Έλπίς μου ὁ Πατήρ, καταφυγή μου ὁ Υἱός, Σκέπη μου τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Τριὰς Ἁγία, δόξα Σοι.

Δεῦτε ἀπὸ θέας Γυναῖκες εὐαγγελίστριαι, καὶ τῇ Σιὼν εἴπατε· Δέχου παρ΄ ἡμῶν Χαρᾶς Εὐαγγέλια, Τῆς Ἀναστάσεως Χριστοῦ. Τέρπου, χόρευε, καὶ ἀγάλλου Ἱερουσαλήμ, τὸν Βασιλέα Χριστόν, θεασαμένη ἐκ τοῦ μνήματος, ὡς Νυμφίον προερχόμενον.


Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2013

Ὅταν ὁ Θεός δέν μᾶς δίνει κάτι, πού ἐπίμονα τοῦ ζητοῦμε…» (Διδασκαλία τοῦ Γέροντος Πορφυρίου


 Ἡ ἱκανοποίηση τῶν αἰτημάτων τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τόν Χριστό μας γίνεται ὅταν Ἐκεῖνος κρίνει ὅτι θά εἶναι γιά τό καλό μας. Δέν πρέπει νά ἀπ...αιτοῦμε οὔτε νά ἀνυπομονοῦμε. Νά ζητοῦμε μέ εὐγένεια καί τέλειο ἄφημα. Θά τό λάβουμε ὅταν πρέπει καί ἄν εἶναι γιά τό ἀληθινό καί αἰώνιο καλό μας..
«Ὅταν ὁ Θεός δέν μᾶς δίνει κάτι, πού ἐπίμονα τοῦ ζητοῦμε, τότε δύο πράγματα μποροῦν νά συμβαίνουν:
Ἤ δέν μᾶς τό δίνει γιά τό καλό μας, ἤ ἐμεῖς δέν ξέρουμε πῶς καί πότε νά τοῦ τό ζητήσουμε, χωρίς νά ἀποκλείεται νά συμβαίνουν καί τά δύο μαζί.
Ὅσον ἀφορᾶ τήν πρώτη περίπτωση, κανείς δέν μπορεῖ νά γνωρίζει τό γιατί.
Καί τοῦτο, διότι εἶναι ἀνεξερεύνητες οἱ βουλές τοῦ Κυρίου! Γι’ αὐτό σιωπῶ.
Γιά τήν δεύτερη, ὅμως, περίπτωση, θά μποροῦσα νά σοῦ πῶ πάρα πολλά.
Πρῶτα-πρῶτα, ὅταν ζητᾶμε κάτι ἀπό τόν Θεό δέν πρέπει νά στυλώνουμε τά πόδια μας καί νά τοῦ λέμε:
Τώρα θέλω αὐτό. Διότι, κάτι τέτοιο, δέν εἶναι μόνον ἀπαράδεκτον, ἀλλά ἀποτελεῖ καί μεγάλη ἀσέβεια πρός τόν Δημιουργό μας. Ποιός εἶσαι ἐσύ, ἤ ἄν θέλεις, ποιός εἶμαι ἐγώ, πού μπορῶ νά ζητήσω ἀπαιτητικά κάτι ἀπό τόν Θεό μας καί μάλιστα νά τοῦ προσδιορίσω καί τόν χρόνο χορηγήσεώς του;
- Μά, Παππούλη μου, ἐγώ οὔτε ἀπαιτητικά τό ζήτησα, οὔτε χρονικά ὅρια ἔθεσα. Αὐτό τό γνωρίζετε πολύ καλά. Γιατί τό θέμα μου χρονίζει…
- Άκριβῶς αὐτό σοῦ ἐξηγῶ καί ἐγώ. Τήν αίτία πού χρονίζει. 
Ὅταν ζητᾶμε κάτι ἀπό τόν Θεό, τό ζητᾶμε παρακλητικά καί εὐγενικά, γιά ἕνα ὁρισμένο χρονικό διάστημα. Ἐάν δοῦμε, ὅτι ὁ Θεός μᾶς τό ἀρνεῖται τότε σταματοῦμε και ἐμεῖς νά τόν ἐνοχλοῦμε. Διότι, ὅσο ἐπιζητοῦμε κάτι, τόσο ἀπομακρύνεται.
Γι’ αὐτό παύουμε νά τό ζητᾶμε. Καί ὅταν πλέον, ἐμεῖς θά τό ἔχουμε ξεχάσει, αὐτό θά ἔλθει, χωρίς νά τό καταλάβουμε.
 Γιατί ὁ Θεός δέν ξεχνᾶ. Ἔλαβε τό μήνυμά μας! Τό συγκρατεῖ καί ὅταν ἐκεῖνος κρίνει, ὅτι ἐπέστη ὁ καιρός, μᾶς τό χορηγεῖ! Γι’αὐτό, δέν πρέπει νά ἐπιμένουμε στόν Θεό, ντέ καί καλά, νά μᾶς κάνει αὐτό πού θέλουμε ἐμεῖς καί μάλιστα, ὅποτε ἐμεῖς τό θέλουμε.
Ἡ ἐπιμονή σέ αὐτές τίς περιπτώσεις ἀντενδείκνυται. Γιατί κάνει κακό, ἀντί γιά καλό.
Καί ὅταν μάλιστα ἡ ἐπιμονή εἶναι ἔντονη καί προέρχεται ἀπό ἄτομο ἀνυποχώρητο, ὅπως λ.χ. εἶσαι ἐσύ, τότε, μόνο καλό δέν φέρνει.
Γενικά, παιδί μου, θέλω νά καταλάβεις, ὅτι δέν πρέπει νά ἐπιμένουμε νά ἀλλάξουμε τήν θέληση τοῦ Θεοῦ, γιατί ἔτσι μᾶς ἀρέσει ἐμᾶς καί μάλιστα, ὅποτε θέλουμε ἐμεῖς ἀφ’ ἑνός, καί ἀφ’ ἑτέρου, ὅταν θέλουμε κάτι νά ἀποκτήσουμε, δέν πρέπει νά τό κυνηγᾶμε, ἀλλά νά τό ἀφήνουμε στή θέληση τοῦ Θεοῦ.
Διαφορετικά, ὅσο κυνηγᾶμε κάτι, τόσο ἀπομακρύνεται!
Αὐτό τό κάτι, νά τό παρομοιάσεις μέ τήν σκιά σου.
Ὅσο καί νά τρέξεις, δέν πρόκειται νά τήν πιάσεις ποτέ. Γιατί ὅσο τρέχεις ἐσύ, τρέχει καί αὐτή!Τά κατάλαβες, παιδί μου, αὐτά πού σοῦ εἶπα, γιά τήν ἐπιμονή;
-Τά κατάλαβα, Παππούλη, ἀλλά δέν μπορῶ νά συμφωνήσω…
-Ἔ, τότε θά σοῦ πῶ ἕνα ἁπλό παράδειγμα καί θά δεῖς πώς θά συμφωνήσεις μαζί μου.
Ἐάν πάρουμε ἕνα μεγάλο μπουκάλι, τοῦ ὁποίου τό στόμιο νά ἔχει τόσο ἄνοιγμα, ὅσο νά χωράει νά μπεῖ μέσα τό χέρι σου καί ἐπομένως καί νά βγεῖ καί ἀφοῦ βάλεις μέσα στό μπουκάλι τό χέρι σου τό κλείσεις γροθιά καί προσπαθήσεις νά τά βγάλεις, θά διαπιστώσεις, ὅτι κάτι τέτοιο εἶναι ἀδύνατο, ὅσο καί ἐάν ἐπιμένεις.
Μπορεῖς νά ἐπιμένεις μέρες, μῆνες, χρόνια χωρίς κανένα ἀπολύτως ἀποτέλεσμα.
Μόλις, ὅμως ἀφήσεις τό χέρι σου ἐλεύθερο, πάψεις, δηλαδή, νά τό σφίγγεις σέ πηγμή (μπουνιά), αὐτό θά βγεῖ μέ τήν ἴδια εὐκολία πού μπῆκε! Τό ἴδιο, ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τό πρόβλημά σου.
Ὅσο ἐπιμένεις νά ἔλθει ἡ λύση του, τόσο αὐτή ἀπομακρύνεται. Καί νά μέ θυμᾶσαι.
Ἐάν θέλεις, νά ἐπιτύχεις τήν ἐπίλυση τοῦ προβλήματός σου, σταμάτα νά ἐπιμένεις.
Ὁ Θεός γνωρίζει τό πρόβλημά σου. Ἐσύ ἔκανες τήν αἴτησή σου.
 Ἐκεῖνος θά ἀποφασίσει. Περίμενε τήν ἀπάντησή του μέ ἡρεμία καί πίστη.
Ἐάν ἐνεργήσεις ἔτσι, θά ἔχεις θετικό ἀποτέλεσμα.
Ἐάν ἐξακολουθεῖς νά ἐπιμένεις, μέ τόν τρόπο πού ἐσύ ἐπιμένεις, τότε θά ἔχεις τό ἀντίθετο ἀποτέλεσμα.
Σέ συμβουλεύω, νά πάψεις νά ἀσχολεῖσαι μέ τό πρόβλημά σου, ἐάν θέλεις νά ἀσχοληθεῖ μέ αὐτό ὁ Θεός!
-Καί τό «κρούετε καί ἀνοιγήσεται καί αἰτῆτε καί δοθῆσεται» τί γίνεται Παππούλη; Δέν ἰσχύει γιά τήν περίπτωσή μου; Ἐάν πάψω νά χτυπῶ τήν πόρτα τοῦ Θεοῦ, πῶς θά μοῦ τήν ἀνοίξει;
Καί ἐάν, πάλι, πάψω νά τοῦ τό ζητῶ, πῶς θά μοῦ τό δώσει;
-Ἐξαρτᾶται πῶς θά χτυπήσεις μία πόρτα, γιά νά σοῦ ἀνοίξει καί ἐξαρτᾶται, πάλι, πῶς θά ζητήσεις κάτι γιά νά σοῦ δοθεῖ.
Ἐάν π.χ. τολμήσεις νά χτυπήσεις μία πόρτα μέ τρόπο ἀναιδή καί ἀπειλητικό, νά εἶσαι βέβαιος, πώς ἡ πόρτα αὐτή δέν θά σοῦ ἀνοίξει ποτέ!
 Ἀλλά καί ἐάν σοῦ ἀνοίξει, νά μήν περιμένεις νά δεχθεῖς τήν φιλοξενία τοῦ ἰδιοκτήτη, ἀλλά τό ξυλοφόρτωμα!
Ἀντιθέτως, ἐάν χτυπήσεις τήν πόρτα εὐγενικά καί παρακλητικά, αὐτή θά σοῦ ἀνοίξει διάπλατα καί ὁ οἰκοδεσπότης θά σοῦ παράσχει κάθε εἴδους φιλοξενία!
Τό ἴδιο, ἀκριβῶς, θά συμβεῖ καί στήν περίπτωση, πού θά ζητήσεις κάτι, ἀπό κάποιον.
Ἐάν τό ζητήσεις μέ ἀναίδεια καί ἀπειλή, δέν θά τό λάβεις ποτέ!
Ἐνῶ, ἐάν τό ζητήσεις μέ εὐγένεια καί παρακλητικά, θά τό λάβεις ἀμέσως.
Κατά μείζονα λόγο αὐτά ἰσχύουν γιά τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος οὔτε πιέσεις, οὔτε ἀναίδειες καί πολύ περισσότερο, οὔτε ἀπειλές δέχεται ἀπό κανέναν. Ἀλοίμονον, ἐάν συνέβαινε τό ἀντίθετο.
Βλέπεις, λοιπόν, ὅτι δέν φθάνει μόνο νά χτυπᾶμε τήν πόρτα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά νά ξέρουμε καί τόν τρόπο, πῶς νά τήν χτυπᾶμε, ἐάν θέλουμε κάποτε νά μᾶς ἀνοίξει.
Τό ἴδιο συμβαίνει και ὅταν ζητᾶμε κάτι ἀπό τόν Θεό. Καί σ’ αὐτή τήν περίπτωση, ἐκεῖνο πού μετράει δέν εἶναι ὁ ἀριθμός τῶν αἰτήσεων, ἀλλά ὁ τρόπος ὑποβολῆς τους »


[1].Ἀναρτήθηκε ἀπὸ hristospanagia1
http://talantoblog.blogspot.gr

ΤΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΣΩΘΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ;



15Πρώτα απ’ όλα και πάνω απ’ όλα ΠΡΟΣΟΧΗ. Προσοχή στη σκέψι, στη διάνοια, στον νού. Γιατί όλα τα αμαρτήματα και εγκλήματα, όλες οι πτώσεις και όλα τα πάθη, ξεκινούν απο τον νούν. Άν προσέχουμε και διώχνουμε τον πρώτο λογισμό, την πρώτη προσβολή, την πρώτη κακή σκέψι, δέν θα αμαρτήσουμε ποτέ. Γι’ αυτό και η συμβουλή μου είναι : “ΜΗ ΜΙΛΑΣ ΠΟΤΕ ΜΕ ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΣΟΥ”. Όχι μόνο σε σχέση με την προσευχή, αλλά ειδικά σε σχέση με την αμαρτία.

Όμως επειδή είμαθε αδύνατοι πνευματικά και ο πειρασμός έρχεται με ορμή να μας παρασύρη στο κακό, έχουμε ανάγκη απο τη βοήθεια του Θεού. Αλλοίμονο σ’ αυτόν που θεωρεί τον εαυτό του ισχυρό και δυνατό χαρακτήρα. Αυτός κινδυνεύει να πέση γρηγορώτερα. «Ο δοκών εστάναι βλεπέτω μη πέση».1 Ας προσέχουμε , λοιπόν. Όλοι είμεθα αδύνατοι. Όλοι βαδίζουμε σ’αυτή την ζωή πάνω σ’ ένα τεντωμένο σχοινί. Μόνο η βοήθεια του Θεού μας στηρίζει. Εκείνη μας κρατεί.

Υπάρχουν στιγμές φοβερές στη ζωή του ανθρώπου, που σαρώνουν πνευματικώς τα πάντα και μόνο η βοήθεια του παντοδύναμου Ονόματος του Κυρίου σώζει εκείνους, που Τον επικαλούνται, με βαθειά ταπείνωσι. Γι’ αυτό ας παρακαλέσουμε τον Θεό μέρα-νύχτα, όπως η ημέρα μας είναι «τελεία,αγία ειρηνική και αναμάρτητος»

http://talantoblog.blogspot.gr

Οι κρυφοί αιρετικοί και ο αποστεωμένος ορθολογισμός - Φωτίου Κόντογλου



Σιγά-σιγά, χωρίς να το καταλάβουμε, οι αιρετικοί πληθαίνουνε μέσα στην Εκκλησία μας, παρεκτός τους απ' έξω. Οι απ' έξω αιρετικοί είναι φανεροί. Εδώ θα μιλήσω για τους κρυφούς αιρετικούς, τους κρυφοδαγκανιάρηδες σκύλους, αυτούς που μας φέρνου­νε τον προτεσταντισμό και τον καθολικισμό από τη Δύση, εκεί που πάνε και σπουδάζουνε.

Και πως να μην τον φέρουνε; Αργήσανε μάλιστα. Χρόνια και χρόνια γίνεται αυτή η δουλειά. Παράξενο θά 'τανε να μην τον φέρουνε. Αυτοί, όμως, δεν φανε­ρώνονται σαν αιρετικοί, μήτε κ' οι όμοιοί τους τους θεωρούνε για αιρετικούς. Μιλάνε συχνά, σαν παπαγά­λοι, για ορθοδοξία, αλλά για μια ορθοδοξία «εξελιγμέ­νη», συγχρονισμένη, «ευρωπαϊκή Ορθοδοξία». Τούτη η Ορθοδοξία που έχουμε και που την κληρονονήσαμε από τους πατεράδες μας, είναι παλιά, είναι βλάχικη Ορθοδοξία, που δεν πάει να την έχουνε μοντέρνοι άν­θρωποι, που ζήσανε στην Ευρώπη και στην Αμερική!
Κάθε τόσο έρχεται στην Ελλάδα μια φουρνιά από νεαρούς θεολόγους, που σπουδάσανε στην Ευρώπη και που δεν μπορούνε πια να χωνέψουνε τίποτα από τα δικά μας. Όλα τους φαίνονται κουτσά και στραβά, και δουλεύουνε φανατικά για να χαλάσουνε την αγνή και σωστή πίστη του λαού μας. Θά 'λεγε κανένας πως γι' αυτούς έγραψε ο απόστολος Παύλος τα παρακάτω λό­για: «δια τους παρεισάκτους ψευδαδέλφους, οίτινες παρεισήλθον κατασκοπήσαι την ελευθερίαν ημών, ην έχομεν εν Χριστώ Ιησού, ίνα ημάς καταδουλώσωνται» (Γαλάτ. β', 4).
Ο Ορθόδοξος λαός μας έχει, αληθινά, την ελευθε­ρία της πίστεως την εν Χριστώ Ιησού, και τούτοι οι νέοι γραμματείς με τα διπλώματα, θέλουνε να μας καταδουλώσουνε στα αμαρτωλά ορθολογιστικά συ­στήματα της Δύσης.
Οι περισσότεροι σπουδαστές μας, μόλις πατήσουνε στην Ευρώπη απομένουνε εμβρόντητοι από τις ψευτοφιλοσοφίες που διδάσκουνε κάποιοι σπουδαίοι καθη­γητές, και μάλιστα σε ξένη γλώσσα. Η ξένη γλώσσα τους κάνει μεγάλη εντύπωση! Κατάπληξη τους κάνου­νε κ' οι μεγάλες, πολιτείες, οι φαρδιοί δρόμοι, τα με­γάλα χτίρια, οι λεωφόροι, τα τραίνα, οι λογής-λογής μηχανές, οι αγορές, το πολύ χρήμα, τα βλοσυρά Πανε­πιστήμια. Κι αυτό γίνεται, γιατί οι περισσότεροι απ’ αυτούς τους σπουδαστές είναι χωριατόπουλα, που νοιώθουνε μέσα τους ντροπή για το χωριό τους, κι ό,τι βλέπουνε κι ακούνε, είναι γι’ αυτούς ουρανοκατέβατο!
Τους ξέρω καλά αυτούς τους σπουδαστές, γιατί κι εμείς περάσαμε από κείνες τις χώρες, και ζήσαμε σ' αυτές κάμποσα χρόνια. Όποτε ερχόντανε στην Ευρώ­πη από την Ελλάδα, ήτανε, στην αρχή, σαστισμένοι και ζαρωμένοι, σαν και κείνα τα μαντρόσκυλα που ακολουθήσανε τον τσομπάνο και βρεθήκανε στο κέντρο της πολιτείας, μέσα στην οχλοβοή κι ανάμεσα στ' αυ­τοκίνητα, και σαστίσανε, τα κακόμοιρα, και βάζουνε την ουρά τους ανάμεσα στα σκέλια τους, τρομοκρατη­μένα. Μα σαν γυρίσουνε στο μαντρί, την ξανασηκώνουνε περήφανα, και γίνουνται θηρία ανήμερα. Μ' αυ­τά τα σκυλιά μοιάζανε, στα μάτια τα δικά μας, που είχαμε ζήσει πριν από χρόνια στις μεγάλες πολιτείες, εκείνα τα νεοφερμένα Ελληνόπουλα, που μας θεωρούσανε στην αρχή σαν προστάτες τους, κ' ήτανε ταπεινά και φρόνιμα. Μα με τον καιρό ξεθαρρεύανε, και πολλά απ’ αυτά παίρνανε στο τέλος έναν εγωισμό σιχαμερόν, μιλώντας με καταφρόνηση για την πατρίδα τους. Και πολλά απ' αυτά, σαν γυρίζανε πίσω στην Ελλάδα, κάνανε τα θηρία, κάνανε τους πάνσοφους, κάνανε τους προφέσσορας, μιλώντας ολοένα για την Ευρώπη και για την κακομοιριά τη δική μας σε όλα τα πράγματα. Γι' αυτό λέγω, πως η Ευρώπη είναι η δοκιμαστική πέτρα για κάθε έναν από μας, που θα πάει σε κάποια χώρα της: ή θα γίνει πίθηκος ξενόδουλος, θαυμάζοντας σαν ουρανοκατέβατα όλα όσα βλέπει κι ακούει σε κεί­νη τη χώρα, και θ' αρνηθεί το γάλα της μάνας του, ή θα καταλάβει πόσο ψεύτικα είναι τα φανταχτερά στο­λίδια της, και πόση βαρβαρότητα υπάρχει κάτω από την πολιτισμένη επιφάνειά της, και θα αγαπήσει με πάθος τον τόπο του, νοιώθοντας «με επίγνωση», την πνευματική της ευγένεια και την υπεροχή μας, μπρο­στά σε κείνες τις ανθρωπομερμηγκιές.
*

Πώς, λοιπόν, να μην έχουνε την ιδέα οι νεοφερμέ­νοι σπουδαστές της θεολογίας, πως εκεί βρίσκεται κ' η τελειοποιημένη θρησκεία, η ευρωπαϊκή, η συγχρονι­σμένη, η επιστημονική, η αξία να την έχουνε άνθρωποι εξελιγμένοι; Παραλυμένοι όπως είναι από τον θαυμα­σμό, δεν ρωτάνε τι σχέση μπορεί νά 'χει ο Χριστός και η θρησκεία του, το μυαλό τους, η καρδιά τους, όλα τους είναι κουρντισμένα σα κανένα ρολόγι. Μπα! Ί­σια-ίσια, αυτό το κρύο κι άψυχο σύστημα της ζωής κάνει μεγάλη εντύπωση στον άνθρωπο που βρίσκεται σε πνευματικό ξεπεσμό. Γίνεται ψωροφαντασμένος και περήφανος, και καταφρονεί κάθε δικό του, αρνιέται τη μάνα του και τον πατέρα του, καταντά παίγνιο και ενεργούμενο στα χέρια των καθηγητάδων του, παίρνει όρκο στ' όνομά τους, γίνεται ένα ελεεινό ρομπότ της ξενολατρείας. Μάλιστα, ο τέτοιος σπουδαστής της θεολογίας, γίνεται χειρότερος ξενολάτρης από τον φοι­τητή τής γιατρικής ή της μηχανικής, επειδή έχει πιο ζωηρό μέσα του το αίσθημα της κατωτερότητας, γιατί η «επιστήμη του» έχει σχέση με τους παπάδες και με τους καλόγερους. Βάλε και τον πειρασμό τής γυναί­κας, που δεν τα θέλει τα θρησκευτικά, και περιφρονεί τους θεολόγους. Λοιπόν, ο «σπουδαστής τής θεολο­γίας» δεν θέλει να βλέπει και να ακούει παπά δικό μας, μηδέ εκκλησία δική μας, μήτε λειτουργία δική μας, μήτε εικόνα δική μας, μηδέ ψαλμωδία δική μας, τίπο­τα ορθόδοξο. Φουρκίζεται με τα μοναστήρια μας, με τις σκουριασμένες ιδέες πό 'χουνε οι Έλληνες χρι­στιανοί, «με την μεσαιωνική τυπολατρικήν παράδοσίν μας». Περιφρονεί τους Πατέρας τής Ορθοδοξίας. Δεν θέλει αγίους μέσα στην ορθολογιστική «επιστήμη» τής θεολογίας, αλλά σοφούς προφέσσορας, «που ερευνούν με επιστημονικήν αντικειμενικότητα την θρησκείαν, αδιαφορούντες δια τας δεισιδαίμονας προκαταλήψεις». Κατά βάθος, τούτοι οι ψωροπερήφανοι εκτιμούν περισσότερο τους «επιστήμονας» καθηγητάς τής θεολο­γίας που είναι άθεοι. Γι' αυτούς τους δυστυχείς, που δεν νοιώθουνε μέσα τους καμμιά πνευματικότητα, εί­ναι μέγα πράγμα ο ορθολογισμός, που τους δείχνει κι αυτούς «επιστήμονας», κ' η αντιπνευματική αντίληψη που έχουνε για τη θρησκεία οι πρακτικοί άνθρωποι της Δύσης, είναι γι' αυτούς το μόνο που μπορούνε να κα­ταλάβουνε απ' αυτή. Γι' αυτό, ερχόμενοι στην Ελ­λάδα, αρχίζουνε να λένε, ό,τι ακούγανε στα θρανία τής Ευρώπης, μηχανικά φερέφωνα, παπαγάλοι χωρίς καμ­μιά πνοή. Πολλοί απ' αυτούς είναι ισόβιοι μαθητές των καθηγητών τους, κι ως που να πεθάνουνε παραμι­λάνε, κοπανίζοντας στερεότυπα τα «θέσφατα» που ακούσανε τον καιρό που ήτανε νέοι....
*

Λένε, λοιπόν, πως η Ορθοδοξία είναι αποστεωμένη, και πως κατάντησε «στο σύγχρονο κόσμο μοναχά σαν φύλακας κειμηλίων, σαν ταριχευτής μιας νεκράς παραδόσεως». Τα ψυχικά και πνευματικά ξερίχια, λέ­νε ταριχευτές τα σεμνώματα της Ελληνικής Ορθοδο­ξίας· οι πνευματικά νεκροθάφτες, λένε πεθαμένους ε­κείνους που έχουνε απάνω τους την ευωδία τής αιώ­νιας ζωής. Λένε ακόμα πως «στην Εκκλησία του Χριστού πρέπει ν' αρχίσουν κάποτε να λαμβάνωνται υπ' όψιν και οι άνθρωποι που διαθέτουν μια κάποια ανε­πτυγμένη κρίση και σκέψη και γι' αυτό δυσκολεύονται να ακολουθήσουν άβουλα και πειθαρχικά μια συγκεκρι­μένη φόρμουλα (Τι κατανυκτική λέξη «φόρμουλα»!) θρησκευτικής ζωής». Εκείνοι που έχουνε την ανεπτυγμένη κρίση και σκέψη, είναι οι ίδιοι που τα γράφουνε, ενώ όσοι αισθάνονται τη θρησκεία κατά τον ελληνικό τρόπο, είναι «καθυστερημένοι τυπολάτρες», μούμιες πεθαμένες, χωρίς τον παλμό της σπουδαίας εποχής μας.
Εξυμνούνε «τις ετερόδοξες θεολογίες», που είναι γεμάτες από την ψύχρα του ορθολογισμού κι από την ανυπόφορη μυρουδιά της απιστίας και του θανάτου. Πήρανε τα πρακτικά συνθήματα με τις υλιστικές σκο­πιμότητες από τους δυτικούς, που με το πρακτικό μυαλό τους καταντήσανε τη χριστιανική θρησκεία ένα εγκόσμιο σύστημα, και τα κουβαλήσανε σε τούτον τον τόπο» που άνθισε η αγνή κι αληθινή πίστη, και τσαμπουνάνε πως πρέπει να μιμηθούμε «τις ετερόδοξες θεολογίες που μας μιλάνε σήμερα για θεολογία της οικογένειας, θεολογία της εργασίας, θεολογία του γά­μου, θεολογία της ελευθερίας», κι άλλα τέτοια σπεσια­λιτέ, που σ' αυτά καταγίνουνται οι πρακτικοί Ευρω­παίοι, και που η πρακτικότητα και η πολύ θετική δρα­στηριότητα τους φανερώνει καθαρά ότι «ουκ έχουσι μέλλουσαν πόλιν, αλλά την ώδε μένουσαν επιζητούσιν». Γι’ αυτούς, το έργο της Μάρθας είναι ανώτερο από της Μαρίας, κι ας είπε ο Χριστός το ανάποδο! Η «επιστημονική θεολογία» δεν δίνει καμμιά σημασία στο τι είπε ο Χριστός, αλλά σε ό,τι λέγει ο πρακτικός ορθός λόγος, μεγάλ' η χάρη του! Αλλιώς, τί επιστή­μη θά 'τανε;
Η Μάρθα είναι η πρακτική Ευρώπη, κ' η Μαρία είναι η πνευματική Ελλάδα. Ωστόσο, οι ξιππασμένοι τούτοι δικοί μας, που «διαθέτουν κάποια ανεπτυγμένη κρίση», θαυμάζουνε τη Μάρθα, που πατά στερεά στη γη, και περιφρονούνε τη Μαρία, γιατί εκείνα που πι­στεύει είναι, για τους «ανθρώπους με κρίση και με σκέ­ψη», κάποια ασύστατα ονειροπολήματα και φαντα­σίες.
Κατά βάθος, τούτοι οι κύριοι και τον Χριστό τον ίδιο δεν τον θεωρούνε άξιο να είναι Θεός απάνω στη σημερινή τετραπέρατη και μηχανοκίνητη ανθρωπότη­τα, που θέριεψε με τις θετικές επιστήμες, αλλά δεν το φανερώνουνε, μήτε το λένε. Κρύβουνται φαρισαϊκά, μην έχοντας το θάρρος που έχει ο τίμιος άθεος. Αυτοί, κατά το παράδειγμα των πονηρών δασκάλων τους, θέ­λουνε μια θεολογία δίχως Θεό, για να μπορούνε κ' οι θεολόγοι να είναι ελεύθεροι διανοητές, κι όχι περιορι­σμένοι από δόγματα κι από παπαδίστικα πράγματα. «Μακρυά, λένε, από τέτοιες πρωτόγονες αντιλήψεις, που μας εκθέτουν στα μάτια των πολιτισμένων λαών, μακρυά από ασκητάδες και ντερβίσηδες και Πατέρες και μάρτυρες που, από την αγραμματοσύνη τους, πέ­σανε θύματα του φανατισμού τους. Ο ευρωπαϊκός Χριστιανισμός είναι η σημερινή θρησκεία, συστηματο­ποιημένος, επιστημονικός, μελετημένος. Αυτός αντα­ποκρίνεται στη σημερινή επιστημονική μηχανοκρατία, που τα ελέγχει όλα».
Κατά τη δική μου γνώμη, αν είχα για τη θρησκεία του Χριστού την αντίληψη που έχουνε αυτοί οι άνθρω­ποι, θα έλεγα νέτα-σκέτα, πως δεν χρειάζεται ολότε­λα. Γιατί, το σύστημα της σημερινής ζωής τά 'χει ρεγουλάρει όλα τόσο καλά, με το πρακτικό πνεύμα του, που δεν έχει καμμιά θέση αυτό το αναχρονιστικό πράγμα το λεγόμενο «Χριστιανισμός», που μοιάζει σαν το κομπογιαννίτικο γιατρικό μπροστά στα επιστημονικά φάρμακα. Ο Χριστιανισμός δεν είναι για πρακτικούς ανθρώπους, κατά τον λόγο του Χριστού, που είπε: «η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου».
*

Ωστόσο, ο επιστημονικός μανδύας, που μ' αυτόν ντύσανε τη θεολογία «οι επιστήμονες θεολόγοι», της δίνει το δικαίωμα να υπάρχει. Σαν επιστήμη, λοιπόν, «καθίσταται ελευθέρα, λύουσα τον προς την Εκκλησίαν στενόν τέως δεσμόν, μη ανεχομένη πλέον να εξυ­πηρετεί απλώς αυτήν, μάλλον δε αξιούσα να ρυθμίζη αυτή τον εκκλησιστικόν βίον». Με τέτοια πνευματική τροφή θραφήκανε οι εξ Εσπερίας θεολόγοι, που έρχουνται να γίνουνε προφέσσορες των Ελλήνων και να φωτίσουνε τις ψυχές μας με το σκοτάδι τους. Θέλετε κι άλλα φαρμακερά μανιτάρια, από το νεκροταφείο «της επιστημονικής θεολογίας»; Να, λίγα από τα πολ­λά:
«Εις τα ζητήματα της θρησκείας θα δύνανται να μας φωτίσωσι μόνον άνδρες σοφοί, ορμώμενοι εξ ελα­τηρίων όλως επιστημονικών». «Πολλοί των θεολόγων, καταλιπόντες εντελώς, ή εν μέρει, την περί αποκαλύψεως διδασκαλίαν, ερευνώσι συστηματικώτερον και επιστημονικώτερον την θρησκείαν παντελώς από επό­ψεων ψυχολογικών, ως άλλοι την γλώσσαν, τον μύθον, το δίκαιον, κ.τλ. Ο Χριστός καθίσταται ουράνιος άνθρωπος, υπερφυσικόν τι ιδεώδες της ανθρωπότητος. Ότε δε, τέλος, δια της παντοειδούς προόδου της εκ­κλησίας, η περί εαυτής συνείδησις αυτής ενισχύεται αεί μάλλον, αποθεούται βαθμηδόν και ο Ιησούς, αποβαίνων Θεός ισότιμος τω Πατρί...». Τέτοιες βλαστήμιες διδάσκουνε οι θεολόγοι που έρχονται στην Ελλά­δα σπουδασμένοι στην Ευρώπη, για να φωτίσουνε τους άλλους! «Αν το φως που υπάρχει μέσα τους είναι σκοτάδι, άραγε το σκοτάδι πόσο είναι;»
Υστερ' από μια τέτοια φριχτή κατάσταση, οπού βρίσκουνται οι ξενόφερτοι θεολόγοι, που αντί για φω­τιά έχουνε πάγο μέσα τους, τί να καταλάβουνε από την Ορθοδοξία, που είναι όλο φως και ζωή και δροσιά του καθαρού ουρανού; Τί να νοιώσουνε από την εξαί­σια τελετουργία της Εκκλησίας μας, από την κατανυ­κτική υμνωδία της, από την αγιογραφία της, από τη μουσική της; Τί να καταλάβουνε από λειτουργικό στοιχείο, οι ακατάνυκτοι, που έχει ξεράνει την καρδιά τους ο λίβας του ορθολογισμού; Ποιά πνοή αθανασίας να νοιώσουνε απάνω τους, οι πεθαμένοι; Τί να αισθαν­θούνε από τη θρησκεία του Χριστού, αφού την ελεεινή παραμόρφωσή της την προτιμούνε από την αληθινή μορφή της; Πώς να πετάξουνε με τα φτερά της πίστης, αφού τά 'χει μαδήσει η σατανική απιστία; Πώς να γευθούνε από το «ύδωρ το αλλόμενον εις ζωήν αιώνιον», αφού πίνουνε από τους μουχλιασμένους βάλ­τους, μαζί με «τους εν σκότει και σκιά θανάτου καθημένους»;
*

Όπως βάλαμε παραπάνω, λίγες βδέλλες απ' αυ­τούς τους φαρμακερούς βάλτους, ας βάλουμε παρακά­τω και λίγα από τα ευωδέστατα άνθη της Πατερικής θεολογίας μας, για να φανεί η αναισθησία που έχουνε πάθει τούτοι οι ύπουλοι κήρυκες της αθεΐας, ώστε να προτιμάνε τα φαρμακερά βρωμοχόρταρα, από τα αγνά και μυρίπνοα πνευματικά λουλούδια, λέγοντας πως τα πρώτα ευωδιάζουνε και πως τα δεύτερα βρωμούνε. Αυτό γίνεται, γιατί έχουνε μέσα στα χνώτα τους τη μυρουδιά του θανάτου, και για τούτο θαρρούνε πως οι άγιοι μυρίζουνε θάνατο, και πως οι άθεοι καθηγητάδες τους μυρίζουνε ζωή, κατά τα λόγια του μακαρίου Παύ­λου, που λέγει: «Γιατί είμαστε ευωδία του Χριστού για τον Θεό και σε κείνους που σώζουνται και σε κεί­νους που χάνουνται. Και σε κείνους που έχουνε μέσα τους τον θάνατο, μυρίζουμε θάνατο, και πάλι σε κεί­νους που έχουνε μέσα τους τη ζωή, μυρίζουμε ζωή» (Β' Κορινθ. β', 16).
Στη μικρή ανθοδέσμη που κάνω παρακάτω από τα πνευματικά άνθη της Ορθοδοξίας, δεν βάζω τίποτα από τους πασίγνωστους αρχαίους Πατέρας της Εκ­κλησίας, αλλά λιγοστά από τα έργα των Πατέρων που φανήκανε, προ πάντων, στα υστερινά χρόνια, και που η ευωδία τους είναι τόσο ουράνια, που να ταιριάζουνε σ' αυτούς τα λόγια τούτα του προφήτη Αγγαίου: «Με­γάλη έσται η δόξα του οίκου τούτου, η εσχάτη υπέρ την πρώτην». Αληθινά, η πνευματική δόξα της Ορ­θοδοξίας, στάθηκε στα τελευταία χρόνια μεγάλη, με­γαλύτερη από την πνευματική δόξα της στα πολύ αρ­χαία χρόνια, με φωστήρες σαν τον Ιωάννη της Κλίμακος, τον Ισαάκ τον Σύρο, τον Συμεών τον Νέον Θεο­λόγο, τον Γρηγόριο τον Σιναΐτη, τον Γρηγόριο Παλα­μά, τον Κάλλιστο Πατριάρχη, τον Νικόδημο τον Αγειορίτη κι άλλους. Τούτον τον θησαυρόν με τα τό­σα διαμάντια, που ήτανε κρυμμένος ως τώρα, τον ανακαλύψανε ακόμα και κάποιοι ξένοι, διψασμένοι για α­λήθεια, και τρέξανε να ξεδιψάσουνε από το δροσερό νερό τους, και τους μελετούνε με πάθος και τους μεταφράζουνε στις γλώσσες τους, σε καιρό που οι δικοί μας οι προκομμένοι, δεν τους καταδέχουνται, τυφλωμένοι από την καταραμένη ξενοδουλεία.
*


Από τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος σταχολογούμε τα παρακάτω:
«Πένθος εν τω Θεώ είναι το να είναι σκυθρωπή η ψυχή, και η καρδιά να ποθεί να πικραίνεται, και να ζητά ολοένα εκείνο που διψά, κ' επειδή δεν το βρίσκει, να το κυνηγά με πόνο και να τρέχει ξοπίσω του, κλαί­γοντας απαρηγόρητα».
«Βάστα γερά τη μακάρια χαρμολύπη και την αγια­σμένη κατάνυξη, και μην πάψεις να την εργάζεσαι μέ­σα σου, ως που να σε κάνει να υψωθείς από τούτον τον κόσμο και να σε παραστήσει καθαρόν στον Χριστό».
«Όποιος πορεύεται με θλίψη αδιάκοπη, αυτός δεν παύει να γιορτάζει ακατάπαυστα, κι όποιος ολοένα διασκεδάζει, αυτός μέλλει να απολαύσει θλίψη αιώ­νια».
«Γίνε σαν βασιλιάς μέσα στην καρδιά σου, υψηλά με ταπείνωση καθισμένος, και προστάζοντας στο γέ­λιο: Φεύγα! και φεύγει, και στο γλυκό το δάκρυο: Έ­λα! κ' έρχεται, και στο κορμί, που είναι σκλάβος και τύραννος: Κάνε τούτο, και το κάνει».
«Όσο ενάρετη ζωή κι αν κάνουμε, αν δεν έχουμε καρδιά θλιμμένη και πονεμένη, για μάταια κι ανώφελη λογαριάζεται».
«Είναι ντροπή να υπερηφανεύεται ο άνθρωπος για ξένα πράγματα. Κ' η χειρότερη ανοησία είναι το να καυχιέται για κάποια χαρίσματα που έλαβε από τον Θεό. Όσα κατορθώματα έκανες πριν από τη γέννησή σου, γι' αυτά μοναχά να υπερηφανεύεσαι. Γιατί, όσα σου συμβήκανε έπειτα από τη γέννησή σου, σου τα δώρησε ο Θεός, όπως σου δώρησε και τη γέννηση».
«Ευθύτητα είναι απερίεργη διάνοια, καθάριο ήθος, άπλαστα (απερίτεχνα) λόγια, που δεν είναι από πριν μελετημένα».
«Η πονηριά είναι επιστήμη, ή καλύτερα, ασχήμια δαιμονική, που στερήθηκε την αλήθεια, και πού θαρρεί πως κρύβεται από τους άλλους».
«Νά ασκητεύεις και να βρίσκεσαι σε απερίεργη κα­τάσταση» (Πώς να τα παραδεχθούνε αυτά οι εξ Εσπερίας σοφοί θεολόγοι; Απερίεργη κατάσταση είναι το να μην έχει ο Χριστιανός τη μανία να ερευνά με πονηρή περιέργεια τα της θρησκείας. Ο Θεός με το στόμα του προφήτη Ησαΐα, λέγει: «Εμφανής εγενόμην τοις εμέ μη επερωτώσιν», δηλ. «φανερώνομαι σε όσους δεν με εξετάζουν πονηρά»).
«Δεν αρμόζει σ' εκείνους που βρίσκουνται σ' αυτή την κατάσταση της αγιασμένης λύπης και που ζούνε με το δάκρυο, να κάνουνε υψηλά κηρύγματα στην θεο­λογία. Γιατί αυτά χαλάνε το πένθος, επειδή εκείνοι που διδάσκουνε, κάθουνται απάνω σε καθέδρα. Ενώ η κατάσταση εκείνων που κλαίνε, είναι να κάθουνται α­πάνω στο χώμα, τυλιγμένοι με γιδότριχα».
«Η πίστη είναι μια σταθερότητα ατράνταχτη κι ασάλευτη, μια κατάσταση της ψυχής αμετατόπιστη, που δεν τη σαλεύει καμμιά δύναμη».
«Μην φοβάσαι τίποτα. Όποιος έχει τη μακάρια θλίψη στην καρδιά του, δεν γνωρίζει τι θα πει φόβος ολότελα».
«Όσοι θέλουμε να ελκύσουμε κοντά μας τον Κύ­ριο, ας προσέλθουμε απλά κι άπλαστα κι απονήρευτα, δίχως πολλούς λογισμούς, και δίχως περιέργεια, σαν τους μαθητάδες στον δάσκαλο. Γιατί, επειδή Εκείνος είναι απλός και ίσιος, θέλει κ' οι ψυχές που προσέρχουνται σ' Αυτόν, να είναι απλές και ακέραιες. Επει­δή δε μπορεί ποτέ να δει κανένας απλότητα, χωρίς να είναι μαζί της η ταπείνωση».
«Όπως εκείνος που κράτα μυρουδικά, φανερώνε­ται από την ευωδία, χωρίς να το θέλει, έτσι κι όποιος έχει το πνεύμα του Κυρίου, γνωρίζεται από τα λόγια του κι από την ταπείνωσή του».
«Γύρευε με πένθος. Ζήτα με υπακοή. Κρούσε με μακροθυμία. Γιατί, εκείνος που γυρεύει έτσι, αυτός παίρνει, κ' εκείνος που ζητά έτσι, αυτός βρίσκει. Και σ' εκείνον που χτυπά, θ' ανοίξει η πόρτα για να μπει μέσα».
«Η μακάρια απάθεια σηκώνει από τη γη νου πάμ­φτωχο, κι από την κοπριά των παθών σηκώνει άνθρω­πο περιφρονημένον. Κ' η πανύμνητη αγάπη τον αξιώ­νει να καθίσει με τους άρχοντες Αγγέλους, με τους άρχοντες του λαού του Κυρίου».
*


Από τον άγιο Ισαάκ τον Σύρο σταχολογούμε τα παρακάτω:
«Αρχή της αληθινής ζωής του ανθρώπου είναι ο φόβος του Θεού. Κι αυτός ο φόβος του Θεού δεν μπο­ρεί να καθίσει σε μια ψυχή που δεν στέκεται στερεά και που πηγαίνει από δω κι από κει. Η αμφιβολία της καρδιάς βάζει την ψυχή σε δειλία. Εν όσω ο πόθος της σάρκας είναι πιο δυνατός μέσα σου, δεν θα μπορέσεις να γίνεις θαρραλέος κι άφοβος».
«Η ταπείνωση μαζεύει την καρδιά. Και σαν τα­πεινωθεί ο άνθρωπος, παρευθύς τον περισκεπάζει το έλεος, και τότε αισθάνεται η καρδιά τη θεϊκή βοή­θεια».
«Όταν σου δοθεί εξουσία να κατανοήσεις, κατανό­ησε, και μη θελήσεις να ψάξεις τα μυστήρια, αλλά προσκύνησε και δοξολόγησε, και με σιωπή ευχαρίστη­σε».
«Το να πικραίνεσαι μέσα στη διάνοιά σου είναι μεγαλύτερη θυσία για τον Θεό, από το να κάνεις έργα κοπιαστικά με το σώμα σου».
«Περισσότερο απ' όλα αγάπησε τη σιωπή, γιατί αυτή σε σιμώνει σε καρπό. Επειδή η γλώσσα είναι αδύνατη για να σου τον εξηγήσει».
«Γνώριζε, πως αν έβγει από σένα φωτιά και κατα­κάψει άλλους, τις ψυχές που καίονται στη φωτιά που έβγαλες, ο Θεός θα τις ζητήσει από τα χέρια σου». «Η πίστη είναι η αποκάλυψη της σοφίας. Και σαν σκοτισθεί η διάνοια, κρύβεται η πίστη, και μας κυ­ριεύει ο φόβος, και κόβει την ελπίδα μας. Η πίστη που προέρχεται, τάχα, από τη μάθηση, δεν ελευθερώ­νει τον άνθρωπο από την υπερηφάνεια κι από την αμ­φιβολία, αλλά εκείνη που ανατέλλει με την σύνεση κι αυτή η πίστη λέγεται επίγνωση και φανέρωση της α­λήθειας».
«Εκείνος που ησυχάζει κ' έλαβε πείρα από την αγαθότητα του Θεού, δεν έχει ανάγκη από αποδείξεις, κι ούτε είναι άρρωστη η ψυχή του από την αρρώστεια της απιστίας, όπως παθαίνουνε εκείνοι που νοιώθουνε μέσα τους την αμφιβολία για την αλήθεια. Γιατί η μαρτυρία, η βεβαίωση της διανοίας του μπορούνε να τον πείσουν περισσότερο από αμέτρητα λόγια, που είναι χωρίς πείρα».
«Ο Χριστιανός πρέπει να είναι σε όλα του τύπος που διδάσκει και ωφελεί εκείνους που τον βλέπουνε, ώστε, βλέποντας τις πολλές αρετές του που λάμπουνε σαν ακτίνες ακόμα κι αυτοί οι εχθροί της αλήθειας, χωρίς να το θέλουνε, να ομολογήσουνε πως στους χρι­στιανούς υπάρχει σίγουρη ελπίδα σωτηρίας, και να τρέχουνε σ' αυτόν από παντού, σαν να είναι κανένα καταφύγιο. Και μ' αυτόν τον τρόπο να υψωθεί η δόξα της Εκκλησίας καταπάνω στους εχθρούς της, και να παρακινηθούνε πολλοί σε ζήλο να του μοιάζουνε».
«Η κατά Θεόν γνώση είναι βασίλισσα απάνω σε όλες τις επιθυμίες, κ' η καρδιά που τη δέχεται, γεύε­ται κάποια γλυκύτητα, που δεν τη φτάνουνε όλες μαζί οι χαρές τούτου του κόσμου. Γιατί κανένα πράγμα δεν μοιάζει με την γλυκύτητα της επίγνωσης του Θεού».
«Ο πράος και ταπεινόφρονας είναι πηγή των μυ­στηρίων εκείνης της καινούργιας κι αθάνατης ζωής».
«Η περηφάνεια δε καταλαβαίνει πως περπατά στο σκοτάδι και δεν γνωρίζει την έννοια της σοφίας. Γιατί, πώς να μπορέσει να τη γνωρίσει, αφού βρίσκε­ται μέσα στο σκοτάδι; Και γι' αυτό ίσια-ίσια, απ’ τον σκοτισμένον λογισμό της, θαρρεί πως βρίσκεται απά­νω απ’ όλα, ενώ είναι τιποτένια κι ανίκανη να αξιωθεί τη θεία επίγνωση, μη μπορώντας να μάθει τας οδούς του Κυρίου. Κι ο Κύριος κρύβει απ' αυτή το θέλημά του, επειδή δεν θέλησε να πορευτεί στον δρόμο των ταπεινών».
«Να! Ο ουρανός βρίσκεται μέσα σου, αν είσαι κα­θαρός, και μέσα στον εαυτό σου θα δεις τους Αγγέ­λους με τη φωτοχυσία τους, και τον Δεσπότη μαζί τους κι από μέσα τους».
«Ο φιλόδοξος κ' εκείνος που καταγίνεται με τις κοσμικές φροντίδες, κι όποιος θέλει να περάσει το δικό του θέλημα, αυτοί είναι σαν να πολεμάνε μέσα στη νύχτα, και ψηλαφάνε το σκοτάδι, βρισκόμενοι έξω από τη χώρα της ζωής και του φωτός. Γιατί, εκείνη τη χώρα θα την κληρονομήσουνε οι αγαθοί και οι ταπεινοί κι όσοι καθαρίσανε τις καρδιές τους. Ο άνθρωπος δε μπορεί να δει το κάλλος που βρίσκεται μέσα του, πριν να καταφρονήσει κάθε εμορφιά που βρίσκεται έξω απ’ αυτόν και κάθε μάταια γνώση. Εκείνος που νομίζει πως είναι σοφός, θα ξεπέσει από τη σοφία του Θεού».
«Όποιος είναι υποταγμένος στα πάθη, από τα πά­θη μιλά κι απ' αυτά κινιέται με πάθος η γλώσσα του. Κι αν μιλά ακόμα και για πνευματικά πράγματα, ωστόσο λαλεί, για να περάσει ο δικός του λόγος. Έναν τέτοιον άνθρωπο, εκείνος που είναι σοφισμένος από τον Θεό, τον καταλαβαίνει μόλις ανοίξει το στόμα του, κι ο καθαρός τον οσμίζεται από την άσχημη μυ­ρουδιά του».
«Όσοι είναι ανακατεμένοι με τις σκέψεις και με τις επιθυμίες του κόσμου, δε μπορούνε ν' αποχτήσουνε καθαρή διάνοια, επειδή ξέρουνε καλά όλα τα καθέ­καστα της κακίας».
«Αγάπησε την ταπείνωση σε όλα τα έργα σου, για να γλυτώσεις από τις ακατανόητες παγίδες που βρίσκουνται πάντα έξω από τον δρόμο που πορεύονται οι ταπεινόφρονες».
«Πλούτος του Χριστιανού είναι η παρηγοριά που νοιώθει από τη θλίψη, κ' η χαρά που βρίσκει από την πίστη, και που λάμπει στα κρυφά κατάβαθα της διά­νοιας».
«Αν σε σφίξει η θελιά της σαρκικής γνώσης, μπο­ρώ να σου πω, πως είναι πιο εύκολο να λυθείς από μια σιδερένια αλυσίδα, παρά απ' αυτή την καταραμένη γνώση».
«Η ψυχή που πορεύεται στον δρόμο τής πίστης, αν ξαναγυρίσει πάλι στους τρόπους τής γνώσης, αμέ­σως κουτσαίνει η πίστη της και φεύγει απ' αυτή η νοερή δύναμή της».
«Η γνώση είναι ενάντια στην πίστη. Κ' η πίστη, σε όλα είναι λυμένη κ' ελεύθερη από τους νόμους τής γνώσης, αλλά της γνώσης τής σαρκικής, κι όχι της πνευματικής. Γιατί, τούτος είναι ο ορισμός τής γνώ­σης, πως χωρίς εξέταση και χωρίς έρευνα, δεν έχει εξουσία να κάνει τίποτα, αλλά εξετάζει αν είναι δυνα­τό εκείνο που βάζει στο νου της και που θέλει. Η πίστη όμως είναι ένα πράγμα που φεύγει μακρυά από εκείνον που δεν την πλησιάζει από τον σωστόν δρόμο, ήγουν που την σιμώνει με πονηρή περιέργεια».
«Η γνώση, χωρίς εξέταση δε μπορεί να αποχτη­θεί. Κι αυτό είναι η αιτία τής αμφιβολίας που έχει για την αλήθεια. Ενώ η πίστη ζητά να έχει ο άνθρωπος, που θέλει να την αποχτήσει, ένα φρόνημα καθαρό και απλό, μακρυά από κάθε πανουργία. Το μέρος που κα­τοικεί η πίστη είναι μια κατάσταση σαν του παιδιού και μια καρδιά απλή, ενώ η γνώση είναι ενάντια σ' αυτά τα δύο».
«Στη σαρκική γνώση βρίσκεται φυτεμένο το ξύλο της Γνώσεως, που μ' αυτό γνωρίζει κανείς τα καλά και τα πονηρά, κι αυτό ξερριζώνει την αγάπη. Τούτη η γνώση εξετάζει τα σφάλματα των ανθρώπων και τις αιτίες, καθώς και τις αδυναμίες τους, και κάνει τον άνθρωπο να αντιλέγει στον άλλον με πονηρά λόγια και να είναι δολερός με διάφορα μηχανεύματα και με πονηρές πανουργίες, και να φέρνεται με τους τρόπους που υβρίζουνε τον άνθρωπο. Σ’ αυτή τη γνώση ριζώ­νει η περηφάνεια, γιατί έχει την ιδέα πως κάθε καλό πράγμα προέρχεται από τον εαυτό της, κι όχι από τον Θεό! Ενώ η πίστη, τα έργα της λέγει πως τα κάνει ο Θεός, και γι’ αυτό δε μπορεί να υπερηφανευτεί. Για τούτο κι ο απόστολος Παύλος είπε, πως «η γνώσις φυσιοί», εννοώντας αυτή τη σαρκική γνώση, που δεν έχει μέσα της την πίστη και την ελπίδα στον Θεό». «Η πνευματική γνώση φανερώνεται κι αποκαλύ­πτεται στον από μέσα άνθρωπο. Γιατί, κατά τον λόγο του Χριστού, «η βασιλεία των ουρανών εντός ημών εστί», και δεν παρουσιάζεται με κάποιον τύπο, μήτε έρχεται με παρατήρηση. Αλλά φανερώνεται από μέ­σα από την εικόνα της κρυφής διάνοιας χωρίς αιτία, και δίχως καμμιά μελέτη γι' αυτή. Επειδή η διάνοια δεν βρίσκει ύλη σ' αυτή, ώστε να συνεργήσει στο φανέ­ρωμά της».
«Ο άνθρωπος που δεν είναι κολλημένος σε τούτον τον κόσμο, και που φέρνει πάντα στη διάνοιά του, πως κοντεύει η ώρα που θα φύγει από τούτη τη ζωή, και που μελετά παντοτεινά την άλλη ζωή, αυτός, και υπομονή μεγάλη αποχτά, και καμμιά επιθυμία δεν έχει να τον τιμούνε οι άνθρωποι, μήτε να απολάψει τις ανα­παύσεις της ζωής. Κι όλη την ώρα η διάνοιά του δροσίζεται από την περιφρόνηση που αισθάνεται για τον κόσμο. Και νοιώθει μεγάλο θάρρος, κι αποχτά δυνατή καρδιά σε κάθε καιρό, για κάθε κίνδυνο και για κάθε φόβο. Μα μήτε κι από τον θάνατο δεν φοβάται, γιατί σε κάθε ώρα προσέχει σ' αυτόν σαν να κοντεύει νά 'ρθει, και τον περιμένει... Κ' η φροντίδα του είναι ριγμένη στον Θεό, με πάσα αδίσταχτη πεποίθηση».
«Το ξύλο της ζωής είναι η αγάπη του Θεού, απ’ όπου ξέπεσε ο Αδάμ, και δεν ξανασυναπάντησε τη χαρά. Αλλά δούλευε στην αγκαθερή τη γη, και κοπία­ζε. Όσοι στερηθήκανε την αγάπη του Θεού, τρώνε ψωμί με ίδρωτα, στα έργα τους, ακόμα κι αν πορεύο­νται δίκαια».
«Μη φοβάσαι τον θάνατο. Γιατί ο Θεός, όταν τον αγαπάς αληθινά, σε ανεβάζει απάνω από τον θάνατο».
«Να νομίζεις, πως δεν υπάρχει άλλος απάνω στη γη, παρά μοναχά εσύ κι ο Θεός».
*


Τά παρακάτω θεόπνευστα λόγια είναι ανθολογη­μένα από τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο:
«Η πνευματική γνώση μοιάζει μ' ένα σπίτι, που είναι χτισμένο στη μέση της κοσμικής γνώσης, και που μέσα σ' αυτό βρίσκεται, σαν ένα σεντούκι σφαλισμένο, η γνώση των Θείων Γραφών, ο ανεκδιήγητος πλούτος που είναι θησαυρισμένος μέσα στις άγιες Γραφές, ή­γουν η θεία χάρις. Αυτόν τον πλούτο δεν είναι δυνατό να τον δούνε όσοι μπαίνουνε στο σπίτι εκείνο, ανίσως και δεν ανοιχθεί σ' αυτούς το κιβώτιο. Αλλά το σε­ντούκι δεν είναι δυνατό να ανοιχθεί ποτέ με ανθρώπινη σοφία. Για τούτο, όλοι οι άνθρωποι που έχουνε το φρόνημα του κόσμου δεν γνωρίζουνε τον πνευματικό θησαυρό που βρίσκεται μέσα στο σεντούκι της πνευμα­τικής γνώσης. Κι όπως, αν σηκώσει στον ώμο του κανένας εκείνο το κιβώτιο, δε μπορεί να δει τον θησαυ­ρό που βρίσκεται μέσα σ' αυτό, έτσι, κι αν αναγνώσει κι αποστηθίσει όλες της Αγιες Γραφές, δεν δύναται να καταλάβει την χάρη του αγίου Πνεύματος, που εί­ναι κρυμμένη μέσα σ' αυτές».
«Προσκυνώ, πέφτω στα γόνατα και σε ευχαριστώ, Κύριε του παντός και πανάγιε Βασιλεύ, γιατί με ελέη­σες, εμένα που δεν ήμουν άξιος του ελέους σου, και με δόξασες, και με ετίμησες με την εικόνα σου, όπως θέλησες. Κι όλα τα πάντα τα δημιούργησες με την εικόνα σου, όπως θέλησες. Κι όλα τα πάντα τα δη­μιούργησες δι’ εμένα τον άνθρωπο, που είμαι κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσίν σου, και με κατέστησες βα­σιλέα επάνω εις όλα τα επίγεια, εις δόξαν τής μεγαλωσύνης και της αγαθότητάς σου. Πού εγνώριζα εγώ ο ταλαίπωρος, πως είσαι τόσο καλός Δεσπότης, ώστε να νοιώσω πόθον για σένα; Πού γνώριζα εγώ πως φανερώνεις τον εαυτό σου σ' εκείνους που έρχονται σε σένα, ακόμα και τον καιρό που ζούνε μέσα σε τούτον τον κόσμο, για να ζητήσω με πόθον να σε δω; Πού και πώς ήξευρα, εγώ ο δυστυχής, πως λαμβάνουν το Πνεύ­μα σου το Αγιο όσοι πιστεύουνε σε σένα; Πού ήξευρα εγώ, Δέσποτα, πως εσύ που είσαι αόρατος και αχώρητος, βλέπεσαι και χωρείς μέσα μας; Πού ημπορούσα ποτέ να σκεφθώ πως εσύ, ο Κύριος που έκτισες τα σύμπαντα και που έπλασες τους ανθρώπους, ενώνεσαι μ' αυτούς, και τους κάνεις θεοφόρους και υιούς σου, ώστε να ποθήσω και να ζητήσω να τα λάβω από εσένα; Πού ήξευρα, Κύριε, τέτοιον Θεόν, τέτοιον Δεσπότην, τέτοιον προστάτην, τέτοιον πατέρα και αδελφό και βασιλέα, εσένα που φτώχεψες για μένα και που έλαβες δούλου μορφή; Αληθινά, Δέσποτά μου φιλάν­θρωπε, τίποτα απ' αυτά δεν εγνώριζα ολότελα. Ε­πειδή, κι αν έτυχε να διαβάσω στις Αγιες Γραφές γι' αυτά, νόμιζα πως ειπωθήκανε για κάποιους άλλους, ή για κάποια άλλα πράγματα, κι όχι γι' αυτά που είδα, κ' ήμουνα αναίσθητος, και δεν ένοιωθα τα γραμμένα, μήτε μπόρεσα ποτέ να καταλάβω την έννοια που εί­χαν. Επειδή άκουσα από τον απόστολο Παύλο, που έκραζε κ' έλεγε «α οφθαλμός ουκ είδε, και ους ουκ ήκουσε, και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν», και νόμιζα πως είναι αδύνατο να έλθει σε θεωρία (Θεωρία είναι η αποκάλυψη των μυστηρίων του Θεού, που γίνεται με τις πνευματικές αισθήσεις) ένας άνθρωπος, που βρίσκεται ακόμα με το σώμα, και θαρρούσα πως μοναχά σ' εκείνον έδειξες αυτά τα θαυμαστά πράγμα­τα, κάνοντάς του χάρη, και δεν ήξευρα, ο ταλαίπωρος, πως αυτό γίνεται από σένα σε όλους που σε αγαπούν. Αλλά, από πού και πώς μπορούσα να γνωρίζω, πως καθένας που πιστεύει σε σένα γίνεται μέλος σου, και πως αστράφτει με την χάρη σου; Ποιός να πιστέψει ένα τέτοιο παράδοξο πράγμα, να γίνει μακάριος, γενό­μενος μακάριο μέλος του μακαρίου Θεού; Πού ήξευρα εγώ, πως εσύ γίνεσαι άρτος αθάνατος κι άφθαρτος, αντί της αισθητής τροφής που γευόμαστε, άρτος αχόρ­ταγος σ' εκείνους που σε πεινούν και σε ποθούν, και πηγή αθάνατη σε κείνους που σε διψούν, και φόρεμα λαμπρότατο σ' εκείνους που φορούνε για σένα ταπει­νά και φτωχά φορέματα; Ακουσα να τα λέγουν αυτά εκείνοι που κηρύττουν το Ευαγγέλιό σου, πλην νόμιζα πως γίνονται, μοναχά στη μέλλουσα ζωή κ' ύστερα από την κοινή ανάσταση, και δεν ήξευρα πως και τώρα γίνονται σε μας, που έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη απ' αυτά».
«Εκείνος που είναι τυφλός εις το ένα, ήγουν στον Θεό, είναι τυφλός σε όλα. Κ' εκείνος που βλέπει το ένα, δηλαδή τον Θεό, έχει τη θεωρία των πάντων, και πάλι είναι έξω από τη θεωρία των πάντων, κ' έρχεται μέσα στη θεωρία των πάντων, και βρίσκεται πάλι έξω από την θεωρία των πάντων. Όταν είναι, κατ' αυτόν τον τρόπο, μέσα στο ένα, βλέπει τα πάντα, κι όταν είναι μέσα σε όλα, δεν βλέπει κανένα απ’ όλα. Εκεί­νος που βλέπει το ένα, με το ένα βλέπει και τον εαυτό του κι όλα τα πάντα και όλους τους άλλους, και πάλι, όντας κρυμμένος μέσα στο ένα, δεν βλέπει κανένα απ' όλα».
«Ήθελα να πω κανένα παράδειγμα, που να φανε­ρώνει το νόημα αυτών που είπα παραπάνω, σ' εκεί­νους που καυχιούνται με αυθάδεια πως ξέρουνε μόνο με την ψεύτικη γνώση, και χωρίς τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που ερευνά τα βάθη και τα μυστήρια του Θεού. Αλλά φοβούμαι τον Κύριο, που μας πρόσταξε να μη δίνουμε τα άγια στους αδιάντροπους, μηδέ να ρίχνουμε τα μαργαριτάρια μπροστά σ' εκείνους που λογαριάζουνε τα θεία για τιποτένια κι ακάθαρτα, και τα καταπατούνε και τα ατιμάζουνε με τα χαμηλά και γήινα νοήματά τους. Που τον νου τους τον ετύφλωσεν ο Θεός, καθώς λέγει ο προφήτης: «Και εσκότισε την καρδίαν των, ίνα βλέποντες μη βλέπωσι, και ακούοντες μη συνιώσι». Και δίκαια, επειδή κάνανε τον εαυτό τους ανάξιο με την περηφάνεια και με τις κακές πρά­ξεις, και για τούτο τους άφησε ο Θεός να πορεύονται στο σκοτάδι της απιστίας και της κακίας τους, καθώς λέγει ο Δαυίδ: «Εξαπέστειλεν αυτούς κατά τα επιτη­δεύματα της καρδίας αυτών». Γιατί, ενώ έχουν τόσα πολλά παραδείγματα από τους Πατέρας μας (που κά­νανε το θέλημα του Θεού με τα έργα και τα βάλανε μπροστά σε μας για να τα μιμηθούμε), δεν θελήσανε να τα στοχασθούνε, μήτε θελήσανε να μιμηθούνε εκεί­νους τους Πατέρας, αλλά κάνουνε αντίθετα απ' ό,τι κάνανε και διδάξανε εκείνοι. Οι τέτοιοι, λέγω πως όχι μοναχά είναι ανάξιοι να έχουνε τη θεία γνώση, αφού είναι υιοί της απωλείας και της απειθείας, αλλά είναι και υπόδικοι για κάθε τιμωρία και κατάκριση. Επειδή λησμονήσανε να εξετάσουνε τον εαυτό τους, αν βρίσκονται στην πίστη, και περιεργάζονται την πολιτεία των άλλων, και εξετάζουνε ασυλλόγιστα κάποια πράγματα που είναι παραπάνω από τη δύναμή τους, χωρίς να φοβούνται τον Θεόν ολότελα».
*


Από τον άγιο Γρηγόριο τον Σιναΐτη παίρνουμε τα λίγα τούτα, που διαβάζεις παρακάτω:
«Κανένα πράγμα δεν κάνει την καρδιά και την ψυχή τόσο ταπεινωμένη, όσο το να καταντήσει ο άνθρωπος απλοϊκός με γνώση, και το να σωπαίνει σε όλα»(«Απλοϊκός με γνώση», είναι ο Ανθρωπος, που γνωρίζει κάποια μυστήρια που δεν τα υποπτεύονται οι άλλοι, και μπορεί ν' απομείνει ωστόσο, απλός και ταπεινός, σαν να μην γνωρίζει τίποτα).
«Πρέπει να γνωρίζεις, πως ο θεϊκός φόβος δεν έχει τρόμο, (και λέγω τρόμο, όχι αυτόν που έρχεται από τη χαρά, αλλά από την οργή, ήγουν από την τιμωρία κι από το ν' απομείνει κανένας απροστάτευτος). Αλλά έχει κάποια έντρομη αγαλλίαση, που γίνεται με την προσευχή, και βγαίνει από τη σοφία, που λέγεται και αρχή σοφίας».
«Όποιος δεν βλέπει και δεν ακούει και δεν αισθά­νεται πνευματικά, είναι πεθαμένος».
*


Από τα λίγα αυτά λόγια των Πατέρων, μ' όλο που είναι σαν μικρά λουλούδια, μαδημένα από το ολάν­θιστο δέντρο της Ορθοδοξίας, ωστόσο πόση πνευμα­τική λάμψη βγαίνει και φωτίζει τις ψυχές μ' ένα καθα­ρό και ιλαρό φως, το φως της αλήθειας που μας έφερε ο Χριστός!
Και συλλογίζεται κανένας, τί κατάρα έχουνε, άρα­γε, απάνω τους κάποιοι άνθρωποι, και δεν εισχωρεί μέσα στα κατάβαθά τους αυτό το ουράνιο φως, αλλά οι καρδιές τους απομένουνε σαν σκοτεινά σπήλαια, γεμά­τα από φρύνους και νυχτερίδες, ήγουν από τα σιχαμερά φαντάσματα της φιλοσοφίας και της κούφιας απάτης;
Φράζουνε τ' αυτιά τους για να μην ακούσουνε τα πουλιά του Παραδείσου, και θέλουνε ν' ακούνε τις κουκουβάγιες και τα κοράκια! Δεν είναι σε θέση να νοιώσουνε την αθάνατη πνοή της Ορθοδοξίας, τη λε­πτότητα που έχουνε τα νοήματά της, το μυστικό κάλ­λος της, και θρέφουνται με τις χονδροειδείς και πεζές κοινοτοπίες της λεγομένης «θεολογικής επιστήμης», που είναι ξόανο, κανωμένο από τον χωματένιο νου κάποιων στεγνών και πονηρών ανθρώπων.
Ο Χριστός είπε: «Όπου βρίσκεται ο θησαυρός σας, εκεί βρίσκεται κ' η καρδιά σας. Ο λύχνος του σώματος είναι ο οφθαλμός. Αν, λοιπόν, ο οφθαλμός σου είναι απλός, όλο το σώμα σου είναι φωτεινό. Κι αν ο οφθαλμός σου είναι πονηρός, όλο το σώμα σου είναι σκοτεινό».
Ο απλός οφθαλμός είναι η Ορθοδοξία, κι ο πονη­ρός είναι η Δύση.
 

"Απαντήσεις..."





Από μαγνητοσκοπημένη συνέντευξη
του Γέροντα Θαδδαίου της Βιτόβνιντσα

Ο Γέροντας Θαδδαίος γεννήθηκε το 1914. Όταν έκλεισε τα 18 του χρόνια, πήγε στο μοναστήρι. Η επιθυμία του ήταν να υποβάλει τον εαυτό του σε σκληρούς κανόνες μοναστικής ζωής. Πήγε σε μοναστήρι με Ρώσους μοναχούς, από την έρημο της Όπτινα, που είχαν διαφύγει από τη Ρωσία.. Μετά από χρόνια και πολλές περιπέτειες, έγινε ηγούμενος στο μοναστήρι της Βιτόβνιτσα. Απέκτησε μεγάλη φήμη στη Σερβία και σε πολλά βιβλία έγραψαν για την πνευματική του δύναμη, όπως στο βιβλίο «Πνευματικές συζητήσεις» του ψυχιάτρου και καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Βλάδετα Γέροτιτς.


Δεν τη θυμάμαι πια την πόλη. Δεν με ενδιαφέρει. Εδώ είμαι. Δεν έχω επιθυμίες πια. Τα δικά μου τα χρόνια πέρασαν. Οι νέοι πρέπει να σκέπτονται τι μπορούν να κάνουν τώρα, πριν τα γεράματα. Να σώσουν την ψυχική τους γαλήνη πάση θυσία.

Ο άνθρωπος μπορεί να καταφέρει να ηρεμήσει τον εαυτό του, αν υπακούει τη θεία θέληση, όπως είναι γραμμένο και όπως του δόθηκε η ζωή, να είναι ευχαριστημένος και να ευχαριστείτον Θεό για όλα. Πρέπει να προσπαθεί, δεν πρέπει να είναι τεμπέλης. Όμως πρέπει να εκτιμάειό,τι του δόθηκε, με καθαρή συνείδηση, με καλοσύνη, ευγενικά και να μην προσβάλλει τίποτε και κανέναν, ούτε τον εαυτό του.

Δεν πρέπει να είναι απαιτητικός, όλα να τα λαμβάνει σαν να είναι από το χέρι του Θεού. Ό,τι του συμβαίνει, είναι η θέληση του Θεού και πρέπει να την υπακούει. Αν ηρεμήσει, σώθηκε.

Όταν ανοίγουμε την καρδιά μας στον Θεό, είναι απίστευτη  η ενέργεια, με την οποία ο άνθρωπος μπορεί να κινεί τα πάντα. Μπορεί να κάνει θαύματα  Είναι απίστευτο.. Αφού ο Θεόςείναι παντού, όποιος επικοινωνεί με την πηγή της ζωής, ό,τι επιθυμεί γίνεται. Κοιτάξτε τα παιδιά, πόσο είναι αθώα, αγνά. Το παιδί δεν ξέρει. Θα σου πει, ο,τι του ζητήσεις να πει. Θαύμα είναι, τα παιδιά δεν ξέρουν τι θα γίνει, ούτε πως θα γίνει, δεν τα σκέφτονται, ό,τι τους πεις, αμήν. Αυτό σημαίνει, πίστη. Θα σε πιστεύει ό,τι και να του πεις, έτσι είναι.

Ό,τι βλέπουν τα παιδιά, το ρουφάνε. Προσκολλούνται σε ό,τι βλέπουν και τους φαίνεται καλό.Το παιδί τρέχει να αγκαλιάσει μια ψυχή με καλοσύνη και με γαλήνη. Ξέρετε, τέτοια ψυχή με γαλήνη και με καλοσύνη, έχει θεϊκή ιδιότητα μέσα της και έτσι είναι ήρεμη. Φυσικά και τρέχει το παιδί σε μια τέτοια ψυχή και χωρίς να την έχει ξαναδεί στη ζωή, αμέσως τρέχει κοντά της.Στον Θεό τρέχει.

Μακάρι να συνέλθει το ανθρώπινο γένος, να ηρεμήσει.., έτσι ο άνθρωπος, θα μπορούσε να έχει μέσα του την απίστευτη θεϊκή ενέργεια. Τότε ο κόσμος θα ήταν τελείως διαφορετικός, πνευματικός. Οι άνθρωποι είναι παραφορτωμένοι με την ύλη. Αυτό το βάρος κρύβει ό,τι καλό έχουν μέσα τους. Ο Θεός είναι η ζωή και η ενέργεια και τη χαρίζει παντού. Η ζωή είναι παντού.

Εμείς οι άνθρωποι είμαστε τόσο ενωμένοι, τόσο ενωμένοι μεταξύ μας με την ενέργεια του Θεού. Δεν το διαπιστώνουν, ούτε το καταλαβαίνουν οι άνθρωποι. Ο άνθρωπος έχει δεσμό με το περιβάλλον του και με όλο τον κόσμο, αλλά η ζωή μας εξαρτάται, από τον τρόπο που την ζούμε.

Η ζωή εκδηλώνεται με τις σκέψεις. Αυτοί που έχουν καλές σκέψεις, καλές επιθυμίες, είναι καλοί. Αν οι σκέψεις μας είναι ήρεμες, θα είμαστε και εμείς ήρεμοι.     

Είμαστε θυμωμένοι, γιατί δεν πραγματοποιούνται οι επιθυμίες μας ή γιατί νομίζουμε ότι εμείς έχουμε δίκιο. Αν πάψουμε να νομίζουμε ότι είμαστε σπουδαίοι και κατακρίνουμε τους άλλους, ο θυμός εξαφανίζεται. Το ίδιο ισχύει και για τις ανησυχίες μας. Οι ανησυχίες, προκαλούν την ταραχή και σε μας και στους άλλους γύρω μας. Πρέπει να μάθουμε να ελέγχουμε τις σκέψεις μας, να τις βάλουμε σε τάξη. Έτσι, δεν θα μπορούν να μας πειράζουν οι ανήσυχες σκέψεις των άλλων. Τη φυσικότητα και την απλότητα του Χριστού, πρέπει να τη μάθουμε.

Αν είμαστε ήρεμοι, ήσυχοι, ευγενείς, οι καλές σκέψεις μας επηρεάζουν όχι μόνο τους ανθρώπους, αλλά επίσης και τα ζώα και τα βότανα. Όλοι περιμένουν από μας την προσοχή μας.

Ο άνθρωπος μπορεί να σκέπτεται το καλό, όμως  να κάνει το καλό χωρίς τον Θεό, δεν μπορεί. Το καλό μόνο με την ενέργεια του Θεού γίνεται, διότι μόνο ο Θεός είναι καλός. Αυτός είναι το καλό και η ελεημοσύνη. Δόξα τω Θεώ, που ο Κύριος είναι παντού και βοηθάει τα πάντα. Και αδύνατος και δυνατός, όλοι χρειάζονται βοήθεια.

Δεν στεναχωριέμαι, δεν ανησυχώ τι θα γίνει με μένα, πως θα είναι η ζωή μου. Αλλιώς δεν θα είχα την ησυχία μου. Ας το φροντίσει ο Θεός και ό,τι γίνει.. Αφού είναι του Θεού θέλημα, δεν χρειάζονται σκέψεις,

Πώς να σωθούμε σ’ αυτό τον κόσμο της ύλης, πώς να ανοίξουμε την καρδιά μας στον Θεό...  
Πρέπει να κάνουμε ασκήσεις. Και η προσευχή είναι άσκηση. Αν ο άνθρωπος συνέχεια προσεύχεται, του γίνεται συνήθεια. Όταν συνέχεια επαναλαμβάνουμε τα λόγια της προσευχής, η προσευχή γίνεται αίσθημα.., γίνεται αληθινή. Όσοι έχουν ανοίξει την καρδιά τους στον Θεό με τη προσευχή, την έχουν συνέχεια μέσα στην καρδιά τους.

Τέτοια χαρά και γαλήνη δεν είναι εγκόσμια. Τη χαρά και τη γαλήνη που παίρνεις εδώ στον κόσμο, πάλι τη χάνεις Είναι απίστευτη η χαρά, η ευλογημένη χαρά της προσευχής.



Οι άγιοι Πατέρες έλεγαν, ότι όλοι πρέπει να χρησιμοποιούμε την προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον με». Όταν την επαναλαμβάνουμε όλη την ημέρα, από μόνη της ενεργεί και νοιώθουμε τη Θεία Χάρη. Όταν αρχίζει χωρίς τη βούληση σου να γίνεται συνήθεια, η Ουράνια δύναμη είναι απίθανη. Νοιώθεις τη χαρά και τη γαλήνη. Απίθανη χαρά. Αναρωτιέσαι πως γίνεται αυτό. Νοιώθεις χαρά. Νοιώθεις αγάπη. 

Ό,τι βλέπεις γύρω, όλα είναι ιερά. Ό,τι θέλεις να αγγίξεις, σου φαίνεται ιερό. Αυτό είναι η ευλογία του Θεού. Δεν εξαρτάται από τη θέληση μας. Ούτε από την επιθυμία μας. Μόνο του γίνεται. Ο άνθρωπος ζει, νοιώθει, βλέπει, χαίρεται. Είναι χαρούμενος. Ο καλότατος Σεραφείμ του Σάρωφ, όταν ερχόταν, πάντα έλεγε: «Χαρά μου!..» Αυτή είναι η ευλογία του Θεού. Να βλέπεις σε κάθε ψυχή τη θεϊκή δύναμη και στους νέους και στους μεγάλους. Χωρίς διαφορά, να βλέπεις τη θεϊκή ενέργεια και τη χαρά μέσα τους.

Όλα τα κακά προέρχονται από τις σκέψεις μας και την αστάθεια τους. Πρέπει να διώχνουμε μακριά τις αρνητικές σκέψεις, αν μπουν στην καρδιά μας και αρχίσουν να ανακατεύονται με τα αισθήματα, τότε γίνονται πιο επικίνδυνες και δύσκολα φεύγουν. Αν τελικά δεχθεί ο άνθρωπος με τη θέληση του, το κακό μίγμα αυτό και αφήσει να κυριαρχούν τα αρνητικά αισθήματα και οι κακές σκέψεις μέσα του, τότε ήδη η αμαρτία κυριαρχεί.  

Οι σκέψεις σου ακτινοβολούν. Ο άλλος λαμβάνει τη διάθεση σου. Κανένας δεν είναι χαρούμενος, κανένας δεν είναι ευχαριστημένος, όταν κουβαλάει μέσα του τη δυστυχία του. Για να αποφύγεις τις άσχημες σκέψεις, καλύτερα να τραγουδάς (ή ακόμα καλύτερα να ψάλλεις), παρά να παραπονιέσαι. Όποιος τραγουδάει, κακό δεν σκέφτεται.

Όλοι ανησυχούμε υπερβολικά για τον εαυτό μας και μόνο ο άνθρωπος που είναι αφιερωμένος στον Θεό, μπορεί να νοιώθει ήρεμος και χαρούμενος.-

Η υπερηφάνεια είναι μεγάλη αμαρτία. Όταν μας βρίζουν, αντιδρούμε. Όταν μας λένε ή κάνουν κάτι που δεν μας αρέσει, χωρίς καν να δίνουμε ιδιαίτερη σημασία μήπως είναι σωστό αυτό που ακούμε, μας πειράζει υπερβολικά και τότε μέσα μας κυριαρχεί η υπερηφάνεια.

Ούτε ο άνδρας, ούτε η γυναίκα, δεν πρέπει να ξεχνούν ότι είναι προσκεκλημένοι να είναι άγιοι. Δεν υπάρχει ψυχή στη γη, να μην είναι άγια. Ό,τι δεν είναι καλό, ο άνθρωπος δεν πρέπει να το κάνει. Όλα και τα μικρά και τα μεγάλα, είναι κομμάτια της ζωής και έχουν την ενέργεια του Θεού. Η ζωή, είναι ενέργεια του Θεού. Από τον Θεό είναι. Και ο άγγελος και κάθε άλλο πλάσμα, παίρνει από την πηγή της ζωής. Η ζωή είναι μια. Μια είναι η πηγή της ζωής, η οποία όλα τα διαπερνά και τα διατηρεί. Ο Θεός.

Την ενέργεια του Θεού, δεν την παίρνεις μόνο στην Εκκλησία ή στο Άγιο Όρος. Είναι συνέχεια μαζί μας, οπουδήποτε πας, άνθρωπε! Είναι συνέχεια μαζί μας. Ζούμε με την ενέργεια του Θεού. Η ζωή δεν είναι δική μας. Η ζωή μας είναι δώρο.

Η ζωή εξαρτάται από τις σκέψεις μας, από τις επιθυμίες μας. Εμείς μέσα μας, δημιουργούμε την αρμονία και τη δυσαρμονία. Πόσο ήρεμες είναι οι ψυχές, αγνές και απονήρευτες. Λάμπουν από καλοσύνη. Είναι απίστευτο πώς λάμπουν.

Τους συγχωρεμένους, τους αγαπημένους μας, πάντα τους σκεπτόμαστε και έτσι έχουμε μαζί τους επαφή. Επίσης, όταν προσευχόμαστε για την ανάπαυση των ψυχών τους. Ο αγνός, ήρεμος άνθρωπος, συχνά στον ύπνο του έρχεται σε επαφή με άλλες ψυχές. Ρωτάς κάτι και παίρνεις την απάντηση. Επειδή, έχουμε επαφή με τον πνευματικό κόσμο. Και μάλιστα, πιο στενή επαφή έχουμε με τον πνευματικό κόσμο, παρά με τον επίγειο.

Για να έρθεις σε επαφή με κάποιον, πρέπει να τον σκέπτεσαι και να πάρεις (με προσευχή) τηνάδεια και τότε γίνεται, όταν το θέλεις. Τότε πραγματοποιούνται οι ευχές, επειδή όταν πολύ επιθυμείς κάτι, γίνεται η σύνδεση με την πνευματική ενέργεια. Αυτή η σύνδεση, έχει πιο πολύ ακρίβεια από τις τηλεφωνικές συνδέσεις. Αμέσως συνδέεσαι. Οι επιθυμίες πραγματοποιούνται,αν ο άνθρωπος είναι ήρεμος και αγαθός. Γιατί τίποτα δεν γίνεται χωρίς την άδεια του Κυρίου.
Αν λυπάσαι κάποιον, τότε προσεύχεσαι γι’ αυτόν. Αυτός παίρνει πάρα πολλά πνευματικά οφέλη. Παίρνει την ενέργεια, επειδή εσύ του δίνεις τη ζωή σου, όσο τον σκέπτεσαι και του εύχεσαι το καλό. Του στέλνεις την ενέργεια, την ενέργεια του Θεού, η οποία μας ενώνει. Είμαστε όλοιενωμένοι με την ενέργεια του Θεού, μόνο που δεν το σκεπτόμαστε, δεν δίνουμε σημασία σε αυτό. Όσο όμως και να μη δίνουμε σημασία, είμαστε κοντά εμείς οι άνθρωποι, πολύ κοντά.

  
Οι συγχωρεμένοι μας, ζητάνε από μας βοήθεια, στην αιώνια ζωή δεν μπορούν να κάνουν τίποτα πλέον για τον εαυτό τους. Μπορούν όμως να προσεύχονται για τους δικούς τους. Μόλις φθάσει το τέλος της ζωής, χάνει κανείς το δικαίωμα να προσεύχεται για τον εαυτό του, γιατί πέρασε ο καιρός για τη μετάνοια του.

 Ό,τι νόμιζα πως είναι μεγάλη δυστυχία και πρόβλημα στη ζωή μου, μετά κατάλαβα ότι ήταν μεγάλη ευλογία και ήταν για το καλό μου.

Η ανάμνηση της αμαρτίας, δεν σημαίνει ότι δεν πήραμε τη συγχώρεση. Η ανάμνηση αυτή είναι μια υπενθύμιση μόνο, για να μην ξανακάνουμε το ίδιο λάθος. Στην πραγματικότητα δεν είναι ο Θεός, παρά ο άνθρωπος που δεν συγχωρεί τον εαυτό του. Η σίγουρη ένδειξη ότι συγχωρήθηκε η αμαρτία, είναι ότι αυτή δεν επαναλαμβάνεται και τότε η ψυχή είναι ήρεμη.

Επίσης είναι σημαντικό, πώς ζούμε τα τελευταία μας χρόνια. Η θεάρεστη ζωή στα γεράματα, ακυρώνει τα νεανικά λάθη. Και αυτούς οι οποίοι δεν είναι χριστιανοί και ζούνε τίμια ζωή, θα τους δεχθεί ο Θεός στην αιώνια βασιλεία του.

Αναρωτιόμαστε, πώς να ενωθούν οι άνθρωποι μεταξύ τους; Μα και να μισεί ο ένας τον άλλο, πάλι ενωμένοι είμαστε. Αν αισθάνεσαι μίσος όμως, χαλάς την ευδιαθεσία σου. Γίνεσαι χειρότερος. Αν αυτός που τον μισείς, έχει ευχάριστη διάθεση, σου έρχεται με αγάπη, εσύ παραξενεύεσαι, πώς έτσι..., είναι ο χειρότερος εχθρός μου και αυτός μου φέρεται καλά; Αυτός θα είναι ο δάσκαλος σου. Σε μαθαίνει τι είναι καλοσύνη. Τότε οι καλές σκέψεις διώχνουν τις κακές. Και ο άλλος απορεί: «Με χαιρετάει ο χειρότερος εχθρός μου;» Νομίζει, ότι είναι ο εχθρός του. Ο φίλος του είναι, φορτωμένος και αυτός με τις δικές του σκέψεις.

Απλώς, να παραμερίζεις το κακό. Δεν θέλω να σκέπτομαι το κακό. Θέλω μόνο την ησυχία μου.Την ησυχία και τη γαλήνη.  Σ’ αυτόν τον κόσμο, το πιο δύσκολο είναι να καταλάβουμε, πώςνα προσευχόμαστε για τους εχθρούς μας.

Πρέπει να προσευχόμαστε για τους εχθρούς μας, για όλους που δεν μας αγαπάνε και είναι φορτωμένοι με την κακία που νοιώθουν για μας. Βλέπει ο εχθρός σου, πως ο Θεός σε προστατεύει, δεν μπορεί να κάνει τίποτα και θέλει πάση θυσία, να εξαφανιστείς, να μηνυπάρχεις, αλλά δεν μπορεί. Όσο περισσότερο θέλει το κακό σου, τόσο περισσότερο σου δίνει το καλό ο Θεός.

Τότε σκέπτεται: Βλέπω, ότι δεν είμαι καλός. Εύχομαι το χειρότερο για σένα κι εσύ όλο και καλύτερα είσαι. Άρα, εγώ είμαι άδικος. «Πώς έτσι; Είμαι ευλαβής, πηγαίνω στην Εκκλησία..» Τίποτα δεν ισχύει, αν έχεις την κακία μέσα σου. Όπως είναι οι σκέψεις μας, έτσι είναι και η ζωή μας. Δεν μπορείς να είσαι καλός και να σκέπτεσαι το κακό. Τότε, από μέσα σου βγαίνει η άρνηση, η κακία. Πρέπει να είμαστε ήσυχοι, ήρεμοι, με αγάπη και καλοσύνη για τους άλλους. Ας σκέπτονται ό, τι θέλουν για μας. Ας μας κακολογούν, εμείς θα τους ευλογούμε και θα τους ευχόμαστε.

Ο Θεός να μας ευλογήσει όλους. Ο Θεός να μας βοηθήσει, να μας δώσει κουράγιο.
Στους νέους είναι το μέλλον. Πρέπει να παραδώσουμε στους νέους την εμπειρία που έχουμε.Την εμπειρία του καλού. Το καλό προέρχεται από τις σκέψεις. Η κάθε πράξη έχει τη βάση της στη σκέψη. Πρέπει να προσπαθήσουμε στη ζωή μας, να κρατάμε μόνο τις σκέψεις που θα είναι χρήσιμες για μας, για τον πλησίον μας και γι’ αυτούς που έχουν μέλλον. Το καλό, πρέπει να το πολλαπλασιάζουμε!


*  Η συνομιλία με τον Γέροντα Θαδδαίο (Στρμπούλοβιτς) γυρίστηκε στο μοναστήρι Κόβιλ,
    το 2002.
    Ήταν η τελευταία του συνέντευξη. Ο Γέροντας κοιμήθηκε τον Απρίλιο του 2003.

    Το video, διάρκειας περίπου 1 ώρας, βρίσκεται   =>Ε Δ Ω <=

http://paradeka.blogspot.gr/

Σύναξη Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών: Διακήρυξη για την Μασονία




 ΣΥΝΑΞΗ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ
ΚΛΗΡΙΚΩΝ  ΚΑΙ  ΜΟΝΑΧΩΝ

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΣΟΝΙΑ
Ἡ ἄτυπη σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καί Μοναχῶν, ζώντας τήν τραγικότητα τῆς ἐποχῆς μας καί παρακολουθώντας μέ ἀγωνία καί προσ­ευχή τίς κοινωνικοπολι­τικές ἐξελίξεις στόν κόσμο καί στή Χώρα μας, κατά τήν συνάντησή μας στίς 11 Ὀκτωβρίου 2012 στόν ἱερό ναό τοῦ ἁγίου Νι­κολάου Πειραιῶς, συζητήσαμε τό πάντα ἐπίκαιρο πρόβλημα τῆς Μασο­νίας (Τεκτονισμοῦ), μέ εἰσηγητάς τόν Σεβασμιώτατον Μητροπολί­την  Πει­ραιῶς κ.κ. Σεραφείμ καί τόν αἰδεσιμολογιώτατον Πρωτοπρεσβύτε­ρον π.  Γεώργιον Μεταλληνόν. Ὁμόθυμα δέ ἀπεφασίσθη ἡ σύνταξη καί κοινοποίηση εἰς τόν Λαόν μας τῆς Διακηρύξεως αὐτῆς γιά τή Μασονία, μέ σκοπό τήν ἐνημέρωση τοῦ Ὀρθοδόξου Ποιμνίου καί παράλληλα τήν ὑποβολή υἱϊκῆς ἐκκλήσεως πρός τήν Σεβαστή Ἱεραρχία μας,  νά ἡγηθῆ τοῦ ἀγῶνος γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων, πού δημιουργεῖ ἡ ἀνανεωμένη δράση τῆς σκοτεινῆς αὐτῆς Ὀργανώ­σεως στήν ἐποχή μας. Ἡ Διακήρυξη αὐτή μπορεῖ νά θεωρηθεῖ συνέχεια τῆς «Ὁ­μολογίας Πίστεως κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ»,  τήν ὁποία συντάξαμε καί ἐκυκλοφορήσαμε τό 2009, ἐφ᾽ ὅσον μάλιστα ὑπάρχει γενετική καί στοχοθεσιακή σχέση μεταξύ  Οἰκουμενισμοῦ καί Μασονίας.
 
*   *   *   *   *
Ἔχοντας τήν εὐλογία νά γεννηθοῦμε Ἕλληνες καί νά ἀναγεννηθοῦ­με διά τοῦ Μυστηρίου τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος εἰς τούς κόλπους τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή τῆς Ὀρθοδοξίας τῶν Προφητῶν, Ἀποστόλων καί Πατέρων ὅλων τῶν αἰώνων, καί γνωρί­ζοντας τόν φθοροποιό και ἐθνοκτόνο ρόλο τῆς Μασονίας στή Χώρα μας, διακηρύττουμε:

1. Μία ἀπό τίς πλάνες, πού γέννησε ὁ Διάβολος γιά τήν καταπολέμη­ση καί καταστροφή τοῦ ἔργου τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τήν παρακώλυση καί ματαίωση τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου, εἶναι ἡ Μασονία ἤ Τεκτονισμός, πού λειτουργεῖ καί δραστηριοποιεῖται στήν κοινωνία μας, μέ τήν κάλυψη μάλιστα καί προστασία τῶν Νόμων τοῦ Κράτους. Διότι ἡ Μασονία λειτουργεῖ στήν Ἑλλάδα ὡς «Ἵδρυμα», ἀναγνωρισμένο ἀπό τήν Πολιτεία μέ τό ΠΔ τῆς 21-1-1927,  τό ΒΔ ἀπό 19-7-1948 καί τό ΒΔ ἀπό 23-12-1955. Ἔτσι δραστηριοποιεῖται ἀνενόχλητα στήν κοινωνία μας, γιά τήν προώθηση καί ἐκπλήρωση τῶν σκοπῶν της.

2. Ἔχει ἐπανειλημμένα καί διά πολλῶν ἀποδειχθεῖ, ὅτι ἡ Μασονία εἶναι ὀργάνωση, πού λειτουργεῖ μυστικά καί συνωμοτικά, σέ συνεργασία μέ ὅλες τίς παραφυάδες της[1], μέ βασικό στόχο τήν ἅλωση τῆς κοινωνίας καί τήν πολιτική καί πολιτιστική ἰσοπέδωση τῶν λαῶν τῆς γῆς.

3. Ἡ ἐπιδιωκόμενη ἅλωση καί τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας ἀπό τή Μασονία, ἄρχισε μέ τήν ἵδρυση τῆς πρώτης Στοᾶς στήν «καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολήν» στή Σμύρνη τό 1745 καί τήν ἐξάπλωση τῶν Στοῶν στήν Κωνσταντινούπολη (1748), τήν ἕδρα τῆς Ρωμαίικης (Ἑλληνορθόδοξης)  Ἐθναρχίας (Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου)[2].  Ἡ διείσδυση τῆς Μασονίας στήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή, εὐνοούμενη ἀπό τό εὐρωπαϊκό πολιτιστικό κλίμα τῆς Μικρασίας καί τήν κοσμοπολίτικη πληθυσμιακή σύνθεσή της, ἔβαινε παράλληλα μέ τήν ἀποδυνάμωση τῆς χριστιανικῆς Πίστεως καί ὀρθοδόξου Παραδόσεως. Στά τέλη τοῦ  18ου  αἰώνα ἐπεξετάθη ἡ ἵδρυση Στοῶν καί στόν μητροπολιτικό ἑλληνικό χῶρο (Ἀθήνα, Ζαγορά, Ἀμπελάκια, Ἰωάννινα καί τά Ἰόνια Νησιά). Ὁ Τεκτονισμός στηριζόμενος κυρίως στό ἀστικό στοιχεῖο, κινήθηκε καί κινεῖται στό χῶρο τῶν λογίων, τῶν ἐμπόρων, τῶν ἐχόντων κοινωνική ἐπιρροή καί τῶν πολιτικῶν.

4. Γίνεται λοιπόν ἀντιληπτό, ὅτι ὁ Τεκτονισμός εἶναι ἐμβόλιμο μέ­γεθος στήν ἑλληνορθόδοξη κοινωνία καί παρασιτεῖ στό σῶμα της, μέ συνέπειες ὀδυνηρές γιά τήν συνοχή καί τήν ταυτότητά της[3]. Διότι ὁ Τεκτονισμός εἶναι τοκετός ξένων ὠδίνων, πού μεταφυτεύθηκε στό χῶρο μας καί μένει τελείως ξένος πρός τήν ταυτότητα τοῦ Γένους / Ἔθνους μας καί τόν πολιτισμό μας, καί στήν οὐσία του μή συμβατός μέ αὐτήν. Γι᾽ αὐτό ἡ παρουσία καί δραστηριοποίησή του στήν ἑλληνική κοινωνία κατεργά­ζεται τόν ἰδεολογικό διαμελισμό τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας, ἐφ᾽ ὅσον ἀ­ναπτύσσεται ὡς θανατηφόρο καρκίνωμα στό ἐθνικό μας σῶμα. Αὐτό εἶ­ναι συνειδητό στήν εὐρύτερη λαϊκή μας βάση, ὅπως φαίνεται στόν ἀπα­ξιωτικό γιά κάποιον χαρακτηρισμό, ὅτι συμπεριφέρεται «σάν μασῶνος»!

5. Στά τελευταῖα χρόνια ἔχει ἐνισχυθεῖ καί ἐντατικοποιηθεῖ ἡ δράση τῆς Μασο­νίας, λόγω τῆς παθολογίας καί ρευστότητας τῆς πολιτικοκοινω­νικῆς καταστάσεως τῆς Χώρας μας. Καί μόνο στόν Πειραιᾶ, τό πρῶτο λιμάνι τῆς Χώρας μας, μαρτυρεῖται ἡ λειτουργία δεκαπέντε τεκτονικῶν Στοῶν. Βιώνουμε, ἔτσι, μία ἐπέλαση τῆς μασονικῆς παρατάξεως, μετά ἀπό μία περίοδο κάμψεως τῆς δραστηριότητάς της.

6. Ἡ Μασονία συγκαλύπτει καί ἀρνεῖται τόν θρησκευτικό της χαρακτήρα, ὁ ὁποῖος ὅμως ἀνήκει στήν οὐσία της. Ἡ ἄρνηση ὅμως αὐτή τῶν Τεκτόνων προσκρούει στή δια­φωνία τῶν ἰδίων τῶν κειμένων τους, ὅπως ὁ Καταστατικός Χάρτης καί ὁ Γενικός Κανονισμός τῆς Στοᾶς, ἀλλά καί τῶν κατά καιρούς διακηρύξεων γνωστῶν Τεκτόνων.  Σημαντικό ὅμως εἶναι ὅτι ὁ χαρακτήρας τοῦ Τεκτονισμοῦ ὡς θρησκείας εἶναι γνωστός εἰς τό ὀρθόδοξο Πλήρωμα καί τήν Πνευματική του Ἡγεσία, διακηρύσσεται δέ ἀδιά­κοπα, σέ κάθε εὐκαιρία γιά τό ξεσκέπασμα τῆς Μασονίας καί τήν προφύλαξη τοῦ ὀρθοδόξου Ποιμνίου. Ἤδη ἡ πρώτη  ἐκτενής ἀναίρεση τῆς Μασονίας στό χῶρο μας, ἀπό τόν ἁγιορείτη μοναχό Ἀγάπιο Κολλυβά Παπαντωνάτο[4], ἀντιμετωπίζει τή Μασο­νία ὡς θρησκεία ἀναιρετική τῆς Ὀρθοδοξίας καί γενικά τοῦ Χριστιανισμοῦ. «Ἡ φραγμασονική πίστις -διαβάζουμε ἐκεῖ- εἶναι ἡ πλέα ἀσεβεστέρα καί ἡ πλέα ἐπιβλα­βεστέρα εἰς τό ἀνθρώπινον γένος ἀπό ὅσας ἀσεβείας ἐστάθησαν ἀπό τήν ἀρχήν τοῦ αἰῶ­νος ἕως τῆς σήμερον». Καταλήγει δέ στό συμπέρασμα, ὅτι ὁ Τεκτονισμός εἶναι ἀντι­χριστιανισμός καί πλήρης ἀνατροπή τοῦ Χριστιανισμοῦ.

7. Τόν θρησκευτικό χαρακτήρα τοῦ Τεκτονισμοῦ ἐδέχθη ἡ Διορθόδο­ξος Ἐπιτροπή (Ἅγιον Ὄρος, 1930), ἀλλά καί Καθηγηταί τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν τό 1933, τήν γνωμοδότηση τῶν ὁποίων υἱοθέτησε ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος[5] τό ἴδιο ἔτος, πού ἀνανεώθηκε μέ τίς ἀποφάσεις της τό 1968, τό 1972 καί τό 1996, καί  σέ εἰδικά φυλλάδια «Πρός τόν Λαό» τό 1982 καί τό 1996.

8. Ἀπό τά ἴδια τά κείμενα τῆς Μασονίας ἀποδεικνύεται, ὅτι ἀποδέχε­ται καί πι­στεύει σέ θεότητα,  πού καλεῖται Μέγας Ἀρχιτέκτων τοῦ Σύμ­παντος (Μ.Α.Τ.Σ.).  Ἔ­χει μάλιστα, τελετές, ἀντίστοιχες μέ ἐκεῖνες τῆς Ἐκ­κλησίας («μυστήρια» π.χ. γάμο, βωμούς, ναούς, λατρεία, σύμβολα, ἐγκαί­νια ναοῦ, κηδεία) μέ εἰδικό τελετουργικό τυπικό. Στά Μασονικά κείμενα ὁ Μ.Α.Τ.Σ. δηλώνεται μέ τά ὀνόματα: Ἑωσφόρος, Διάβολος, Σατανάς, Βεελζεβούλ, Βελίαλ, Μπαφομέτ, Δαίμονας κ.λπ.  Ἡ ὁμολογία λοιπόν, τῆς ἴδιας τῆς Μασονίας γιά τόν θρησκευτικό χαρακτήρα της εἶναι σαφής[6]. Στό Σύνταγμα τῆς Μεγάλης Στοᾶς τῆς Ἑλλάδος (20.12.1949) δηλώνεται ρητά: «Ὁ Ἐλευθεροτεκτονισμός πιστεύει εἰς τήν ὕπαρξιν τοῦ Θεοῦ ὑπό τήν ἐπωνυμίαν Μέγας Ἀρχιτέκτων τοῦ Σύμπαντος».  Στή Μασονική δέ ἐγκυκλοπαιδεία τοῦ Ν. Χ. Λάσκαρη, ἐκδιδόμενη μέ τήν ἄδεια τῆς Μεγάλης Στοᾶς τῆς Ἑλλάδος, καί στό λῆμμα «Θρησκεία καί Τεκτονι­σμός», διαβάζουμε: «Ἡ τεκτονική θρησκεία δέν κάνει διακρίσεις. Δέχεται εἰς τούς φιλόξενους κόλπους της ἄνδρας παντός δόγματος, οὐδέν δέ ἀπολύ­τως θρη­σκευτικόν δόγμα εὐνοεῖ ἤ ἀποδοκιμάζει... Ἡ θρησκεία τοῦ Τεκτονι­σμοῦ εἶναι ἡ γενική θρησκεία τῆς φύσεως καί τῆς πρωταρχικῆς ἀποκαλύ­ψεως -τῆς κληροδοτηθείσης ἡμῖν ὑπό ἀρχαίου τινός καί πατριαρ­χικοῦ ἱερατείου- ἐν τῇ ὁποίᾳ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι δύνανται νά συνυπάρξουν». Ἀπρο­κάλυπτος εἶναι δηλαδή ὁ συγκρητισμός καί ὁ εἰδωλολατρικός χαρακτήρας τῆς Μασονίας, ἀλλά καί ὁ ἀντιχριστιανικός της χαρακτήρας, κάτι πού φαίνεται καί ἀπό τήν διεκδίκηση παγκοσμιό­τητος, πού ἀντιστρατεύεται στήν καθο­λικότητα καί οἰκουμενικότητα τῆς Χριστιανικῆς Πίστεως καί Ἐκκλησίας. Αὐτό ὑπο­γραμμίζεται στήν ἱστορι­κή ἀπόφαση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τό 1933, κατά τήν ὁποία ὁ Τεκτονισμός «δέν εἶναι ἁπλῆ τις φιλανθρωπική ἕνωσις ἤ φιλοσοφική σχολή, ἀλλ᾽ ἀποτελεῖ μυσταγωγικόν σύστημα, ὅπερ ὑπομιμνήσκει τάς παλαιάς ἐθνικάς μυστη­ριακάς θρησκείας ἤ λατρείας. Ἀποδεδειγμένως τυγχάνει θρησκεία μυστηριακή, ὅλως διάφο­ρος ... καί ξένη τῆς χριστιανικῆς θρησκείας... Ζητοῦσα νά συμπεριλάβῃ ... εἰς τούς κόλπους αὐτῆς ὁλόκληρον τήν ἀνθρωπότητα... ἀνυψοῖ ἑαυτήν εἰς εἶδος ὑπερθρησκείας». Καί ὁ μακαριστός ἀρχιμανδρίτης π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος, φωτισμένος πνευματικός καί ἐπιφανής θεολόγος, ἐπισημαίνει ὅτι ὁ Τεκτονισμός «φιλοδοξεῖ νά ἀποβῇ θρησκεία πάσης τῆς ἀνθρωπότητος... νά ἀποβῇ μία ὑπερθρησκεία»[7]. Κατά τήν δήλωση τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητρο­πολίτου Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, ἡ Μασονία εἶναι «ἀποκρυφιστική παγανι­στική λατρεία, πολέμιος τῆς ἀμωμήτου Πίστεως τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας». Εἶναι δηλαδή σαφῶς ἀντιχριστιανική καί εἰδω­λολατρική θρη­σκεία καί πίστη. Οἱ Μασόνοι, κατά τόν ἴδιο Μητροπολίτη, εἶναι «σατανολάτρες καί ἑω­σφοριστές, ὀπαδοί τῆς θρησκείας τοῦ Ἀντιχρίστου»[8]. Διαπιστώνεται, ἐπίσης, ὅτι οἱ Μα­σόνοι, τουλάχιστον στίς ὑψηλότερες βα­θμίδες τους, εἶναι σατανολάτρες, προσευχό­μενοι στόν Ἑωσφόρο, ὡς Μπαφομέτ, ὅπως ὀνομάζουν τόν τραγόμορφο θεό τους.  Ἐξ  ἄλλου εἶναι ἀναντίρρητες καί οἱ σχέσεις τους μέ τή Μαγεία. Ὁ καλός γνώστης τῆς Μασονίας P. Naudon μᾶς πληροφορεῖ, ὅτι ὁρισμένα τυπικά... ἔβαλαν ἀκριβῶς σάν σκοπό τους τήν «ἄσκηση τῆς μαγείας, πού  μπαίνει στήν ὑπηρεσία τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν ἐπενέργειά του πάνω στόν κόσμο»[9].

9. Ὁ ἰσχυρισμός τῆς Μασονίας, ὅτι δέν ἀσχολεῖται μέ τήν πολιτική καί δέν ἀναμειγνύεται στίς πολιτικές ἐξελίξεις δέν εἶναι ἀληθής. Ὁ θρησκευτικός χαρακτή­ρας τοῦ Τεκτονισμοῦ, πού λειτουργεῖ ἐπεκτατικά καί οἰκουμενικά, συμπορεύεται μέ τήν ἐνεργό συμμετοχή στίς διεθνεῖς πολιτικές διαδικασίες. Ἡ πολιτική δραστηριότητα ἀποβλέπει στήν ἄσκη­ση ἐπιρροῆς σέ πολιτικά πρόσωπα, γιά τή χειραγώγηση τῶν διεθνῶν πο­λιτικῶν ἐξελίξεων. Δέν εἶναι, λοιπόν, καθόλου ἕνα φιλανθρωπικό σωμα­τεῖο, ὅπως διατείνονται, μέ σκοπό τήν ἐπικράτηση τῆς ἠθικῆς σ᾽ ὅλο τόν κόσμο. Τό σκάνδαλο τῆς Ἰταλικῆς Στοᾶς Ρ 2 τό 1981  ἦταν μία ἀπό  τίς μεγαλύτερες ἀποδείξεις γιά τή σχέση τῆς Μασονίας μέ τίς πολιτικές ἴντριγκες[10].

10. Μέ τήν πολιτική δραστηριότητά της ἡ Μασονία ἀποδεικνύεται ἀντιδημοκρατι­κή, ἀφοῦ ὑπονομεύει τήν λειτουργία τοῦ δημοκρατικοῦ πολιτεύματος καί τήν ἐθνική ἀσφάλεια σέ κρίσιμες μάλιστα περιόδους. Κατά τόν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Πειραιῶς κ. Σεραφείμ «ἡ Λέσχη Μπίλντερμπεργκ εἶναι ὑπερστοά ... ἕνα αἴσχιστο διευθυντήριο παγκοσμιο­ποιήσεως, πού ἀπεργάζεται τήν διάλυση τοῦ Ἔθνους - Κράτους καί τήν προώθηση στίς μάζες τῆς ἰδέας τῆς ἀναγκαιότητος μιᾶς παγκόσμιας ὑπερ­κυβερνήσεως»[11].  Καταφάσκει, λοιπόν, τούς στόχους τῆς Παγκοσμιο­ποιή­σεως,  πού εἶναι ἡ ἰσοπέδωση καί πολτοποίηση ὅλων τῶν ἐθνῶν τῆς γῆς. Διότι καί οἱ πολιτικοί στόχοι τῆς Μασονίας ἀναδεικνύονται σέ μιά παγ­κόσμια προοπτική. Ἡ τεκτονική Ἑταιρεία Ἰλλουμινάτοι προβάλλει ἀπρο­κάλυπτα καί ὑποστηρίζει τόν σχηματισμό τῆς  «παγκόσμιας κυβέρνη­σης», ὅπως καί οἱ πολιτικοί ἡγέτες, πού ἔχουν ἰδιαίτερη σχέση μέ τή Λέ­σχη Μπίλντερμπεργκ. Παράλληλα ἡ Μασονία ἐκπαιδεύει τά μέλη της «ἔτσι ὥστε νά ἀποκτοῦν ἀσυνείδητα ἀκρισία πάνω σέ σημαντικά ἐθνικά θέματα»[12].

11. Ἐξ ἄλλου, οἱ φρικτοί ὅρκοι πού δίνουν οἱ Μασόνοι κατά τίς μυήσεις τους εὐτελίζουν τό ἀνθρώπινο πρόσωπο καί διχάζουν τήν κοινωνία, διότι γίνεται διάκριση μεταξύ τῶν «καθαρῶν» Μασόνων καί τῶν «βεβήλων», ὅλων δηλαδή τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, μέ συνέπεια τόν ἀποκλεισμό τῶν οἰκονομικά ἀσθενῶν, τῶν ἀγροτῶν, τῶν ἐργατῶν καί τῶν μαύρων ἀπό τούς κόλπους της. Ἀλλά καί οἱ Τέκτονες χαμηλῶν βα­θμῶν ἀγνοοῦν τά εἰς τίς ὑψηλότερες βαθμίδες τεκταινόμενα. «Οἱ ἀμύητοι εἰς τούς ἀ­νωτέρους μασονικούς βαθμούς ἀποτελοῦν τραγικά θύμα­τα πρωτοφανοῦς ἀπάτης...»[13].

12.   Εἶναι, λοιπόν, εὐνόητο ὅτι ὁ ἰσχυρισμός τῶν Ἑλλήνων Τεκτόνων, ὅτι παραμέ­νουν πιστοί ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ἀποδεικνύει, ὅτι ἀγνοοῦν τόν Χριστιανισμό στό σύ­νολό του ἤ ὅτι μᾶς ἐξαπατοῦν. Αὐτό δέ, διότι δέν φανερώνουν τήν ἀληθινή ταυτότητά τους. Γι᾽ αὐτό ἰσχύει ἀπολύτως καί πάντοτε τό ἀσύμπτωτο καί ἀσυμβίβαστο τῆς ἰ­διότητας τοῦ τέκτονος καί τοῦ (ὀρθοδόξου)  Χριστιανοῦ.  Αὐτό εἶναι ἡ διαπίστωση ὅ­λων τῶν Ὀρθο­δόξων, πού ἔχουν ἀσχοληθεῖ συστηματικά μέ τή Μασονία. Ὁ Μασονι­σμός, συγκαταλέγοντας καί τόν Χριστό μεταξύ τῶν «μυστῶν» του,  ἐπιδιώκει τήν πα­γίδευση τῶν Χριστιανῶν, προσπαθώντας νά  δημιουργή­σει τήν ἐντύπωση, φυσικά στούς ἀθεμελιώτους στήν χριστιανική πίστη,  ὅτι στούς κόλπους του σώζεται ὁ Χρι­στός τῶν Ἁγίων μας. Αὐτό ὅμως πού ἐπιτυγχάνει εἶναι ἡ κακοποίηση καί τοῦ Ἀρχη­γοῦ τῆς πίστεώς μας, μέ τήν ἄρνηση τῆς μοναδικότητας καί ἀποκλειστικότητάς του στή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου (Πράξ. 4,12).  Κατά τόν ἀείμνηστο Μη­τρο­πολί­τη Ἐλευθερουπόλεως κυρόν Ἀμβρόσιον, «ἡ μύησις εἰς τόν Μασονισμόν παντός Ὀρ­θοδόξου Χριστιανοῦ ἀποτελεῖ ... ἀποκήρυξιν τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί προσχώρη­σιν εἰς ἄλλην θρησκείαν».  Ἀλλά καί ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τό 1933 διεκήρυξε, ὅτι «δέον τά πιστά τῆς Ἐκκλησίας τέκνα, ὅπως ἀπέχωσι τοῦ Μα­σονισμοῦ».

13. Στό σημεῖο ὅμως αὐτό διαπράττονται ἐγκληματικά λάθη ἀπό τούς Ἱεράρχες ἐκείνους, πού, δεχόμενοι διά τίς Μητροπόλεις τους δωρεές ἤ χρηματικές προσφορές ἀ­πό μασονικές στοές, προάγουν καί ἐνισχύουν τήν δράση τους. Τά εὐχαριστήρια γράμ­ματα τῶν Μητροπολιτῶν αὐτῶν δημοσιεύονται κατόπιν στά τεκτονικά περιοδικά καί γίνονται ἔτσι ἡ καλύτερη διαφήμιση τῆς Μασονίας, καί ταυτόχρονα παραπλάνηση τῶν ἀδυνάτων καί ἀπληροφορήτων μελῶν τοῦ χριστεπωνύμου πληρώματος. Ἐξ ἄλ­λου, Πατριάρχες καί Πατριαρχεῖα ἀπονέμουν συχνά παράσημα καί ἄλλες διακρίσεις σέ γνωστούς ἐπισήμους Μασόνους,  ὅπως δέ ὑπῆρξαν καί περιπτώσεις -εὐτυχῶς ὄχι πολλές, ἀλλά πολύ χαρακτηριστικές- τῆς εἰσόδου καί ἐντάξεως Πατριαρχῶν καί ἄλλων Ἱεραρχῶν σέ Στοές. Αὐτό γίνεται γιά τήν ἐξασφάλιση, κατά τή γνώμη τους, ὑποστηρίξεως ἐκ μέρους τῆς Μασονίας. Στήν οὐσία ὅμως πρόκειται γιά προδοσία τῆς ἀμωμήτου Πίστεώς μας καί ἄρνηση τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ὀρθοδοξίας, συγχρόνως δέ καί ἔκπτωση ἀπό τῆς ἀξίας τοῦ Κληρικοῦ καί Ποιμένος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος.

14. Ὑπάρχει ὅμως καί κάτι ἀκόμη χειρότερο. Δέν γίνονται οἱ πρέπουσες ἐνέργειες γιά τήν διάψευση τῶν ἀναγραφομένων στά τεκτονικά περιοδικά ὀρθοδόξων Κληρι­κῶν ὡς μασόνων. Τί ἄλλο ὅμως ἐπιτυγχάνει ἡ σιωπή αὐτή παρά νά ἐπιβεβαιώνει  τούς ἰσχυρισμούς τῶν Τεκτόνων; Καί ναί μέν ἡ Μασονία, διά τήν πρόκληση ἐντυ­πωσιασμοῦ, ἀναφέρει Ἱεράρχες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὡς μέλη της, ἀλλά μετά τόν θάνατό τους, ὁπότε δέν εἶναι δυνατόν νά λάβουν ἐκ τῶν συκοφαντουμένων τήν δέουσα ἀπάντηση. Εἶναι ὅμως δυνατόν –καί ἀναγκαῖον- οἱ Ἐκκλησίες, Κληρικοί τῶν ὁ­ποίων παρουσιάζονται ἀπό τήν Στοά ὡς τέκτονες, νά διαψεύδουν δημόσια καί ἔν­τονα τά μασονικά δημοσιεύματα, καί διά τήν ἀποκατάσταση τῆς μνήμης τῶν δῆθεν μα­σόνων Κληρικῶν, ἀλλά καί διά τήν καθησύχαση τῶν ψυχῶν  τῶν πιστῶν καί τόν ἐκ νέου τονισμό τοῦ ἀσυμβιβάστου τῆς ἰδιότητος τοῦ μασόνου μέ ἐκείνην τοῦ Ὀρθοδόξου πιστοῦ.

15. Δι᾽ αὐτό χαιρετίζουμε εὐγνωμόνως τήν σθεναρά στάση τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιῶς κ. Σεραφείμ ἀπέναντι στόν ἰσχυρισμό τῆς Μασονίας, ὅτι ἐξέ­χων Ἕλλην ἱερωμένος ἐμυήθη προσφά­τως εἰς τόν 18ο  βαθμόν καί ὅτι ἔχουν ἐνταχθεῖ στούς κόλπους της ἀκόμη τρεῖς Κληρικοί. Ὁ ἅγιος Πειραιῶς εὐθαρσῶς διεκήρυξε, ὅτι θά ὑποβάλει μήνυση, γιά νά ἀποδειχθεῖ, ὅτι «ἐκτός ἀπό σατανολάτρες οἱ Μασόνοι εἶναι καί συκοφάνται τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», καί ὅτι θά φέρει τό θέμα εἰς τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας.  Τό ἀποτέλεσμα ἦταν νά ἀπαντήσουν οἱ Μασόνοι, ὅτι «ἔκαμαν λάθος»![14].

16. Εἶναι, ἐπίσης, λίαν τιμητικόν δι᾽ αὐτήν, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος  Ἐκκλη­σία στό ἑλληνό­φωνο τμῆμά της, ἔλαβε ἐνωρίς θέση ἀπέναντι στόν Τε­κτονισμό, ὑπογραμμί­ζοντας τόν σκοτεινό ρόλο του καί τήν ἀντιχριστιανι­κότητά του.  Ἡ πρώτη θεωρητική κατα­δίκη τοῦ Τεκτονισμοῦ στό κλίμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἔγινε σχεδόν σύγ­χρονα μέ τήν ἵδρυση Στοῶν στήν «καθ᾽ ἡμᾶς Ἀνατολήν». Μαρτυρία ἁγιορειτικοῦ χει­ρογράφου ἀναφέρει τήν ἔκδοση συνοδικοῦ  καταδικαστικοῦ γράμματος κατά τῆς Μα­σονίας τό 1745[15]. Ὁ πατριαρχικός ἐπίσης ἀφορισμός τοῦ 1793 (πατριάρ­χης Νεόφυ­τος Β΄) συμπεριελάμβανε «τούς Βολταίρους καί Φρανκμα­ζόνας καί Ροσσούς καί Σπι­νό­ζας»,  τούς πρωτεργάτες δηλαδή τῆς Γαλλι­κῆς Ἐπαναστάσεως. Ἐπαινοῦμε ἐπίσης τήν σεπτή Ἱεραρχία τῆς ἐν Ἑλλάδι Ἐκκλησίας διά τήν ἐπανειλημμένως ἐπίσημη κατα­δίκη τῆς Μασονίας (1933, 1968, 1972 καί 1996), ὡς καί εἰς τά «Πρός τόν Λαό» δημο­σιευόμενα κατά καιρούς (1984 καί 1996) κείμενά της, γιά τήν προφύλαξη τοῦ Ποιμνίου ἀπό τή μασονική λύμη.  Ἱεράρχαι ἐπίσης στό παρελθόν, ὅπως οἱ πρ. Φλωρίνης Αὐ­γουστῖνος καί Ἐλευθερουπόλεως Ἀμβρόσιος, κατεδίκασαν ἐπανειλημμένως στούς λό­γους καί τά δημοσιεύματά τους τήν μασονική πλάνη, προφυλάσσοντας τό ὀρθόδοξο ποίμνιο ἀπό τόν μασωνικό κίνδυνο. Τό παράδειγμα αὐτῶν ἀκολουθοῦν καί σήμερα πολλοί Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες μας, οἱ ὁποῖοι δέν παύουν μέ δηλώσεις, ἀρθρο­γραφία καί βιβλία τους νά διαφωτίζουν τό Ποίμνιο καί ὁλόκληρο τόν Ὀρθόδοξο κόσμο.

17. Πέρα ὅμως ἀπό τήν συνεχή πληροφόρηση τοῦ ποιμνίου στίς Ἐνορίες μας εἶναι ἀνάγκη νά διαμορφωθεῖ ἡ ἀναγκαία ποιμαντική στήν ἀντιμετώπιση τοῦ Τεκτονισμοῦ, ἀλλά καί τῶν Ὀρθοδόξων ἐκείνων, πού παρασύρθηκαν ἀπό τή Μασονία. Δέν πρέπει νά λησμονεῖται, ὅτι ἡ προσευχή  εἶναι τό μεγαλύτερο καί στήν περίπτωση αὐτή ὅπλο μας[16].  Εἶναι ἀνάγκη ὅμως νά ἀπαγορεύεται ἡ συμμετοχή ἀποδεδειγμένα  ἐνεργῶν μασόνων στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι μόνο στή Θεία Κοινωνία, ἀλλά καί ὡς ἀναδόχων σέ βαπτίσεις.  Ἐπίσης, μόνιμη μέριμνα τῶν ἐφημερίων  πρέπει νά εἶναι ἡ κατηχητική ἐνημέρωση καί στήριξη τῶν οἰκογενειῶν ἐκείνων, πού κάποιο μέλος τους ἀνήκει σέ τεκτονική στοά, γιά τήν χριστιανική ἀντιμετώπισή τους.

18. Περισσότερο ὅμως δραστική πρέπει νά εἶναι ἡ στάση τῆς Ποιμαίνουσας Ἐκ­κλησίας ἀπέναντι στούς Χριστιανούς ἐκείνους, πού πιστεύουν ὅτι παραμένουν ὀρθόδοξοι Χριστιανοί παρά τήν ἔνταξή τους στή Μασονία. Ὅλοι αὐτοί εἶναι ἀνάγκη νά ἐνημερωθοῦν καί νά κατηχηθοῦν, ἀλλά πολύ περισσότερο ἐκεῖνοι, πού ἐκφράζουν τήν ἐπιθυμία νά ἐγκαταλείψουν τή Μασονία καί νά ἐπιστρέψουν στή Μητέρα Ἐκκλη­σία. Καί αὐτοί εἶναι ἀνάγκη νά κατηχηθοῦν, διότι ἡ ἐγκατάλειψη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος εἶναι καρπός πλημμελοῦς ἐντάξεως σ’ αὐτό  καί ἀγνοίας τῆς ὀρθοδόξου Ἀληθείας. Οἱ ἄγευστοι ὀρθοδόξου ἐμπειρίας εὔκολα πέφτουν θύματα τῶν προση­λυτιστῶν ὅλων τῶν αἱρέσεων καί τῆς Μασονίας. Ἡ ἐπιστροφή στήν Ἐκκλησία πρέπει νά γίνεται μέ ὑπογραφή λιβέλλου, ὅπως συμβαίνει μέ ὅλους τούς ἐξ αἱρέσεων ἐπιστρέφοντες. Πόσο μᾶλλον, πού ὁ Τεκτονισμός δέν εἶναι μία «χριστιανική» αἵρεση, ἀλλά παναίρεση καί σατανική θρησκεία. Μετά δέ τόν λίβελλο ἀπαιτεῖται ἀπαραίτητα ἡ ἀναμύρωση τοῦ ἐπιστρέφοντος, ἄν εἶχε μυηθεῖ εἰς ὁποιονδήποτε μασονικό βαθμό. Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ὅταν γίνει τεκμηριωμένα γνωστή ἡ εἴσοδος ὀρθοδόξου Κληρικοῦ στή Μασονία, εἶναι ἐπιταγή τῆς Συνοδικῆς παραδόσεώς μας  ἡ καθαίρεσή του, «ἵνα καί οἱ λοιποί φόβον ἔχωσι» (Α΄ Τιμ. 5,20).

19. Στηρίζουμε ἐκθύμως τό Ψήφισμα, πού ὑπέβαλε ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολί­της Πειραιῶς κ. Σεραφείμ στή Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας (19.11.2012)[17] γιά μία νέα καταδίκη τῆς Μασονίας, ἐπιτακτική σήμερα καί ἐπιβαλλόμενη ἀπό τή νέα θρασεῖα ἐπίθεση τῆς Στοᾶς κατά τῆς Ἐκκλησίας, μέ τήν καταγγελία γιά δῆθεν προσχώρηση Ἱεραρχῶν σ’ αὐτήν. Ἡ καταδίκη θά εἶναι καί νέα ὁμολογία τῆς σεπτῆς Ἱεραρχίας μας διά τήν ἀπουσία κάθε σχέσεως Ἱεραρχῶν μας μέ τόν Τεκτονισμό[18].

20. Εἶναι, τέλος, χρέος τῆς Πολιτείας ἡ ἀνάκληση τῶν περί τῆς Μασονίας διατα­γμάτων της καί διάλυση τῶν μασονικῶν Στοῶν. Ἐπίσης εἶναι ἀνάγκη διαλύσεως τοῦ  Τεκτονικοῦ Ἱδρύματος, διότι ἐμφανίζεται ὡς Ἵδρυμα, ἐνῶ, κατά τόν Ἅγιον Πειραιῶς, νομικά ἔχει ἐκφύγει τῶν σκοπῶν τῆς Ἱδρύσεώς του. Ὁ Τεκτονισμός δέν εἶναι «γνωστή θρησκεία» (ἄρθρο 13,2 τοῦ Ἑλληνικοῦ Συντάγματος), ἡ δέ ἵδρυση τοῦ Τεκτονικοῦ Ἱδρύματος εἶναι καρπός ψεύδους καί ἐξαπατήσεως τῆς Πολιτείας, τῆς Δικαιοσύνης καί τῆς Κοινωνίας[19].

Γιά τή Σύναξη Κληρικῶν καί Μοναχῶν

Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου
Προηγούμενος Ἱ. Μ. Μεγ. Μετεώρου

Ἀρχιμ. Σαράντης Σαράντος
Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου, Ἀμαρούσιον Ἀττικῆς


Ἀρχιμ. Γρηγόριος Χατζηνικολάου
Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Ἁγίας Τριάδος, Ἄνω Γατζέας Βόλου

Γέρων Εὐστράτιος Ἱερομόναχος
Ἱ. Μ. Μεγίστης Λαύρας Ἁγ. Ὄρους

Πρωτοπρ. Γεώργιος Μεταλληνός
Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν

Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης



[1]. «Ὑποπρακτορεῖα τῆς πλάνης» ἀποκαλεῖ εὐθαρσῶς ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπο­λίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ τίς ὀργανώσεις Ρόταρυ, Λάϊονς, ΧΑΝ, ΧΕΝ, Προσκόπους, Ρόσιτερς (Μασονία ἡ θρησκεία τοῦ Ἀντιχρίστου, ἔκδ. ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΩΡΑ, Ἀθήνα 2012, σ. 56).
[2]. Διά τήν ἐγκατάσταση καί πορεία τῆς Μασονίας στήν ὀρθόδοξη Ἀνατολή βλ. Αγαπίου Κολυβα Παπαντωνάτου, Ἀνατροπή τῆς Φραγμασωνικῆς Πίστεως (1782), ἐκ­δίδουν π. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός  - Χαράλαμπος Α.  Μηνάογλου, Πρότυπες Θεσσα­λι­κές  Ἐκδόσεις,  Τρίκαλα - Ἀθήνα 2007, σ. 9 ἑπ. Κατά τόν καλό γνώστη τῶν πραγμάτων Στηβεν Ράνσιμαν, «οἱ ἰδέες τοῦ Τεκτονισμοῦ τόν ΙΘ΄ αἰ. ἦσαν ἐχθρικές πρός τίς ἀρχαῖες  ἐκκλησίες». Μέ τήν εἰσχώρηση μάλιστα καί μερικῶν Ἑλλήνων ἐκκλησια­στικῶν στή Μασονία ἐπιτεύχθηκε ἠ «ἐξασθένηση τῆς ἐπιρροῆς τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλη­σίας».  (Βλ.  Στ.  Ράνσιμαν, Ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία ἐν αἰχμαλωσίᾳ, μετάφρ. Ν. Κ. Παπαρ­ρόδου, Ἀθήνα 1979, σ. 688).
[3]. Βλ.  π. Γ. Δ. Μεταλληνου, «Ὁ Τεκτονισμός στήν “καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολήν”», στό βιβλίο τοῦ Ἰδίου, Μαρτυρίες γιά θέματα πνευματικά καί κοινωνικά,  Ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 2010, σ. 53 ἑπ.
[4]. Βλ.  παραπάνω σημ. 2.
[5]. «Πρᾶξις περί Μασονίας» τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
[6]. Στό Μασονικό Περιοδικό «Πυθαγόρας-Γνώμων», 1935, σέ ἄρθρο τοῦ θεωρητικοῦ τῆς Στοᾶς Α. Πάικ (PIKE) διαβάζουμε: «Ὁ Ἐλευθεροτεκτονισμός ἐπιδιώκει τήν διάδοσιν μόνον τοῦ ἰδικοῦ του ‘πιστεύω’, καθ’ ὅ ἡ παγκόσμιος θρησκεία διδάσκεται ὑπό τῆς φύσεως καί τῆς λογικῆς. Αἱ Τεκτονικαί Στοαί δέν εἶναι Ναοί Ἰουδαϊκοί ἢ Μουσουλμανικοί ἤ Χριστιανικοί. Ὁ Τεκτονισμός ἐπαναλαμβάνει τάς ἠθικάς ἀρχάς ὅλων τῶν θρησκειῶν... Ἀπανθίζει ἐξ ὅλων τῶν ‘πιστεύω’, τό καλόν...».  Πρβλ  Ν. Ψαρουδάκη,  Μασονία. Ἡ Ἔχιδνα τοῦ Σιωνισμοῦ, ἔκδ. Ὀρθόδοξο Μέτωπο, Ἀθήνα 1991, σ. 116/117.
[7]. Ἀρχιμ. Επιφανιου Θεοδωροπουλου, Ἡ Μασονία ὑπό τό φῶς τῆς ἀληθείας, ἔκδ. Πάτμος, Ἀθῆναι 1965, σ. 18. Ὁ στόχος παραμένει  πάντα σαφής καί συγκεκριμένος: Εἶναι ἡ προώθηση τοῦ θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ στά ὅρια τοῦ Οἰκουμενισμοῦ  (διαχριστια­νικοῦ καί διαθρησκειακοῦ) μέ τήν ἀπαξίωση κάθε θρησκευτικῆς παραδόσεως καί τῶν ἰδανικῶν.
[8]. «Ἀνοικτή Ἐπιστολή πρός τό Ὓπατο Συμβούλιο τοῦ 33ου  τῆς «Μεγάλης Στοᾶς τῆς Ἑλλάδος», Ἐφημ. «Ὁρθόδοξος Τύπος», 30.11.2012.
[9]. Paul Naudon, Ὁ Ἐλευθεροτεκτονισμός, μετάφρ. Γεωργίου Ζωγραφάκη, Ἀθήνα 1996, σ. 109/110.
[10]. Ἡ Στοά, σέ συνεργασία μέ τή Μαφία καί τήν ἀμερικανική CIA καί τήν Τράπεζα τοῦ Βατικανοῦ συμμετεῖχε στήν ἀνατροπή τῆς Ἰταλικῆς Δημοκρατίας καί τήν ὑπαγωγή της στήν ἐξάρτηση ἀπό τίς Η.Π.Α. Βλ.  Ν. Ψαρουδάκη, Μασονία. Ἡ ἔχιδνα..., ὅπ. π., σ. 90-98. Κ. Τσαρούχα, Ἡ Μασονία στήν Ἑλλάδα, ἔκδ. Ἑλληνικά Γράμματα, ἈΘήνα 2004.
[11]. Βλ.  ἄρθρο του στήν ἐφημερίδα  «Ὀρθόδοξος Τύπος», 1-5-2009.  Στό τεκτονικό περιοδικό Ἰλισσός, Ἰούλιος 1956, σ. 66, διαβάζουμε ὅτι «Ἡ παγκόσμιος Κυβέρνησις κατέστη ἀνάγκη».
[12]. Βλ.  Βασ.  Λαμπρόπουλου,  Τό μαῦρο Λεξικό τῆς Μασονίας, Ἀθήνα 2001, σ. 13.
[13]. Στό ἴδιο, σ. 7 ἑπ.
[14]. Βλ.  Ἐφημ. «Ὀρθόδοξος Τύπος», φ. 139/2012, σ. 7.
[15]. Βλ.  Αγαπιου Κολυβα ...,  ὅπ. π., σ.  12.
[16]. Πρβλ.  τήν εὐχή τῆς Λειτουργίας τοῦ Μ.  Βασιλείου: «... τούς πεπλανημένους  ἐπανάγαγε καί σύναψον τῇ ἁγίᾳ σου Καθολικῇ καί Ἀποστολικῇ Ἐκκλησίᾳ».
[17]. Βλ.  στήν Ἐφημερίδα «Ὀρθόδοξος Τύπος» τῆς 30.11.2012 καί 7.12.2012. Πρβλ.  καί τό Ψήφισμα τῆς ὀργανωμένης ἀπό τήν Ἐφημερίδα «Χριστιανική» στίς 29.11.2009 στόν Πειραιᾶ, ὑπό τήν αἰγίδα τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς Ἡμερίδος μέ θέμα: «Μασονία καί Νέα Τάξη. Σχέσεις τοῦ Τεκτονισμοῦ μέ τόν Χριστιανισμό, τήν Πολιτική καί τή Δημοκρατία». Ὁμιληταί ἦσαν: ὁ Σεβασμ. Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, πού ἀπηύθυνε Χαιρετισμό, καί οἱ: π. Γεώργιος Μεταλληνός, κ. Ἐμμ. Μηλιαράκης, Πρόεδρος τῆς «Χριστιανικῆς Δημοκρατίας» καί ὁ δημοσιογράφος κ.  Κώστας Τσαρούχας.
[18]. Ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος κυρός Χριστόδουλος σέ ἕνα ἐγκύκλιο κείμενό του μέ τόν τίτλο «Γιατί δέν μπορεῖ νά εἶμαι μασῶνος» (1998)  γράφει: «Ὡς Ἕλλην καί Ὀρθόδοξος Χριστιανός δέν μπορεῖ νά ἀνήκω στήν Μασωνία».  Καί σημειώνει συμπερασματικά: «Ἡ Μασωνία κατά τήν Ἐκκλησία μας, εἶναι σύστημα ἀντιχριστιανικόν καί πεπλανημένον, διά τοῦτο καί δέν συμβιβάζεται ἡ ἰδιότης τοῦ Χριστιανοῦ μέ τήν ἰδιότητα τοῦ Μασώνου. Οἱ πιστοί ὀφείλουν νά ἀπέχουν τῆς Μασωνίας. Καί ὅσοι παρεπλανήθησαν καλοῦνται νά μετανοήσουν καί ἐπανέλθουν στούς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας». Καί ἡ ἀκροτελεύτεια φράση τοῦ κειμένου: «Ἄν γίνω μασῶνος, πρέπει νά παύσω νά εἶμαι Ὀρθόδοξος καί Ἕλλην»!  Συνεπῶς οὐδέν πρόβλημα ὑπάρχει, ἄν ἡ Ἱεραρχία μας, γιά μία ακόμη φορά, ἀνανεώσει τίς παλαιότερες διακηρύξεις της γιά τή Μασονία.
Συμπερασματικά, δέν μπορεῖ νά τίθεται ἐρώτημα, ἂν ὁ Μασονισμός ἔχει καταδικασθεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία μας. Διότι ἔχει ἐλεγχθεῖ ἐπανειλημμένα, καί μάλιστα ὡς συγκριτιστική πολιτικοθρησκευτική πολυεθνική Ὀργάνωση, ἀσυμβίβαστη πρός τόν Χριιστιανισμό ὡς Ὀρθοδοξία. Τόν πολιτικό του ρόλο σήμερα διεθνῶς πραγματοποιεῖ ἡ Λέσχη Bilderberg, πού ἔχει αἰχμαλωτίσει τήν πλειονότητα τῶν πολιτικῶν δυνάμεων τοῦ τόπου μας.
[19]. Τό Πολυμελές Πρωτοδικεῖο Ἀθηνῶν μέ τήν ὑπ᾽ ἀριθμ. 2060/6.12.1969 ἀπόφασή του θεωρεῖ τή Μασονία «μυστικήν ὀργάνωσιν ἄγνωστον κατά τό περιεχόμενον, οὐ μόνον εἰς τούς πολλούς, ἀλλά καί εἰς αὐτούς ἀκόμη τούς τέκτονας»,  γι’ αὐτό καί κατεδίκασε τή  Μασονία.  Τό 1984  καί μετά ἀπό πολλή ἀρθρογραφία καί προβληματισμούς ψηφίστηκε ἀπ᾽ τόν τότε ὑπουργό Δικαιοσύνης Γ. Α. Μαγκάκη νόμος, μέ τόν ὁποῖο ἀπαγορεύεται οἱ Δικαστές νά εἶναι καί Μασόνοι. Ὁ Ὑπουργός  ἔκαμε τήν δήλωση (Ἐλευθεροτυπία 29.2.1984) ὅτι «σοβαρό  πειθαρχικό ἀδίκημα (ἀποτελεῖ)  ἡ συμμετοχή δικαστῶν σέ ὀργά­νωση, πού ἐπιβάλλει τήν μυστικότητα» (πρβλ.  τόν Νόμο 1796/1968, ἄρθρο 40, § 7), ἐννοώντας προφανῶς τήν Μασονία
.