Αργόσχολη και πλεονεκτική είναι η ζωή του τοκιστή. Δε γνωρίζει αυτός τους κόπους της γεωργίας ούτε την εφευρετικότητα του εμπορίου.

Αντίθετα (απ' ο,τι συμβαίνει με όσους ασκούν παραγωγικά επαγγέλματα), ο τοκιστής κάθεται στον ίδιο πάντοτε τόπο, μέσα στο σπίτι του μεγαλώνει τα θρεφτάρια της κερδοσκοπίας....
Άσπαρτα κι ακαλλιέργητα θέλει τα πάντα γι' αυτόν να φυτρώνουν.
Γι' αλέτρι έχει την πέννα· για χωράφι, το χαρτί· για σπόρο, το μελάνι· για βροχή, το χρόνο που του πολλαπλασιάζει αθόρυβα τους τόκους των χρημάτων.

Δρεπάνι του είναι η δικαστική απαίτηση του χρέους, αλώνι, το σπίτι του, όπου λιανίζει τις περιουσίες των αναγκεμένων ανθρώπων. Ολωνών τ' αγαθά τα βλέπει δικά του.
Εύχεται στους ανθρώπους ανάγκες και συμφορές, για να τρέξουν υποχρεωτικά να δανειστούν απ' αυτόν. Μισεί τους αυτάρκεις και όσους δεν έχουν δανειστεί απ' αυτόν, τους θεωρεί εχθρούς του.
Συχνάζει στα δικαστήρια για ν' ανακαλύψει κάποιον που τον πιέζουν οι δανειστές και τους φοροεισπράκτορες ακολουθεί, όπως τα κοράκια τους στρατούς που διεξάγουν πόλεμο (για να τρώνε τους σκοτωμένους). Κουβαλάει παντού το κομπόδεμα, και σαν δόλωμα το δείχνει σ'εκείνους που τους πνίγει η ανάγκη, ώστε, ανοίγοντας  γι' αυτό το στόμα, να καταπιούν μαζί μ' αυτό και το αγκίστρι του τόκου.

Καθημερινά μετράει τα κέρδη, μα η δίψα του για χρήμα δε σβήνει. Στεναχωριέται για το χρυσάφι που έχει φυλαγμένο στο σπίτι, επειδή μένει αχρησιμοποίητο κι ανεκμετάλλευτο ...;
Περιεργάζεται ο δανειστής όλες τις πράξεις του οφειλέτη, τα ταξίδια του, τις χειρονομίες του, τις επισκέψεις του, τις εμπορικές συναλλαγές του. Κι αν καμιά δυσάρεστη είδηση φτάσει, ότι δηλ. ο τάδε έπεσε στους ληστές, η ότι φτώχεψε ξαφνικά από κάποια ατυχία, κάθεται με σταυρωμένα τα χέρια, αναστενάζει αδιάκοπα, χύνει κρυφά μαύρο δάκρυ· ξετυλίγει το χρεώγραφο, θρηνεί το χρυσάφι που αντιπροσωπεύουν οι γραμμές του, προσκομίζει το συμβόλαιο σα να ήταν ένδυμα πεθαμένου παιδιού του· μάλιστα κι από 'κείνο, περισσότερη θλίψη του προκαλεί.
Αν μάλιστα συμβεί να έχει δανείσει ναυτικούς, κάθεται διαρκώς κοντά στους γιαλούς, μελετάει τις κινήσεις των ανέμων, ρωτάει επίμονα όσους καταπλέουν, μήπως ακούστηκε κανένα ναυάγιο, μήπως κινδύνεψαν πουθενά ναυτικοί; Λιώνει η ψυχή του κάτω από το βάρος των καθημερινών φροντίδων.

Σ' ένα τέτοιον αξίζει βέβαια να ειπωθεί: σταμάτα, άνθρωπέ μου, τις επικίνδυνες αυτές φροντίδες· λυτρώσου από την εξουθενωτική προσδοκία του κέρδους· πρόσεξε μήπως κυνηγώντας τόκους, δαπανήσεις το πολύτιμο κεφάλαιο που είναι ο εαυτός σου.
Ζητείς εισοδήματα και πρόσθετα πλούτη απ' το φτωχό,κάνοντας κάτι ανάλογο μ' αυτόν που θάθελε να πάρει θημωνιές σιτάρι  από χωράφι που το ξέρανε ο λίβας, η άφθονα σταφύλια από αμπέλι απ' τό οποίο πέρασε χαλαζοφόρο σύννεφο, η παιδιά από στείρα κοιλιά η θρεπτικό γάλα από γυναίκες που δεν έχουν γεννήσει ...;
 Πώς θα προσευχηθείς λοιπόν, τοκογλύφε; Με τι συνείδηση θα ζητήσεις από τον Θεό κάποια ευεργεσία, συ που έμαθες όλο να παίρνεις και ποτέ να μη δίνεις; Η μήπως σου διαφεύγει ότι η προσευχή σου αποτελεί υπόμνηση της δικής σου απανθρωπιάς; Ποιά συγχώρηση έδωσες και ζητάς συγγνώμην; Ποιόν ελέησες κι επικαλείσαι τον Ελεήμονα;
  Αλλά κι αν ακόμη προσφέρεις ελεημοσύνη, ως προϊόν απάνθρωπης εκμετάλλευσης δεν θα είναι καρπός των συμφορών των άλλων, γεμάτη δάκρυα και στεναγμούς;
  Αν γνώριζε ο φτωχός από που προσφέρεις την ελεημοσύνη (σσ. χορηγίες τραπεζών σε διάφορα φιλανθρωπικά events ) , δεν θα τη δεχόταν, γιατί θα αισθανόταν σα να έμελλε να γευτεί σάρκες αδελφικές και αίμα συγγενών του.
  Θα σου πετούσε δε κατάμουτρα τούτα τα λόγια τα γεμάτα θάρρος και φρονιμάδα:Μη με θρέψεις, άνθρωπε, από τα δάκρυα των αδελφών μου. Μη δώσεις στο φτωχό ψωμί βγαλμένο από τους στεναγμούς των άλλων φτωχών. Μοίρασε στους συνανθρώπους σου όσα με αδικίες μάζεψες και τότε θα παραδεχτώ την ευεργεσία σου. Ποιό το όφελος, αν δημιουργείς πολλούς φτωχούς (με την εκμετάλλευση) κι ανακουφίζεις ένα (με την ελεημοσύνη);
  Αν δεν υπήρχε το πλήθος των τοκογλύφων (των εκμεταλλευτών γενικά), δεν θα υπήρχε ούτε η στρατιά των πεινασμένων.
Ας διαλυθούν τα οργανωμένα οικονομικά συμφέροντα και όλοι θ' αποκτήσουμε την οικονομική μας αυτάρκεια.



«ΚΑΤΑ ΤΟΚΙΖΟΝΤΩΝ» ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ


http://misha.pblogs.gr/