχραντε...», «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» καί ἄλλα τροπάρια, πού μάθαινα ἀπ' ἔξω ἀπό τήν «Παρακλητική», ἀπό τά Μηναῖα».
Ἄν μ' ἔβλεπε κανείς, θά ἔλεγε: «Πάει αὐτό τό καλογέρι τρελλάθηκε»... Ἀλλοιώθηκε ἡ ψυχή μου ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἀλλοιώθηκε καί τό πρόσωπό μου.
Διότι κάποια μέρα, πού ἔτρεχα πάλι μέ θεῖο ζῆλο στίς δουλειές, πού μ' ἔστελναν, εἶδα, χωρίς νά τό ἐπιδιώξω, τό πρόσωπό μου σ' ἕνα τζάμι. Καί ἐθαύμασα πῶς ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ, πού ζοῦσα στό Ὄρος, εἶχε ὀμορφήνει καί ἐξωτερικά τήν ὄψη μου. Αὐτό τό λέει καί ἡ Ἁγία Γραφή: «εὐφραινομένης καρδίας τό πρόσωπον θάλλει»»4.
Ἡ φράση αὐτή, πού χρησιμοποιεῖ ἐδῶ ὁ π. Πορφύριος, εἶναι ἀπό τό βιβλίο Παροιμίαι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (κεφ. 15 στίχ.13).
Εἶναι ἀπαίτηση τῆς ψυχῆς μας, ἔλεγε, νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό.
Χωρίς αὐτήν τήν ἀγάπη ἡ ψυχή παραμένει ἄρρωστη, ἀθεράπευτη, καχεκτική, φίλαυτη, ὑπερήφανη, καταθλιμμένη, κενή, ἀνικανοποίητη...
-Τί εἶναι ὅμως ὁ Θεῖος Ἔρωτας;
-«Ὁ Θεῖος Ἔρωτας», δίδασκε ὁ Γέροντας, «εἶναι μία θεία τρέλλα, πού, ὅταν κυριεύσει τόν ἄνθρωπο, τόν ἀλλοιώνει ψυχῇ τε καί σώματι»5.
Εἶχε πάει κάποιος μοναχός στόν Γέροντα Πορφύριο καί τοῦ παραπονιόταν ὅτι στό μοναστῆρι πού ἀνῆκε, συνέχεια ἔκαναν προσευχή καί αὐτό τόν εἶχε κουράσει.
Ὁ Γέροντας σάν ἀπάντηση τοῦ εἶπε τήν ἑξῆς ἱστορία (τήν παραθέτουμε ὅπως τήν καταγράφει ὁ ἐν λόγῳ μοναχός): «Ἐρχόταν ἐδῶ μιά κοπέλλα καί ἐξομολογεῖτο. Ἦταν στήν προτελευταία τάξη τοῦ Λυκείου. Κάποτε μοῦ λέει: «Πάτερ, ἔχω ἀγαπήσει ἕνα παιδί καί δέν μπορῶ νά τό ξεχάσω. Συνέχεια τό μυαλό μου εἶναι ἐκεῖ, στό Νίκο. Λές καί ὁ Νίκος εἶναι ἐδῶ (ἔδειξε μέ τό δάκτυλο τό μέτωπό του). Πάω νά διαβάσω, ὁ Νίκος ἐδῶ. Πάω νά φάω, νά κοιμηθῶ, τίποτα. Ὁ Νίκος εἶναι ἐδῶ. Τί νά κάνω πάτερ μου;»
-Παιδί μου, τῆς εἶπα, ἐσύ εἶσαι ἀκόμα μικρή. Κάνε ὑπομονή νά τελειώσεις τό σχολεῖο καί μετά, ἐδῶ θά 'ναι ὁ Νίκος. Τώρα νά βάλεις προσπάθεια στά μαθήματά σου.
Πέρασε μιά ἑβδομάδα καί ξαναῆλθε.
-Πάτερ μου, ἀδύνατον νά συγκεντρωθῶ στά μαθήματά μου. Ὅλη μέρα, συνεχῶς, ὁ νοῦς μου, ἡ καρδιά μου εἶναι στό Νίκο. Ὁ Νίκος μοῦ ἔχει κολλήσει μέσα μου καί δέν ξεκολλάει.
(Καθώς ἔλεγε αὐτά, ἐγώ σκεφτόμουν: Μά τί σχέση ἔχουν αὐτά πού μοῦ λέει ὁ Γέροντας μέ τήν ἐρώτησή μου. Ἴσως μοῦ τό λέει νά μέ ξεκουράσει).
Ὁ Γέροντας συνέχισε (διαβάζοντας τή σκέψη μου):
-Ἐσύ τώρα θά λές: Γιατί μοῦ τά λέει αὐτά; Κι ὅμως πές μου σέ παρακαλῶ. Κάθισε αὐτή ἡ κοπέλα σέ κανένα σκαμνί;
(Ἐδῶ ὁ Γέροντας ἀναφερόταν στό χαμηλό σκαμνί, πού συνιστᾶται ἀπό ὡρισμένους πατέρες, σέ ὅσους θέλουν νά κάνουν νοερά προσευχή. Τό νόημα τῶν λόγων του εἶναι: Ἔκανε αὐτή ἡ κοπέλλα καμμιά προσπάθεια;)
-Πίεσε τόν ἑαυτό της γιά νά κολλήσει ὁ νοῦς της στό Νίκο; Ὄχι. Αὐτό ἔγινε αὐθόρμητα, ἀβίαστα μέ τήν ἀγάπη. Ἔτσι κι ἐμεῖς.
Ὅταν ἀγαπήσουμε μέ Θεῖο Ἔρωτα τό Χριστό μας, τότε χωρίς καμμία βία ἤ πίεση καί στενοχώρια, θά φωνάζουμε μέ ἀγάπη τό ἅγιο ὄνομά Του.«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ».
Κι ὅταν ἡ καρδιά εἶναι πλημμυρισμένη ἀπ' αὐτόν τόν Θεῖο Ἔρωτα, δέν χρειάζεται νά λέει ὁλόκληρη τήν εὐχή «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Πρίν τήν τελειώσει, ἡ καρδιά σταματᾶ ἐκεῖ, ἀπό ἀγάπη καί ἀγαλλίαση.
Ἄλλοτε πάλι φωνάζει μόνο τό «Κύριε...» καί σταματᾶ. Φωνάζει μυστικά, ἀλαλήτως.
Ἄλλοτε πάλι φωνάζει μόνο τό «Κύριε...» καί σταματᾶ. Φωνάζει μυστικά, ἀλαλήτως.
Κι ἔτσι λέγοντας αὐτά, μοῦ ἔδωσε ἀπάντηση στήν πρώτη μου ἀπορία, πού μόνο τή σκέφτηκα, χωρίς νά τήν ἐκφράσω. Ἔμεινα ἄναυδος. Ἀπό ἔκπληξη σέ ἔκπληξη.
Μέσα μου φούντωσε πάλι ἡ θεϊκή φλόγα καί ἔνοιωσα τήν ἐπιθυμία νά ἀρχίσω νά φωνάζω μέσα στήν καρδιά μου τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μας, μέ ἀκατανίκητη ἀγάπη»6.
Ὁ ἄνθρωπος δέν κουράζεται νά θυμᾶται τόν Θεό μέ τήν προσευχή, ὅταν ὑπάρχει ἡ ἀγάπη πρός Αὐτόν.
Ἡ ψυχή ἀγάλλεται, ὅταν θυμᾶται τό ὄνομα τοῦ Ἀγαπημένου Ἰησοῦ. Πολλές φορές ὁ ἄνθρωπος, δέν μπορεῖ νά ὁλοκληρώσει τήν εὐχή. Σταματᾶ στό «Κύριε Ἰησοῦ..» ἤ στό «Κύριε..». Αὐτό συμβαίνει διότι ἡ ψυχή του τότε, ἔχει πλημμυρίσει ἀπό τήν Θεία ἀγάπη καί μακαριότητα.
Ὁ Γέροντας τά ζοῦσε αὐτά, ἀπό μικρό καλογεράκι στά Καυσοκαλύβια. Ἔτρεχε στά διακονήματα καί συγχρόνως ἔψαλλε, ἤ προσηύχετο, ἤ ἔλεγε τήν «εὐχή». Οἱ διάφοροι ἐπισκέπτες, μερικές φορές τόν παρεξηγοῦσαν, καί νόμιζαν ὅτι δέν εἶναι «καλά στό μυαλό του». Ὅμως ὁ μικρός π. Πορφύριος ζοῦσε τόν Θεῖο Ἔρωτα, τήν θεία τρέλλα καί νοερά βρισκόταν συνεχῶς μέ τόν Κύριο7.
____________________________________________________________________________
1 Γέροντας Ἐφραίμ Κατουνακιώτης, Ἔκδοση Ἱ. Ἡσυχαστηρίου «Ἅγιος Ἐφραίμ», Κατουνάκια Ἁγίου Ὄρους, 2000, σελ. 161( στό ἑξῆς : Γέροντας Ἐφραίμ Κατουνακιώτης).
2 Γέροντας Ἐφραίμ Κατουνακιώτης σελ. 162.
3 TLG, Work #024 79.1180.22 to Work #024 79.1180.23.
4Ἀγαπίου Μοναχοῦ, Ἡ θεϊκή φλόγα πού ἄναψε στήν καρδιά μου ὁ Γέρων Πορφύριος, Ἀθῆναι 1999, σελ.24-26 (στό ἑξῆς: Ἡ Θεϊκή φλόγα).
5Ἡ Θεϊκή φλόγα, σελ. 26.
6 Ἡ Θεϊκή φλόγα, σελ. 23-25.
7 Ὅ.π. σελ. 24-26.
Ἀπόσπασμα ἀπό τό Βιβλίο:Ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς κατά τόν Γέροντα Πορφύριο.Β΄ ΕΚΔΟΣΗ ΕΠΗΥΞΗΜΕΝΗ (Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτου). Σχῆμα 14Χ20.5 ,Σελίδες: 170, Τιμή: 7€, Παραγγελίες στό τηλέφωνο 6944577885 ἤ στό e- mail: hristospanagia@yahoo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου