Θὰ
ἠχήσουν καὶ πάλι οἱ γλυκόλαλες καμπάνες τῶν Χριστουγέννων. Ὁ κόσμος θὰ
τρέξει στὶς ὁλοφώτιστες Ἐκκλησιές, γιὰ νὰ γιορτάσει τὴ Γέννηση τοῦ
Θεανθρώπου. Μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες γιορτὲς τῆς Χριστιανοσύνης, τὰ
Χριστούγεννα, θὰ συνάξει γύρω της τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μεταγγίσει
στὶς καρδιὲς τὴν εὐλογία καὶ τὴν εἰρήνη. Μικροὶ καὶ μεγάλοι θὰ ψάλουν
καὶ θὰ κοινωνήσουν. Γιορτὴ τῆς Οἰκογένειας καὶ τῶν παιδικῶν χρόνων,
χαρακτηρίστηκαν τὰ Χριστούγεννα. Γιορτὴ τῶν παιδιῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ
καὶ τῶν παιδιῶν ὅλου του κόσμου. Εὐλογημένη ἀτμόσφαιρα, χαριτωμένες
ψυχές, ζεστὸ περιβάλλον, ζωηρὰ γέλια, πλούσια δῶρα, γεμάτα τραπέζια,
καρδιὲς ἑνωμένες στὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἐλπίδα. Ἔτσι ἦταν πάντοτε τὰ Χριστούγεννα…
Πάντοτε;
Μακάρι νὰ ἦταν πάντοτε ἔτσι! Ὑπῆρξαν ὅμως καὶ δύσκολα Χριστούγεννα. Τὰ
Χριστούγεννα στὶς Κατακόμβες, στοὺς διωγμούς. Βγαίνοντας οἱ πρῶτοι
Χριστιανοὶ τότε ἀπὸ τὴν ὑπόγεια λατρεία τῶν Χριστουγέννων δὲν ἤξεραν ἂν
θὰ συναντήσουν τὴ ζωὴ ἢ τὸν θάνατο! Τὰ Χριστούγεννα στὸ ἔρμο τὸ
Μεσολόγγι! «Βάστα καϋμένο Μεσολόγγι»! Χριστούγεννα στὶς τάπιες καὶ τὶς
πολεμίστρες περιμένοντας τὴ βραδινὴ χριστουγεννιάτικη ἐπίθεση τῶν
φανατικῶν καὶ ἀσεβῶν μουσουλμάνων. Νηστικοὶ καὶ ξεθεωμένοι περίμεναν οἱ
ὑπερασπιστὲς τῆς Ἱερῆς πόλης τοῦ Μεσολογγίου νὰ σώσουν τὴν Πατρίδα.
Χριστούγεννα στὴν Τουρκοκρατία! Οἱ ραγιάδες γρήγορα καὶ σιωπηλά, χωρὶς
πανηγυρικὲς κωδωνοκρουσίες, σκυφτοὶ ἔμπαιναν στὶς χαμηλοτάβανες
πετροχτιστὲς ἐκκλησιὲς γιὰ νὰ ἐπιτελέσουν τὰ θρησκευτικά τους καθήκοντα
καὶ κράταγαν ἀπὸ τὸ χέρι σφιχτὰ τὰ παιδιά τους μὲ τὸ φόβο μήπως τὰ
ἑπόμενα Χριστούγεννα δὲ θὰ τὰ εἶχαν γύρω ἀπὸ τὸ Ἅγιο Ποτήριο.
Χριστούγεννα στὰ βουνὰ τῆς Β. Ἠπείρου, πολεμώντας τοὺς Ἰταλούς. Μὲ λίγο
χαλβὰ καὶ λίγο ξερὸ ψωμί. Μὲ νερὸ γιὰ χιόνι. Γιὰ Ἐκκλησία, τὸ χαράκωμα,
καὶ γιὰ προσκυνητάρι, ἕνα κονσερβοκούτι γιὰ καντήλι καὶ μία χάρτινη
εἰκόνα γιὰ νὰ ἀσπασθοῦν οἱ ὀρθόδοξοι μαχητὲς τῶν ἑλληνικῶν συνόρων.
Χριστούγεννα τῆς...
Γερμανικῆς
Κατοχῆς στὴν Ἀθήνα! Τὰ φοβερότερα Χριστούγεννα! Ὁ νέος Ἡρώδης, ὁ
Χίτλερ, εἶχε σκορπίσει τὸ θάνατο στὰ παιδιὰ τῆς Ἀθήνας. Ζωντανοὶ νεκροί!
Μία λέξη ἄκουγες σπαραχτικὰ νὰ βγαίνει ἀπὸ τὰ ἀδύνατα καὶ ἀρρωστημένα
πνευμόνια μικρῶν καὶ μεγάλων: «πεινάωωωω…». Χριστούγεννα φριχτά! Καμμιὰ
ὀργανικὴ οὐσία δὲν ὑπῆρχε μέσα στὸ ἀθηναϊκὸ σπίτι! Μόνο τὸ νερὸ τῆς
βρύσης! Γιόρταζαν τὴ Γέννηση τοῦ Θείου Βρέφους καὶ ἔκλαιγε ὁ κόσμος τὸ
θάνατο τῶν βρεφῶν καὶ νηπίων. Ποτὲ πιὰ τέτοια Χριστούγεννα! εἶπαν οἱ
λαοί. Ποτὲ πιὰ πόλεμος! εἶπε ὁ κόσμος. Ποτὲ πιὰ Κατοχή! εἶπαν οἱ
Ἕλληνες…
Ἀπὸ
τότε πέρασαν πολλὰ Χριστούγεννα… Ἦρθαν βεβαίως καὶ Χριστούγεννα
μοναχικά, φυλακισμένα, νοσοκομειακά, φτωχικὰ καὶ λιτά, πένθιμα,
ξενιτεμένα… Δηλαδή, πέρασαν οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὀρθόδοξοι Ἕλληνες, κάποιοι
Ἕλληνες, κάποια Χριστούγεννα, μὲ φτώχεια, μὲ ἀρρώστεια, στὴ φυλακὴ ἢ στὸ
νοσοκομεῖο, μὲ πένθος καὶ ἀδικία, μὲ στενοχώρια καὶ μοναξιά, στὴν
ξενιτειὰ καὶ στὸν κίνδυνο… Δύσκολα Χριστούγεννα, χωρὶς πολλὰ πράγματα
καὶ πολὺ κόσμο… Ναί, ἀλλὰ ἦταν κάτι τὸ περιορισμένο καὶ προσωρινό, τὸ
ἀτομικὸ καὶ μεμονωμένο. Κάποιοι δὲν εἶχαν, ἄλλοι ὅμως, οἱ περισσότεροι,
βοηθοῦσαν καὶ κάπως περνοῦσε ἡ μεγάλη μέρα. Ἀκόμη καὶ στὴ γερμανικὴ
κατοχή, ἡ ἐπαρχία δὲν πείνασε τόσο!
Δύο
ὅμως Χριστούγεννα βρίσκονται στὴν κορυφὴ τῆς ἀνάγκης καὶ κάτω ἀπὸ τὸ
ὅριο τῆς φτώχειας, τηρουμένων ἀσφαλῶς τῶν ἀναλογιῶν. Τὰ Χριστούγεννα…
τοῦ Χριστοῦ μας στὴ Βηθλεὲμ πρὶν 2011 χρόνια καὶ τὰ Χριστούγεννα … τῶν
Ἑλλήνων τὸ 2011! Τὰ Χριστούγεννα δήλ. τῆς ἀπογραφῆς τοῦ Καίσαρα καὶ τὰ
Χριστούγεννα τῆς … νέας γερμανικῆς Κατοχῆς φέτος. Ἐκεῖνα, τότε, ἔστειλαν
τὴν ἁγία «οἰκογένεια» στὸ σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ! Σὲ συνθῆκες ἀπερίγραπτα
φτωχές! Τὰ τωρινὰ ὅμως στὴν Ἑλλάδα ἔστειλαν τὴν ἑλληνικὴ οἰκογένεια
στὴν ἀπόγνωση καὶ τὴ θλίψη. Μπορεῖ ἴσως νὰ φταῖμε καὶ μεῖς, οἱ πολίτες,
ποὺ εἴχαμε μάθει νὰ ταυτίζουμε τὰ Χριστούγεννα μὲ τὸ πλούσιο μεσημεριανὸ
τραπέζι καὶ τὸ Πάσχα μὲ τὸν ὀβελία. Ἀλλὰ τὰ φετινὰ Χριστούγεννα δὲν
συγκρίνονται μὲ κανένα ἀπὸ τὰ προηγούμενα. Εἶναι τὰ Χριστούγεννα τῆς
σκληρῆς, ἀπάνθρωπης, προκλητικῆς καὶ γενικῆς Νέας Κατοχῆς.
Δὲν
ὑπάρχουν πλέον δάκρυα, γιὰ νὰ κλάψει κάποιος πονόψυχος τὶς περιπτώσεις.
Δὲν ὑπάρχουν πονόψυχοι πλέον, ἀλλὰ πονεμένοι. Δὲν ὑπάρχουν πλούσιοι νὰ
βοηθήσουν… Ἐλάχιστοι ἀπέμειναν ἐκεῖνοι ποὺ δὲν προσβλήθηκαν ἀπὸ τὸν ἰὸ
τῆς μεθοδευμένα ἐπιβληθείσης φτώχειας. Οἱ γνωστοὶ ἄγνωστοι τῶν…
προαστείων καὶ τῆς Βουλῆς . Οἱ ἄλλοι βρίσκονται σὲ ἀνάγκη καὶ παρακάλεση
σὲ Θεὸ καὶ ἀνθρώπους. Δὲν ὑπάρχει πρωτεύουσα πιὰ ποὺ νὰ πεινᾶ καὶ
ἐπαρχία, ποὺ τὰ βγάζει πέρα. Ὅλη ἡ Ἑλλάδα ἔγινε μία φτωχοεπαρχία τῆς
Εὐρώπης.
Τί
νὰ ποῦμε γιὰ τὰ φετεινὰ Χριστούγεννα τῆς … ὀρφανῆς Ἑλλάδας! Σχολεῖα
χωρὶς πετρέλαιο, παιδιὰ ποὺ λιποθυμοῦν στὰ ἕδρανα χωρὶς πρωϊνό, μαθητὲς
ποὺ διαβάζουν σκεπασμένοι μὲ κουβέρτες, σπίτια ὅπου τρῶνε μία φορὰ τὴ
μέρα, οἰκογένειες ποὺ δὲ δουλεύει κανένας ἀπὸ τὰ μέλη τους,
συντετριμμένοι ἄποροι γονεῖς, αὐτοκίνητα ἀκίνητα, χωρὶς πινακίδες,
ἀπλήρωτοι καθυστερημένοι λογαριασμοί, ἀκατάβλητες τραπεζικὲς δόσεις,
ληγμένα γραμμάτια, πληρωμένα φάρμακα, ζυμαρικὰ καὶ ὄσπρια στὸ τραπέζι
καθημερινά, κομμένα ρεύματα καὶ νερά, σταματημένα φροντιστήρια τῶν
παιδιῶν, χρέη ποὺ τρέχουν καὶ ἐνοίκια ποὺ περιμένουν, δῆμοι καὶ
περιφέρειες χωρὶς πόρους, ναοὶ ποὺ μετρᾶνε πλέον τὰ χάλκινα κέρματα τοῦ
παγκαρίου γιὰ νὰ καλύψουν τρύπες καὶ γύμνιες καὶ νὰ χορτάσουν ἄδειες
κοιλιές. Ἄνεργοι νέοι, κλειστὰ μαγαζιά, ἀκινησία στὴν ἀγορά, μελλόνυμφοι
στὴν ἀναμονή, μαραζωμένοι συνταξιοῦχοι, ἀδιαθεσία παντοῦ, αὐτοκτονίες
συχνές, «ὁ πλοῦς ἐν νυκτί, φῶς οὐδαμοῦ», ἀπολυμένοι καὶ ἀνασφάλιστοι,
ἀγανακτισμένοι καὶ διαμαρτυρόμενοι… Ἀγρίεψε τὸ μάτι τοῦ λαοῦ. Μία
πατρίδα στὰ ὅρια τῆς ἀπόγνωσης καὶ τῆς γενικῆς ἀνάφλεξης.
Χριστούγεννα
2011. Κι ὅμως «οὐδὲν κακὸν ἀμιγὲς καλοῦ». Αὐξήθηκαν φέτος οἱ
προχριστουγεννιάτικες φιλανθρωπικὲς προσπάθειες. Κάποιοι δῆμοι
ὀργάνωσαν κάτι γιὰ τὰ παιδιά. Δόθηκαν περισσότερα δέματα ἀγάπης σὲ
φτωχούς. Ἔγιναν πιὸ πολλὲς ἐπισκέψεις συμπαράστασης. Ἡ Ἐκκλησία, ἡ
μεγάλη μάννα τῶν ὀρθοδόξων, μαζεύει καὶ πάλι τὰ παιδιὰ τῆς κάτω ἀπὸ τὰ
προστατευτικὰ φτερά της. Αὐξήθηκαν τὰ συσσίτια καὶ τὰ ἐπιδόματα. Κάτι
ἔγινε καὶ μὲ τὸν Ἔρανο τῆς Ἀγάπης. Λίγα πράγματα βέβαια. Εἶναι πλέον ὁ
ἴδιος ὁ λαὸς ποὺ δίνει ἀπὸ τὸ ὑστέρημά του.
Στὴ
Γερμανικὴ Κατοχὴ τοῦ 1941 ἔβγαινε ἡ μερίδα τοῦ φτωχοῦ, μία κουταλιὰ ἀπὸ
κάθε πιάτο, κι ἔβγαινε ἕνα ἀκόμη πιάτο. Ἑβδομήντα χρόνια μετά, τὸ 2011,
ὁ φιλότιμος λαός μας, ὁ καταδικασμένος στὸν ἐξευτελισμὸ τῶν
τραπεζιτικῶν μεθοδεύσεων, τῆς πολιτικῆς ἀβουλίας τῶν βουλευτῶν του καὶ
τῆς κυβερνητικῆς ἀναξιότητας τῶν ἐκλεγμένων ἀρχόντων του, βγάζει κι ἕνα
πιάτο γιὰ τὰ παιδιὰ τῶν ὀρφανοτροφείων, γιὰ τοὺς γέροντες τῶν
γηροκομείων, γιὰ τὶς στρατιὲς τῶν ἀνέργων καὶ ἀστέγων, γιὰ τὶς ὀρδὲς τῶν
ἀπατημένων λαθροφερμένων μεταναστῶν, γιὰ τοὺς τροφίμους τῶν φυλακῶν,
γιὰ τοὺς ξεχασμένους τῶν ἀσύλων. «Ἄχ, Ἑλλάδα, πόσο Σ΄ ἀγαπῶ!»
«Προώρισται νὰ ζήσης καὶ θὰ ζήσης διὰ τῆς ἀγάπης καὶ τῆς φιλανθρωπίας»,
γλυκειά μας Πατρίδα.
Χριστούγεννα
ἀπελπισίας τὰ φετινά! «Οὐδεὶς οἶδε τί τέξεται ἡ ἐπιούσα». Πολλοὶ
ξαναφέρνουν στὴν ἐπικαιρότητα θρύλους καὶ προφητεῖες. Τί θὰ γίνει ἄραγε;
Ἕνας χειμώνας δύσκολος. Βαριὰ μελανιασμένα σύννεφα στὸν ὁρίζοντα. «Ποῦ
εἶναι ὁ τεχθεῖς βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων;» Ψάχνουμε καὶ μεῖς χωρὶς ἀστέρι
καὶ φῶς ἐλπίδας στὴν ἀφιλόξενη πλέον Ἑλλάδα. Γιατί συμβαίνουν ὅλα αὐτά;
Τί κάνει ὁ Θεός; ρωτοῦν πολλοί. Ἢ εἴμαστε πολὺ ἁμαρτωλοὶ καὶ μᾶς
τιμωρεῖ, ἢ εἴμαστε ἀκαλλιέργητοι καὶ μᾶς παιδαγωγεῖ ἢ εἴμαστε πολὺ ἅγιοι
καὶ μᾶς δοκιμάζει ἢ πολὺ ὑπομονετικοὶ καὶ κάτι μᾶς ἑτοιμάζει! Δὲν
ἐξηγεῖται ἀλλοιῶς. Ὅ,τι καὶ νάμαστε μὴ χάσουμε τὴν προσδοκία μας, τὴν
ἐλπίδα μας καὶ τὴ χαρά μας.
Χριστούγεννα
τῆς Νέας Κατοχῆς τοῦ 2011. «Σώπα, ὅπου νάναι θὰ χτυπήσουν οἱ καμπάνες».
Δὲ χάθηκε ἡ ἐλπίδα. Γεννιέται ἕνα Παιδί. Κι αὐτὸ τὸ Παιδὶ εἶναι ὁ
Χριστός! Ὁ Ἐμμανουήλ, ὁ Θεὸς μαζί μας! «Ἀνατολὴ ὄνομα Αὐτῶ». Κάτι
καινούριο ξεπροβάλλει! Ἂν κάποιοι, λοιπόν, λαοὶ καὶ ἄρχοντες, ἀρέσκονται
στὴν ἀπάτη, ἐμεῖς ἂς ὑπηρετήσουμε τὴν Ἀγάπη. Ἂν κάποιοι προωθοῦν τὴ
διαπλοκή, ἐμεῖς ἂς ἐπιμείνουμε στὴν Προσευχή. Ἂν ἄλλοι μεθοδεύουν τὴν
ἐκμετάλλευση, ἐμεῖς αὐξήσουμε τὴν ἀλληλεγγύη. Ἂν κάποιοι ἀνέχονται καὶ
μεθοῦν, «ἄνθρωπον μὴ ἐντρεπόμενοι καὶ Θεὸν μὴ φοβούμενοι», ἐμεῖς ἂς
ἀγρυπνοῦμε κοντὰ στοὺς ἀναγκεμένους. Ἂν κάποιοι σχεδιάζουν στὰ σκοτεινὰ
γραφεῖα τοὺς τὸν φόνο «ἀπὸ διετοῦς καὶ κατωτέρω» τῶν παιδιῶν τῶν
Ἑλλήνων, ἐμεῖς ἂς μείνουμε πιστοὶ στὴ Ζωὴ ποὺ γεννιέται. Ἄν, τέλος,
δικοί μας καὶ ξένοι ψεύδονται καὶ μᾶς ἐμπαίζουν, ἐμεῖς ἂς προσκυνήσουμε
ταπεινὰ τὴν Ἀλήθεια καὶ ὁ Καλὸς Θεὸς θὰ μᾶς βγάλει ἀπὸ ἄλλο δρόμο, γιὰ
νὰ ξαναβροῦμε τὴ χαμένη Πατρίδα μας καὶ τὴν ἀποσταμένη ἐλπίδα μας. Ἕνα
εἶναι σίγουρο: δὲ θὰ πεθάνουμε, δὲ θὰ χαθοῦμε! «Ζεῖ Κύριος» καὶ μεῖς
ζοῦμε!